Παγκοσμιοποίηση
Ενημερώθηκε στις:

Καθηγητής Παν. Λονδίνου: Αυτός ο νέος ψυχρός πόλεμος πρέπει να τελειώσει πριν ο κόσμος αντιμετωπίσει τον Αρμαγεδδών

Μετά από ένα χρόνο πολέμου, η Ρωσία εξακολουθεί να συμμετέχει στη δεύτερη εισβολή (μετά τη Γεωργία) στο διεθνώς αναγνωρισμένο έδαφος της γειτονικής της χώρας, η οποία αποδείχθηκε πολύ πιο αιματηρή και καταστροφική από την πρώτη λόγω της ασύγκριτα ισχυρότερης αντίστασης της Ουκρανίας.

Η διεθνής διάσταση του πολέμου έχει τονιστεί δραματικά από την πρόσφατη επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει συγκέντρωση αμερικανικών στρατευμάτων. Οι χώρες του ΝΑΤΟ αυξάνουν την υποστήριξή τους στην Ουκρανία παρά τις εικασίες για το πόσο κουρασμένοι νιώθουν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Και το Πεκίνο μόλις παρουσίασε ένα ειρηνευτικό σχέδιο, το οποίο είχε προηγουμένως διαβουλευτεί με τη Μόσχα, αφού υποτίθεται ότι τους συνδέει «μια φιλία χωρίς όρια».

Στην πρόσφατη ομιλία του, ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν προσέφερε καμία προοπτική ειρήνης, αντίθετα κατηγόρησε τη Δύση για τη σύγκρουση: «Αυτοί [η Δύση] ξεκίνησαν τον πόλεμο. Και χρησιμοποιήσαμε και συνεχίζουμε να χρησιμοποιούμε βία για να τον σταματήσουμε». 

Ο Gilbert Achcar, Καθηγητής Αναπτυξιακών Σπουδών και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, έγραψε μια ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο The Conversation, με σκοπό να κατανοήσουμε πώς ο κόσμος έφτασε σε αυτήν την επικίνδυνη συγκυρία –και για να κρίνουμε όσο το δυνατόν πιο δίκαια– πρέπει πρώτα να εξετάσουμε την ιστορική προοπτική, υποστηρίζει ο ίδιος. Υπάρχουν βασικά δύο αντικρουόμενες περιγραφές της αλυσίδας των γεγονότων που οδήγησαν στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022.

Η εκδοχή του Κρεμλίνου

Μία προοπτική –η φιλορωσική εκδοχή– παρουσιάζει αυτή την εισβολή ως αντίδραση της Μόσχας σε τρεις δεκαετίες δυτικής εισβολής υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στην πρώην σφαίρα κυριαρχίας της, ως μέρος της ώθησης των ΗΠΑ προς την παγκόσμια ηγεμονία.

Οι δύο μεγάλοι γύροι της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς έγιναν αντιληπτοί από τη Ρωσία ως εχθρικές και προκλητικές χειρονομίες. Πολύ περισσότερο που η ίδια η Ρωσία δεν προσκλήθηκε ποτέ να συμμετάσχει στη συμμαχία, της οποίας ο λόγος ύπαρξης ήταν ακριβώς η αντιμετώπισή της μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχία έγιναν δεκτές ως κράτη μέλη του ΝΑΤΟ το 1999 στο πλαίσιο του πρώτου πολέμου υπό την ηγεσία των ΗΠΑ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, για τον οποίο παρέκαμψε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Έξι άλλα κράτη με πρώην ρωσική κυριαρχία εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ το 2004 (μαζί με ένα έβδομο από την πρώην Γιουγκοσλαβία). Ανάμεσά τους ήταν τρεις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες: τα τρία κράτη της Βαλτικής: Λετονία, Λιθουανία και Εσθονία. Το σκηνικό αυτή τη φορά ήταν η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εισβολή στο Ιράκ που είχε ξεκινήσει τον προηγούμενο χρόνο, παρακάμπτοντας για άλλη μια φορά το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και συνιστώντας άλλη μια υπό την ηγεσία της Ουάσιγκτον παραβίαση του διεθνούς δικαίου.

Το προηγούμενο έτος, ο Τζορτζ Μπους κατάργησε μονομερώς τη συνθήκη κατά των βαλλιστικών πυραύλων προς μεγάλη απογοήτευση της Μόσχας. Έτσι, όταν στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008 επέμεινε να υποσχεθεί την ένταξη της Γεωργίας και της Ουκρανίας, ο Βλαντιμίρ Πούτιν αισθάνθηκε υποχρεωμένος να δράσει προτού η Ρωσία βρεθεί να μοιράζεται ένα μακρύ βορειοατλαντικό σύνορο με μια εχθρική συμμαχία.

Τα γεγονότα στη Γεωργία το 2008 και στην Ουκρανία το 2014 ήταν συνέπεια αυτού. Ο Πούτιν κατέληξε να διατάξει την εισβολή στην Ουκρανία σε μια (αποτυχημένη) προσπάθεια να επιφέρει «αλλαγή καθεστώτος» στη χώρα αυτή, όπως οι ΗΠΑ είχαν προσπαθήσει και απέτυχαν στο Ιράκ.

Η εκδοχή του ΝΑΤΟ

Η αντίθετη προοπτική –η εκδοχή του ΝΑΤΟ– παρουσιάζει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ως προϊόν των αυταπατών μεγαλείου του Πούτιν και της φιλοδοξίας του να ανασυστήσει την αυτοκρατορική κυριαρχία της Τσαρικής Ρωσίας και της Σοβιετικής Ένωσης.

Από τότε που έγινε πρόεδρος της Ρωσίας στις αρχές του αιώνα, ο Πούτιν αύξησε σταδιακά τη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια του και έγινε όλο και πιο αυταρχικός. Αυτή η διαδικασία επιταχύνθηκε μετά την επιστροφή του στην προεδρία το 2012, μετά την προσωρινή περίοδο κατά την οποία αντικαταστάθηκε επίσημα σε αυτή τη θέση από τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αν και συνέχισε να κινεί τα νήματα από τη θέση του πρωθυπουργού.

Αντιμετωπίζοντας μαζική αντιπολίτευση κατά την επιστροφή του, ο Πούτιν ένιωσε να απειλείται από την προοπτική μιας «έγχρωμης επανάστασης» υποστηριζόμενη από τη Δύση κατά της κυβέρνησής του. Εισέβαλε και προσάρτησε την Κριμαία για να ενισχύσει τη νομιμότητά του, γνωρίζοντας πόσο δημοφιλής θα ήταν μια τέτοια προσάρτηση στη Ρωσία.

Η επιτυχία του σε αυτό το εγχείρημα και ο σχετικός περιορισμός της αντίδρασης της Δύσης, μαζί με το αποτέλεσμα της παρατεταμένης αυτοαπομόνωσής του από φόβο μήπως κολλήσει COVID, τον οδήγησαν να οραματιστεί ένα περαιτέρω βήμα για να υποστηρίξει τον ρωσικό εθνικισμό υποτάσσοντας την Ουκρανία. Προσπάθησε να το κάνει εισβάλλοντας σε αυτήν και μέχρι στιγμής έχει αποτύχει παταγωδώς καθώς οι αντοχές της χώρας ξεπέρασαν κάθε προσδοκία.

Ψυχραιμία, αλλιώς...

Ποια από αυτές τις δύο αφηγήσεις είναι σωστή; Η αντικειμενική απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι: και οι δύο. Και οι δύο είναι αληθινές και δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ τους. Στην πραγματικότητα, αλληλοσυμπληρώνονται πλήρως. Αυτό συμβαίνει επειδή η συμπεριφορά της Ουάσιγκτον μετά τον Ψυχρό Πόλεμο παρείχε τις τέλειες συνθήκες για την ανάπτυξη της ρωσικής εκδίκησης που κατάφερε να ενσαρκώσει ο Πούτιν, γράφει ο καθηγητής Achcar.

Πού μας αφήνει η αναγνώριση των δύο παραπάνω συνόλων γεγονότων σχετικά με τον τρέχοντα πόλεμο; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κύρια ευθύνη για την παρούσα τραγωδία ανήκει στη Ρωσία. Η εισβολή της στην Ουκρανία ήταν απρόκλητη και ήταν ανοιχτά προμελετημένη.

Υποθέτοντας ότι ο Πούτιν ήταν πεπεισμένος ότι η πλειονότητα των Ουκρανών θα καλωσόριζε την «ειδική του επιχείρηση», θα έπρεπε να την είχε ακυρώσει και να αποσύρει τα στρατεύματά του μόλις κατέστη σαφές ότι έκανε λάθος. Αντίθετα, έχει βαλτώσει τον στρατό της χώρας του σε έναν μακρύ, δολοφονικό και καταστροφικό πόλεμο στην ανατολική Ουκρανία.

Η Ρωσία πρέπει να αποσύρει τα στρατεύματά της από εκεί που βρίσκονταν πριν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022. Όσον αφορά την Κριμαία και τα τμήματα του Ντονμπάς που ελέγχονται από δυνάμεις κατά του Κιέβου που υποστηρίζονται από τη Ρωσία από το 2014, το καθεστώς τους πρέπει να επιλυθεί με ειρηνικά και δημοκρατικά μέσα σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, μαζί με την ανάπτυξη στρατευμάτων του ΟΗΕ στα αμφισβητούμενα εδάφη.

Ο κόσμος δεν μπορεί να αντέξει έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο για την αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας. Ο νέος ψυχρός πόλεμος, που ξεκίνησε από την Ουάσιγκτον λιγότερο από μια δεκαετία μετά το τέλος του πρώτου και τώρα ενσωματώνεται στη δολοφονική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και στην επικίνδυνη σπάθη που κροταλίζει γύρω από την Ταϊβάν, πρέπει να τελειώσει προτού καταλήξει στον Αρμαγεδδώνα.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ