Βαθιά κάτω από τον πυθμένα της θάλασσας, περίπου 130 χιλιόμετρα από τις ακτές του Γιόρκσερ (σ.σ. ιστορική κομητεία της Βόρειας Αγγλίας και η μεγαλύτερη του Ηνωμένου Βασιλείου), βρίσκεται ένας εντυπωσιακός κρατήρας που έχει διχάσει την επιστημονική κοινότητα εδώ και δεκαετίες: Δημιουργήθηκε άραγε από πρόσκρουση αστεροειδούς ή πρόκειται απλώς για γεωλογικό φαινόμενο λόγω μετακινήσεων αλατούχων πετρωμάτων;
Σήμερα, η μακροχρόνια επιστημονική διαμάχη φαίνεται πως επιλύεται. Ο κρατήρας «Silverpit», σε βάθος 700 μέτρων κάτω από τον πυθμένα της Βόρειας Θάλασσας, δημιουργήθηκε με κάθε πιθανότητα από την πρόσκρουση αστεροειδούς ή κομήτη -περίπου στο μέγεθος του Καθεδρικού Ναού του Γιορκ- ο οποίος έπληξε τη Γη πριν από περισσότερα από 43 εκατομμύρια χρόνια.
Ο αστεροειδής, διαμέτρου περίπου 160 μέτρων, συνετρίβη στη θάλασσα προκαλώντας τσουνάμι ύψους 100 μέτρων, σύμφωνα με τους επιστήμονες. Ήταν πιθανότατα μια καταστροφική ημέρα για τα πρώιμα θηλαστικά της περιοχής -αν και όχι τόσο καταστροφική όσο η πρόσκρουση που εξάλειψε τους δεινόσαυρους πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια, σύμφωνα με τον Guardian, που επικαλέστηκε το επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.
Ο κρατήρας Silverpit δεν συγκρίνεται σε μέγεθος με τον κρατήρα Chicxulub στο Μεξικό, που προκάλεσε μαζική εξαφάνιση του 75% της πανίδας και χλωρίδας. Ωστόσο, παραμένει σημαντικός, καθώς είναι ο μόνος γνωστός κρατήρας πρόσκρουσης κοντά στο σημερινό Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο Ουίσντιν Νίκολσον, ιζηματολόγος από το Πανεπιστήμιο Heriot-Watt στο Εδιμβούργο και επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, δήλωσε πως η νέα σεισμική απεικόνιση τους έδωσε μια πρωτοφανή ματιά στον κρατήρα.
Η στιγμή που επιβεβαιώθηκε η προέλευσή του ήταν «σίγουρα συναρπαστική», είπε, περιγράφοντας την έρευνα ως «σαν να ψάχνεις βελόνα σε άχυρα».
Ο κρατήρας, πλάτους 3,2 χιλιομέτρων και περιβαλλόμενος από ζώνη κυκλικών ρηγμάτων με διάμετρο 20 χιλιομέτρων, ανακαλύφθηκε το 2002 από γεωεπιστήμονες του πετρελαϊκού κλάδου.
Οι πρώτοι που τον εντόπισαν θεώρησαν ότι πρόκειται πράγματι για κρατήρα υπερταχείας πρόσκρουσης, λόγω χαρακτηριστικών όπως το κεντρικό ύψωμα, το κυκλικό σχήμα και τα ομόκεντρα ρήγματα. Αρχικά είχε εκτιμηθεί ότι ήταν ηλικίας άνω των 60 εκατομμυρίων ετών και είχε προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον. «Ο κρατήρας μπορεί να είναι αποτέλεσμα πρόσκρουσης αστεροειδούς», έγραφε τότε ο Guardian.
Ωστόσο, κάποιοι επιστήμονες δεν είχαν πειστεί. Ο καθηγητής γεωλογίας Τζον Άντερχιλ από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, που ηγούνταν της αντίθετης άποψης, είχε δηλώσει: «Νιώθω σαν να χαλάω το πάρτι. Είναι μια λιγότερο εντυπωσιακή εξήγηση, αλλά αυτά δείχνουν τα επιστημονικά δεδομένα».
Το 2009, σε δημόσια συζήτηση στη Γεωλογική Εταιρεία, έγινε ψηφοφορία για την προέλευση του κρατήρα. Ο Νίκολσον θυμάται τη στιγμή καλά, καθώς τότε ήταν υποψήφιος διδάκτορας. Η ψηφοφορία έληξε 80-20 υπέρ της μη-πρόσκρουσης. «Οι περισσότεροι προτίμησαν τη “βαρετή” εξήγηση, κάτι που αντικατοπτρίζει ίσως μια τάση της γεωλογικής κοινότητας να απορρίπτει τις πιο θεαματικές θεωρίες», είπε.
Ο Νίκολσον, λόγω της εμπειρίας του στην ανακάλυψη κρατήρα πρόσκρουσης στη Δυτική Αφρική, κλήθηκε να επανεξετάσει τον Silverpit. Με χρηματοδότηση από το Συμβούλιο Φυσικού Περιβάλλοντος, η ομάδα του χρησιμοποίησε σεισμικές εικόνες, μικροσκοπική ανάλυση δειγμάτων και αριθμητικά μοντέλα για να παρουσιάσει τις ισχυρότερες μέχρι σήμερα αποδείξεις για την προέλευση του κρατήρα από πρόσκρουση.
Οι προσκρούσεις αστεροειδών είναι σπάνιες -καμία δεν έχει καταγραφεί στη σύγχρονη ιστορία. Οι κρατήρες τους είναι επίσης σπάνιοι, καθώς οι τεκτονικές πλάκες και η διάβρωση καταστρέφουν τα περισσότερα ίχνη αυτών των γεγονότων. Υπάρχουν μόνο περίπου 200 επιβεβαιωμένοι κρατήρες πρόσκρουσης στη στεριά και μόλις 33 κάτω από τη θάλασσα.
«Ο κρατήρας Silverpit, λόγω της εξαιρετικής διατήρησής του, έχει ιδιαίτερη σημασία», δήλωσε ο Nicholson. «Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα ευρήματα για να κατανοήσουμε πώς οι προσκρούσεις αστεροειδών επηρέασαν τον πλανήτη μας στο παρελθόν, αλλά και για να προβλέψουμε τι θα μπορούσε να συμβεί σε περίπτωση μελλοντικής πρόσκρουσης».