Κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Ιαπωνία, ο Γερμανός ΥΠΕΞ, Γιόχαν Βάντεφουλ, σημείωσε ότι «ο πόλεμος της Ρωσίας καθίσταται δυνατός χάρη στην κρίσιμη υποστήριξη της Κίνας».
«Το 80% των αγαθών διπλής χρήσης – στρατιωτική και πολιτική – που χρησιμοποιεί η Ρωσία προέρχεται από την Κίνα, η οποία ταυτόχρονα είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αυτή είναι μια εξέλιξη που φυσικά όχι μόνο έρχεται σε μαζική αντίθεση με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα ασφαλείας, αλλά και με εκείνα των εταίρων μας στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού», επεσήμανε ο κορυφαίος Γερμανός διπλωμάτης.
Ο Βάντεφουλ πρόσθεσε ότι η συμπεριφορά του Πεκίνου «δείχνει ότι η Κίνα κηρύττει τις αρχές της μη παρέμβασης και της εδαφικής ακεραιότητας, αλλά στην πραγματικότητα τις υπονομεύει».
Τα σχόλιά του επιβεβαιώνουν για άλλη μια φορά τον τρόπο με τον οποίο η νέα γερμανική κυβέρνηση ακολουθεί μια πολιτική σκληρής κριτικής προς την Κίνα, διατηρώντας τη στάση της προηγούμενης υπουργού Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ – η οποία είχε αποκαλέσει τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ δικτάτορα – και αποκλίνοντας από την ήπια προσέγγιση της επί χρόνια καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ.
Ο Βάντεφουλ τόνισε επίσης ότι η αποστολή πυρομαχικών και στρατευμάτων από τη Βόρεια Κορέα στη Ρωσία δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την έγκριση της Κίνας.
«Εάν η Ρωσία εκτοξεύει σήμερα βλήματα πυροβολικού της Βόρειας Κορέας στην Ουκρανία, τότε αυτό υπονομεύει την τάξη ασφαλείας στην Ευρώπη, αλλά διαταράσσει επίσης την ισορροπία δυνάμεων στην Ασία. Επειδή είναι σαφές ότι η Ρωσία θα δείξει την ευγνωμοσύνη της στη Βόρεια Κορέα για αυτή τη βοήθεια μεταφέροντας τεχνολογία και τεχνογνωσία», πρόσθεσε.
Μιλώντας νωρίτερα σε δημοσιογράφους στο Τόκιο, ο Βάντεφουλ προειδοποίησε επίσης για τις ανησυχητικές εξελίξεις στο Στενό της Ταϊβάν και στη Νότια Σινική Θάλασσα, όπου το Πεκίνο «απειλεί επανειλημμένα, λίγο-πολύ ανοιχτά, να αλλάξει μονομερώς το status quo και να μετακινήσει τα σύνορά του».
«Ωστόσο, ένα πράγμα είναι σαφές», τόνισε. «Ισχύει η απαγόρευση της βίας που κατοχυρώνεται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και οποιαδήποτε κλιμάκωση σε αυτό το ευαίσθητο κέντρο του διεθνούς εμπορίου θα έχει σοβαρές συνέπειες για την παγκόσμια ασφάλεια και την παγκόσμια οικονομία».