Ελληνοτουρκικά

Στήνουν στην γωνία τον "σουλτάνο": Η εξωτερική πολιτική αποδυναμώθηκε και αυτό φάνηκε από τις επισκέψεις σε ΗΠΑ και Ρωσία

O πρόεδρος της Τουρκίας Ερντογάν, εδώ και περίπου δύο δεκαετίες παλεύει να μετασχηματίσει τη θέση της Άγκυρας στον κόσμο. Σήμερα, τα όνειρά του μοιάζουν πιο άπιαστα από ποτέ.

Πριν από περισσότερο 10 χρόνια, ο τότε πρωθυπουργός Ερντογάν προέβη σε μια αποφασιστική στροφή σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία δεν θα εκλιπαρούσε πλέον γονατιστή στις πύλες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να εισέλθει σ’ αυτή.

Αντίθετα, η Τουρκία θα μπορούσε για ακόμη μία φορά να εμφανίζεται ως περιφερειακή δύναμη, που εξαπλώνει την επιρροή της στις πρώην αυτοκρατορικές κτήσεις της στην Ανατολή και θα εμφανίζεται ως μια παγκόσμια δύναμη, που θα έπρεπε να λαμβάνουν όλοι υπόψη.

Αυτή ήταν μια ιδέα που εξήψε τη φαντασία της λαϊκής βάσης του Ερντογάν, ενισχύοντας την προσπάθειά του να μεγιστοποιήσει το εύρος των εξουσιών του. Οι σύμμαχοι του Ερντογάν στην Αίγυπτο και τη Συρία αποκόμισαν τεράστια πολιτικά οφέλη στα πρώιμα χρόνια της Αραβικής Άνοιξης, η οποία πρωτοξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2010, και έκτοτε, το νεο-Οθωμανικό όνειρο του Ερντογάν φάνηκε να λαμβάνει σάρκα και οστά.

Ωστόσο, διατρέχοντας μια δεκαετία μετά τα γεγονότα αυτά οι σύμμαχοι του Ερντογάν στην ευρύτερη περιοχή – κυρίως μεγάλες ομάδες που συνασπίζονται με την ισλαμιστική ομάδα των Αδελφών Μουσουλμάνων – είναι πλέον μια αποδυναμωμένη ομάδα.

Εκτός από τα περιφερειακά προπύργια στήριξης της Τουρκίας, στο Κατάρ, τη Σομαλία και την παραιτηθείσα κυβέρνηση Εθνικής Συνεννόησης του Φαγέζ αλ Σάρατζ στη διαλυμένη από τον πόλεμο Λιβύη, η επίδειξη ισχύος του Ερντογάν, έχει αφήσει μια πικρή γεύση στα στόματα αρκετών περιφερειακών ηγετών.

Παράλληλα, η τακτική αυτή του Τούρκου προέδρου έχει προκαλέσει την οργή χωρών όπως η Γαλλία, η Ελλάδα και η Κύπρος, οι οποίες έχουν επιχειρήσει δημόσια να συγκρατήσουν την εξάπλωση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Με μια τουρκική οικονομία κατεστραμμένη, η κατάσταση της οποίας επιδεινώθηκε σφόδρα από τις επιπτώσεις του κορωνοϊού, ο Ερντογάν βρέθηκε να αντιμετωπίζει πρόβλημα με τα σχέδιά του, καθώς περιορίστηκε η ικανότητά του να αποβάλει την ολοένα αυξανόμενη απομόνωση της Τουρκίας.

Ο συγγραφέας Ahmet Taşgetiren για την εφημερίδα Devrim, έγραψε ότι ο σχεδιασμός της εξωτερικής πολιτικής του  Προέδρου Ερντογάν,  αποδυναμώθηκε διπλωματικά και αυτό φάνηκε στο πλαίσιο της επίσκεψής του στις ΗΠΑ και τη Ρωσία.

Αναφερόμενος στην κατάσταση του Ερντογάν στη διεθνή σκηνή στο άρθρο του, ο Taşgetiren είπε: "Είναι απαραίτητο να αφαιρέσουμε γρήγορα την Τουρκία από την εμφάνιση μιας χώρας με «αδύναμο χέρι». Γιατί αυτή η εικόνα, θα κάνει την Τουρκία να χάσει και όλοι όσοι ζουν σε αυτήν τη χώρα θα χάσουν. "

Επί του παρόντος, αυτή η εκτίμηση έρχεται στο προσκήνιο σε όλες τις συριακές ερμηνείες.

Άνθρωποι από σχεδόν όλους τους κύκλους, που σχολίασαν την εξωτερική πολιτική στην τηλεόραση μοιράστηκαν τη δήλωση ότι "ο Πρόεδρος Ερντογάν πηγαίνει στη Μόσχα με αδύναμη θέση".

Ομοίως, η δήλωση, ότι "η θέση του Άσαντ δυναμώνει μέρα με τη μέρα στα 10 χρόνια που ξεκίνησε η συριακή κρίση", είναι επίσης μέρος των συριακών σχολίων. Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, είναι σχεδόν ο μόνος καθοριστικός παράγοντας.

Αντιθέτως, η αξιολόγηση της «αδύναμης θέσης» της Τουρκίας δεν οφείλεται μόνο στις περιορισμένες σχέσεις με τη Συρία. Επειδή το συριακό ζήτημα φιλτράρεται μέσω πολυεπίπεδων σχέσεων. Πρώτα απ 'όλα, για την Τουρκία υπάρχει το πρόβλημα των σχέσεών της με την  Αμερική, την Ρωσία, το Ιράν, τουλάχιστον αυτό της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω του ζητήματος των μεταναστών, χώρες της Μέσης Ανατολής συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, όλες αυτές οι χώρες έχουν θέσεις στον κόσμο , όπως το Αφγανιστάν.

Για παράδειγμα, εάν η Τουρκία βασίσει την πολιτική της για τη Συρία στο να κερδίζει από τις διαφορές  που δημιουργούνται από τις στρατηγικές εντάσεις, μεταξύ Αμερικής και Ρωσίας, δηλαδή εάν υπάρχει μια προσέγγιση όπως "Θα κερδίσω τα δικά μου συμφέροντα από τον ανταγωνισμό αυτών των δύο παγκόσμιων δυνάμεων",  είναι προς την λάθος κατεύθυνση.

Όταν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν συναντήθηκε με τον Πρόεδρο Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, η επίδραση αυτού αντανακλάται στα λόγια και τη γλώσσα του Ερντογάν με το στυλ της «απώλειας αξιοπιστίας με τις ΗΠΑ» και το περιστατικό « συνάντησης με τον Πούτιν », που ακολούθησε αμέσως, πρόσθεσε πολλά στη «γλώσσα του σώματος» του Ερντογάν.

Επιπλέον, αυτή η εικόνα της «αδύναμης θέσης», παρατηρήθηκε πρόσφατα όχι μόνο στο συριακό ζήτημα, αλλά και στη γενική ροή των σχέσεων. Οι σχέσεις του Ερντογάν με την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, φυσικά, αντικατοπτρίζουν την ψυχολογία της επιλογής σχέσεων που βρίσκονται στα πρόθυρα της διάλυσης.

Το σύνθημα του Ερντογάν, ήταν ότι η Τουρκία θα ανερχόταν από και διαμέσου της επικράτησης των κατά πλειοψηφία μουσουλμανικών κρατών στη Μέση Ανατολή.

Ωστόσο, στην παρούσα χρονική στιγμή, με εξαίρεση το Κατάρ, τη Σομαλία και το ήμισυ της κυβέρνησης της Λιβύης, ο Ερντογάν δεν έχει κανέναν απολύτως δεσμό με οποιαδήποτε άλλη μουσουλμανική χώρα στην ευρύτερη περιοχή, παρά την προσπάθεια του Ερντογάν, να διεκδικήσει ηγετικό ρόλο στο μουσουλμανικό κόσμο της Μέσης Ανατολής για τη χώρα του.

Ο Ερντογάν έχει προκαλέσει την οργή ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γαλλία, η Ελλάδα και η Κύπρος με τις επιθετικές, προκλητικές κινήσεις του στην ανατολική Μεσόγειο, ενώ «η καταρρέουσα τουρκική οικονομία – λόγω και της πανδημίας του κορωνοϊού – εγείρει νέα εμπόδια στα σχέδιά του και περιορίζει την ικανότητά του, να βγει η Τουρκία από την εντεινόμενη διεθνή της απομόνωση.

 Οι εχθρικές προς τον Ερντογάν περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Αίγυπτος, φαίνονται να βρήκαν κοινό έδαφος με ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, εντείνοντας τη στρατηγική τους συνεργασία για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο και περιθωριοποιώντας την Τουρκία. Η Γαλλία, πάλι, που αντιτάχθηκε στην τουρκική εισβολή κατά των Κούρδων μαχητών στη βόρεια Συρία και στηρίζει τους αντιπάλους του Σάρατζ στη Λιβύη, στηρίζει αυτή την πρωτοβουλία στην ανατολική Μεσόγειο, όπως φαίνεται ότι κάνουν σιωπηρά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Στις ΗΠΑ η κυβέρνηση Μπάιντεν,  ( ο Τραμπ,  διατηρούσε καλές σχέσεις με τον Ερντογάν), φαίνεται το τελευταίο διάστημα να συντάσσεται με τους αντιπάλους του με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ,  να προειδοποιεί την Άγκυρα ότι «ο εκφοβισμός δεν είναι τρόπος επίλυσης των διαφορών» και να εκφράζει «έντονη ανησυχία» για τις κινήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ η Ουάσιγκτον ήρε μερικώς το εμπάργκο όπλων προς την Κύπρο. Κινήσεις που δεν συνέβησαν εν μιά νυκτί, αλλά σε διάστημα τουλάχιστον δεκαετίας, ως αποτέλεσμα της πιο διεκδικητικής και συγκρουσιακής εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, όπως επισημαίνει ο αναλυτής Σινάν Ουλγκέν της δεξαμενής σκέψης Carnegie Europe, που προσάπτει πάντως στην ΕΕ και τις ΗΠΑ «κακή διαχείριση» των σχέσεων με την Άγκυρα.

Αναλυτές επισημαίνουν, ότι οι συνθήκες που επέτρεψαν στον Ερντογάν να χαράξει μια νέα γραμμή για την εξωτερική πολιτική της χώρας του, έχουν πάψει πλέον να υφίστανται. Κι αν η τουρκική οικονομία κάλπαζε στις αρχές της δεκαετίας του 2020, σήμερα κλυδωνίζεται και δύσκολα θα αποφύγει ένα πακέτο τύπου ΔΝΤ, όπως διαπιστώνουν διεθνή ΜΜΕ.

Εκατομμύρια Τούρκοι βγήκαν απ’ τη φτώχεια κι η χώρα τους γνώρισε οικονομική άνθηση την πρώτη δεκαετία της διακυβέρνησης Ερντογάν, αλλά τα τελευταία χρόνια, η ισοτιμία της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου σπάει το ένα μετά το άλλο τα αρνητικά ρεκόρ, το κρατικό χρέος διογκώνεται κι ο πληθωρισμός καλπάζει.

«Η οικονομία είναι η αχίλλειος πτέρνα του Ερντογάν όχι μόνον στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και στην εξωτερική πολιτική, αφού απ’ την πορεία της εξαρτάται αν η Τουρκία θα συνεχίσει την επίδειξη ισχύος. Αν καταρρεύσει η Τουρκία, δεν θα διαθέτει τα οικονομικά μέσα για να συνεχίσει όλες αυτές τις μάχες στα μέτωπα που άνοιξε», υπογραμμίζει ο  Τσαγκαπτάι  διευθυντής του Τουρκικού Ερευνητικού Προγράμματος στο Ινστιτούτο της Ουάσινγκτον για την Πολιτική στη Μέση Ανατολή.

Κι ο Ουλγκέν συμπληρώνει: «Αυτό είναι το μέγιστο δίλημμα» για τον Ερντογάν και τους υπόλοιπους που χαράσσουν την πολιτική της χώρας. Όχι τα όρια της επιθετικότητας στην εξωτερική πολιτική, αλλά οι ζημιές που αυτή και η φιλοπόλεμη ρητορική προκαλούν στις οικονομικές προοπτικές της Τουρκίας».

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ