Η 21η Αυγούστου του 1911 έμελλε να σημαδέψει μια από τις πιο ανατρεπτικές στιγμές στην ιστορία της τέχνης και των μουσείων, καθώς εξαφανίστηκε μυστηριωδώς από το Λούβρο η Μόνα Λίζα.
Η είδηση της κλοπής του μεγαλειώδους έργου του Λεονάρντο ντα Βίντσι ταξίδεψε ακαριαία στον κόσμο, μετατρέποντας το παγκόσμιο κοινό από θεατή σε μάρτυρα ενός θρίλερ ζωγραφικής, που πυροδότησε κύματα σοκ και αμηχανίας.
Πώς αποκαλύφθηκε η κλοπή της Μόνα Λίζα
Ο Βινσέντ Πρεριντ, πρώην υπάλληλος του Λούβρου και ιταλικής καταγωγής, ήταν ο πρωταγωνιστής της υπόθεσης. Με μια σχεδόν μέθοδο ψυχραιμίας, εκμεταλλεύτηκε τις ημέρες που το μουσείο ήταν κλειστό και κατάφερε να αφαιρέσει τον πίνακα, ανατρέποντας κάθε νόρμα ασφαλείας και θέτοντας σε δοκιμασία την αξιοπιστία ενός από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς θεσμούς. Επιχειρώντας να διαφύγει αθόρυβα, τύλιξε το εμβληματικό πορτραίτο σε μία κουβέρτα και εξαφανίστηκε με την πολύτιμη λεία του.
Την επόμενη ημέρα ο ζωγράφος Λουί Μπερού, που συνήθιζε να ζωγραφίζει αντίγραφα της Τζοκόντα και να τα πουλά στους επισκέπτες του Μουσείου, παρατήρησε με έκπληξη ότι ο πίνακας απουσίαζε από τη θέση του.
Η σύγχυση και ο πανικός κυρίευσαν τους χώρους του Λούβρου, με τους επιμελητές να αναζητούν κάθε ίχνος, ενώ τα μέσα ενημέρωσης έσπευσαν να καλύψουν το γεγονός που ήδη είχε κάνει τον γύρο του κόσμου. Για σχεδόν δύο ολόκληρα χρόνια, το θρυλικό έργο τέχνης παρέμεινε κρυμμένο, όμηρος της αμφιβολίας και των υποθέσεων που γέμιζαν τις σελίδες των εφημερίδων.
Η σύλληψη του δράστη, όταν πήγε να πουλήσει τη Μόνα Λίζα στη Φλωρεντία
Το Δεκέμβριο του 1913 ήρθε το τέλος αυτής της περιπέτειας, όταν ο Πρεριντ, προσπαθώντας να πουλήσει την Μόνα Λίζα σε έμπορο τέχνης στη Φλωρεντία, συνελήφθη.
Ο πίνακας επέστρεψε στο Λούβρο, όντας πλέον όχι μόνο ένα από τα πιο διάσημα έργα ζωγραφικής, αλλά και σύμβολο της ανθρώπινης αγάπης για την τέχνη και της αέναης μάχης για τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Νέα εποχή με αυστηροποίηση των μέτρων ασφαλείας
Η κλοπή της Μόνα Λίζα δεν ήταν απλώς μια ληστεία, αλλά μια στιγμή που όρισε μια νέα εποχή για το Λούβρο και το ίδιο το έργο του ντα Βίντσι. Ενίσχυσε το μυστήριο και την αίγλη γύρω από τον πίνακα, καθιστώντας τον πόλο έλξης εκατομμυρίων επισκεπτών από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Μέσα από αυτή την περιπέτεια, η Μόνα Λίζα απέκτησε μια διάσταση πέρα από τον καμβά, μεταμορφώθηκε σε ένα σύμβολο πολιτιστικής ταυτότητας και ανθρώπινης πάλης, μια ιστορία που συνεχίζει να συναρπάζει και να εμπνέει μέχρι τις μέρες μας.
Η εξαφάνιση του αριστουργήματος αποκάλυψε την ευθραυστότητα ακόμα και των πιο ασφαλών χώρων τέχνης. Η επιστροφή της Μόνα Λίζας στον Λούβρο ήταν η αρχή μιας νέας εποχής με αυστηρά μέτρα ασφαλείας, θωρακισμένα τζάμια και συνεχή φύλαξη. Κι όμως όπως αποδείχτηκε σήμερα ακόμη και τα πιο σύγχρονα μέτρα ασφαλείας δεν μπορούν να εμποδίσουν τους επίδοξους κακοποιούς από να το επιχειρήσουν το ακατόρθωτο. Να αρπάξουν πολύτιμα αντικείμενα από το διασημότερο, ίσως, μουσείο του κόσμου.
Όταν κλάπηκαν από το Λούβρο κομμάτια πανοπλίας Αναγέννησης
Η ιστορία των κλοπών στο Λούβρο διατρέχει τους αιώνες, εκτός από την κλοπή της «Μόνα Λίζα» το 1911, το 1983, μια σειρά κομματιών πανοπλίας Αναγέννησης κλάπηκαν και βρέθηκαν μετά από δεκαετίες, αποδεικνύοντας τα περίπλοκα μονοπάτια μέσα στα οποία κινούνται τα κλεμμένα έργα τέχνης. Επρόκειτο για δύο κομμάτια πανοπλίας που χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα και επεστράφησαν στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι σχεδόν 40 χρόνια μετά την κλοπή τους.
Το κράνος και η πανοπλία της αναγεννησιακής εποχής κατασκευάστηκαν στο Μιλάνο και είναι επιστρωμένα με χρυσό και ασήμι, σύμφωνα με ανακοίνωση του Μουσείου του Λούβρου τον Μάρτιο του 2021, όταν και έγινε η επιστροφή τους. «Η βαρόνη Salomon de Rothschild έδωσε την πανοπλία στο γαλλικό κράτος το 1922. Τα κομμάτια εκτίθεντο στο Λούβρο όταν εκλάπησαν τη νύχτα της 31ης Μαΐου προς την 1η Ιουνίου 1983» , σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η επιστροφή έργων που είχαν λεηλατηθεί από τους Ναζί ενίσχυσε την αίσθηση του πολιτισμικού καθήκοντος για το μουσείο.
Η κινηματογραφική ληστεία που ανοίγει κουβέντα για περαιτέρω αυστηροποίηση των μέτρων ασφαλείας
Πιθανόν η κινηματογραφική ληστεία στο Λούβρο σήμερα, να εγείρει την εκτενή αναθεώρηση των ήδη σύγχρονων μέτρων ασφαλείας. Γιατί το μουσείο εφαρμόζει ελεγχόμενες αυστηρότατες διαδικασίες φύλαξης, με κάμερες, ανιχνευτές κίνησης και συστήματα συναγερμού τελευταίας τεχνολογίας. Η συνεργασία με τις αρμόδιες αστυνομικές και πολιτιστικές αρχές έχει ενισχυθεί, ενώ οι έλεγχοι στα σημεία εισόδου ακόμη και για εργασίες είναι εξονυχιστικοί.
O Γάλλος υπουργός Εσωτερικών Λοράν Νουνιέ έκανε λόγο για «ανεκτίμητης» αξίας κοσμήματα. «Έχει ξεκινήσει έρευνα και καταρτίζεται λεπτομερής κατάλογος με τα κλεμμένα αντικείμενα. Πέραν της εμπορικής τους αξίας, αυτά τα αντικείμενα έχουν ανεκτίμητη αξία από άποψη κληρονομίας και ιστορίας», τόνισε το γαλλικό υπουργείο Εσωτερικών σε ανακοίνωσή του.
Όπως δήλωσε ο Νουνιέζ σε γαλλικά μέσα ενημέρωσης, οι ληστές, «3 ή 4» στον αριθμό, έδρασαν μέσα σε «7 λεπτά». Η εισαγγελία του Παρισιού ανακοίνωσε ότι έχει ξεκινήσει έρευνα για τη ληστεία, ενώ σύμφωνα με δηλώσεις της Γαλλίδας υπουργού Πολιτισμού Ρασιντά Ντατί, ένα από τα κοσμήματα που εκλάπησαν σήμερα από το Λούβρο εντοπίστηκε σε κοντινή απόσταση από το μουσείο.
«Ένα κόσμημα βρέθηκε κοντά στο Λούβρο και έχει ξεκινήσει διαδικασία αξιολόγησης», επεσήμανε η Ντατί μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο TF1, ενώ πρόσθεσε ότι «το οργανωμένο έγκλημα στοχοθετεί σήμερα τα έργα τέχνης» και ότι «τα μουσεία έχουν γίνει στόχος».
Υπενθυμίζεται ότι το μουσείο του Λούβρου είναι το μεγαλύτερο σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι αίθουσές του καταλαμβάνουν έκταση 73.000 τετραγωνικών μέτρων και εκτείνονται σε 5 συνολικά ορόφους και 3 διαφορετικές πτέρυγες. Οι επισκέπτες μπορούν να θαυμάσουν περίπου 380.000 εκπληκτικά ιστορικά εκθέματα, συμπεριλαμβανομένων 35.000 έργων τέχνης, από πολλές διαφορετικές περιόδους.