Το κολοσσιαίο φράγμα, το οποίο παρουσιάζεται ως το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό έργο της Αφρικής, είναι ένα από τα σπάνια ζητήματα για τα οποία υπάρχει ομοφωνία στην Αιθιοπία, η οποία σπαράσσεται από ένοπλες συγκρούσεις που συνεχίζονται στις δύο περιφέρειες της χώρας με το μεγαλύτερο πληθυσμό, τις Αμχάρα και Ορόμια.
Εντάσεις με την Αίγυπτο
Ωστόσο το έργο συναντά αντιδράσεις κυρίως από την Αίγυπτο, η οποία φοβούμενη πως θα στερέψει η κύρια πηγή προμήθειας ύδατος που διαθέτει, υπογραμμίζει πως αποτελεί μια «υπαρξιακή απειλή».
Η Αίγυπτος, με πληθυσμό περίπου 110 εκατομμυρίων κατοίκων, εξαρτάται από τον Νείλο για το 97% των αναγκών της σε νερό, κυρίως για τη γεωργία.
Ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι δεσμεύθηκε ότι το Κάιρο θα λάβει όλα τα μέτρα που προβλέπονται από το διεθνές δίκαιο για να υπερασπιστεί την ασφάλεια των υδάτινων αποθεμάτων του.
«Όποιος πιστεύει πως η Αίγυπτος θα κλείσει τα μάτια στα δικαιώματά της σε ό,τι αφορά το νερό, απατάται», δήλωσε τον περασμένο μήνα ο Σίσι σε δημοσιογράφους.
Η Αίγυπτος έχει πρόσφατα προσεγγίσει δύο άλλες χώρες που συνορεύουν με την Αιθιοπία: την Ερυθραία, η οποία διατηρεί σήμερα τεταμένες σχέσεις με την Αντίς Αμπέμπα, και τη Σομαλία. Το Σουδάν έχει επίσης εκφράσει την ανησυχία του.
Το έργο
Για την Αιθιοπία, τη δεύτερη χώρα της Αφρικής με το μεγαλύτερο πληθυσμό, όπου περίπου 45% των 130 εκατομμυρίων κατοίκων της δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτροδότηση, πρόκειται πάντως μάλλον για μια «ενεργειακή επανάσταση», σύμφωνα με τους ειδικούς.
Το μεγάλο αυτό φράγμα θα φθάσει να παράγει 5.000 μεγαβάτ (MW), το διπλάσιο απ’ ό,τι παράγει σήμερα η χώρα.
Ο θεμέλιος λίθος του GERC, ενός τεράστιου έργου με πλάτος 1,8 χιλιόμετρο, ύψος 145 μέτρα και συνολική χωρητικότητα 74 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, τοποθετήθηκε τον Απρίλιο του 2011.
Το φράγμα θα επιτρέψει επίσης στην Αντίς Αμπέμπα να δημιουργήσει σημαντικά έσοδα χάρη στο ηλεκτρικό που θα πουλάει στους γείτονές της. Ο πρωθυπουργός Αμπίι υπολόγισε την περασμένη εβδομάδα πως από το GERD θα εισπράττεται 1 δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως, για ένα συνολικό κόστος που υπολογίζεται σε 4 δισεκατομμύρια δολάρια.