Η έκφραση «χάνω τον ειρμό μου» ή «ξεχνάω και επαναλαμβάνω» περιγράφει συχνά τα πρώιμα σημάδια της ήπιας νοητικής διαταραχής (Mild Cognitive Impairment, MCI).
Το MCI χαρακτηρίζεται από απώλεια μνήμης, δυσκολία στην συγκέντρωση και προβλήματα σκέψης, που ξεπερνούν τα όσα θεωρούνται φυσιολογικά στη γήρανση.
Η κατάσταση αυτή δεν ταυτίζεται με την άνοια. Κάποιοι άνθρωποι με MCI μπορεί να οδηγηθούν σε άνοια, άλλοι να επιστρέψουν σε φυσιολογική γνωστική λειτουργία ή να παραμείνουν σταθεροί για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Αποτελέσματα του προγράμματος Ai-Mind
Στη Ρώμη παρουσιάστηκαν τα πρώτα αποτελέσματα του ευρωπαϊκού προγράμματος Ai-Mind. Από τους συμμετέχοντες με MCI:
- Περίπου το 10% προχώρησε σε άνοια μέσα σε 24 μήνες.
- Περίπου το 20% παρουσίασε σημαντική γνωστική επιδείνωση, παραμένοντας όμως στη φάση του MCI.
Τα στοιχεία αυτά προέκυψαν από ανάλυση 1.022 ατόμων, τα οποία παρακολουθήθηκαν σε τέσσερα ευρωπαϊκά κλινικά κέντρα: Μαδρίτη, Όσλο, Ελσίνκι και Ρώμη. Η παρουσίαση έγινε κατά την Ετήσια Γενική Συνέλευση του Ai-Mind, υπό την αιγίδα του ΙRCCS Ρώμης, της Καθολικής Πανεπιστημιακής Σχολής Sacro Cuore και της start-up Neuroconnect.
Ο κύριος στόχος του προγράμματος είναι η ανάπτυξη προγνωστικών εργαλείων με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης, ώστε να εντοπίζονται οι ασθενείς που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο εξέλιξης σε άνοια.
Ο καθηγητής Paolo Maria Rossini, διευθυντής του Τμήματος Νευροεπιστημών και Νευροαποκατάστασης του IRCCS San Raffaele, εξηγεί:
«Η ήπια νοητική διαταραχή αποτελεί ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ της φυσιολογικής γήρανσης του εγκεφάλου και της παθολογικής εκφύλισης που παρατηρείται στην άνοια. Η κατάσταση αυτή αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης άνοιας, αλλά μόνο σε ένα ποσοστό 30–50% παρατηρείται πραγματική πρόοδος τα επόμενα χρόνια».
Το πρόγραμμα Ai-Mind
Το Ai-Mind ξεκίνησε το 2021 και χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με περίπου 14 εκατομμύρια ευρώ στο πλαίσιο του Horizon 2020. Στο πρόγραμμα συμμετέχουν 15 εταίροι από 8 χώρες και πάνω από 100 ερευνητές και ειδικοί στην αξιολόγηση τεχνολογιών υγείας, με τη συμμετοχή της Alzheimer Europe.
Στην Ιταλία, η κατάσταση MCI αφορά πάνω από 950.000 άτομα, ενώ στην Ευρώπη εκτιμώνται περίπου 10 εκατομμύρια.
Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε νευροψυχολογικές, γενετικές και εργαστηριακές εξετάσεις, περιλαμβανομένων βιοδεικτών αμυλοειδούς στο αίμα και ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος υψηλής πυκνότητας, επαναλαμβανόμενων κάθε 8 μήνες.
Διαφορές μεταξύ βόρειας και νότιας Ευρώπης
Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον εύρημα είναι οι διαφορές ανάμεσα στους πληθυσμούς της Βόρειας Ευρώπης και της Μεσογείου:
Οι βόρειες χώρες παρουσιάζουν πιο συχνά την γενετική παραλλαγή Apoe ε4, γνωστή για τον αυξημένο κίνδυνο νόσου Αλτσχάιμερ.
Παρατηρούνται υψηλότερα επίπεδα βιοδεικτών νευροεκφυλισμού στο αίμα.
Υπάρχουν διαφορές στη διαγνωστική προσέγγιση, την οργάνωση των συστημάτων υγείας και τη σταδιοποίηση του MCI.
Αυτές οι διαφορές υποδηλώνουν ότι, εκτός από τη γενετική προδιάθεση, σημαντικό ρόλο παίζουν η εκπαίδευση, οι διαγνωστικές στρατηγικές και η οργάνωση της υγειονομικής περίθαλψης.
Στόχος η έγκαιρη διάγνωση με τεχνητή νοημοσύνη
Ο καθηγητής Rossini τονίζει:
«Η μεγάλη συλλογή δεδομένων θα αναλυθεί με αλγορίθμους τεχνητής νοημοσύνης. Αναμένουμε να εντοπιστούν χαρακτηριστικά που θα μας επιτρέψουν να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τα άτομα υψηλού κινδύνου για άνοια και νόσο Αλτσχάιμερ».
Η δυνατότητα πρώιμης διάγνωσης είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς το MCI δεν συνεπάγεται απαραίτητα απώλεια αυτονομίας ή κλινικά σημαντικό έλλειμμα. Η πρόβλεψη ποιος θα εξελιχθεί σε άνοια μπορεί να αλλάξει την πρόληψη και την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης.