Δύο κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια, το Georgia Tech και το Emory University, ανέπτυξαν μια πρωτοποριακή τεχνική για την αντιμετώπιση του καρκίνου, με επικεφαλής τον Έλληνα αναπληρωτή καθηγητή Κώστα Αρβανίτη.
Η ερευνητική ομάδα δημιούργησε μια μέθοδο επισήμανσης των μακροφάγων κυττάρων, βασικών κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, χρησιμοποιώντας μικροφυσαλίδες με λιπιδικό κέλυφος, οι οποίες είναι ήδη εγκεκριμένες από τον FDA (Οργανισμό Ελέγχου Φαρμάκων και Τροφίμων των ΗΠΑ).
Αυτές οι μικροφυσαλίδες επιτρέπουν την απεικόνιση των κυττάρων σε βάθος μέσα στους ιστούς μέσω εξειδικευμένων τεχνικών υπερήχων, χωρίς να επηρεάζουν τη λειτουργία ή τη βιωσιμότητά τους. Με τον τρόπο αυτό, οι επιστήμονες μπορούν να παρακολουθούν την πορεία των κυττάρων καθώς κινούνται και συσσωρεύονται σε όγκους, ανοίγοντας νέους δρόμους για τη διάγνωση και στοχευμένη θεραπεία του καρκίνου.
Επισημαίνουν επίσης ότι σε αντίθεση με τις παραδοσιακές μεθόδους απεικόνισης, αυτή η προσέγγιση που βασίζεται σε υπερήχους συνδυάζει υψηλά επίπεδα ευαισθησίας (δηλαδή προσεγγίζει το θεωρητικό όριο ενός κυττάρου), ανάλυση, βάθος διείσδυσης και ασφάλεια. Είναι επίσης συμβατή με φορητές συσκευές υπερήχων που δημιουργούν νέες δυνατότητες απεικόνισης της κυκλοφορίας μακροφάγων σε συμπαγείς όγκους για μεγάλες χρονικές περιόδους.
«Τα ευρήματα αυτής της έρευνας θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντική εξέλιξη στη διάγνωση, την πρόγνωση και τη θεραπεία του καρκίνου», δήλωσε ο Κ. Αρβανίτης, υπογραμμίζοντας ότι «επιτρέποντας την υψηλής ανάλυσης απεικόνιση της κυκλοφορίας μακροφάγων σε πραγματικό χρόνο, η τεχνολογία αυτή προσφέρει ένα νέο, ισχυρό εργαλείο για τη μελέτη του ανοσοποιητικού μικροπεριβάλλοντος του όγκου, ενός βασικού παράγοντα στην εξέλιξη του καρκίνου και την ανταπόκριση στη θεραπεία».
Επιπρόσθετα, όπως σημειώνουν, η δυνατότητα τοποθέτησης μικροφυσαλίδων μέσα στα ανοσοκύτταρα μπορεί να ξεπεράσει τις υφιστάμενες δυσκολίες των σκιαγραφικών υπερήχων, όπως για παράδειγμα ο σύντομος χρόνος κυκλοφορίας τους και η αδυναμία να διεισδύσουν στα αιμοφόρα αγγεία και να φτάσουν στους άρρωστους ιστούς.
«Η έννοια της ενέσιμης διάγνωσης με χρήση κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος έρχεται σε έντονη αντίθεση με τις τρέχουσες, παθητικές, διαγνωστικές μεθόδους, οι οποίες βασίζονται στη χορήγηση μικρών μορίων που δεν έχουν την ικανότητα να ξεπεράσουν τα βιολογικά εμπόδια και να διαπεράσουν τους ιστούς με την ίδια ευχέρεια, παρέχοντας έτσι μια ριζική αλλαγή στον τρόπο διάγνωσης», τόνισε ο Κ. Αρβανίτης. Καταλήγοντας η ομάδα των ερευνητών αναφέρει τα εξής:
«Η έρευνα αυτή ανοίγει επίσης τις πόρτες για κλινικές εφαρμογές στη θεραπεία. Για παράδειγμα, η εν λόγω μέθοδος μπορεί να οδηγήσει σε απεικόνιση, εντός των όγκων, της συσσώρευσης κυτταρικών θεραπειών π.χ. μέσω υποδοχέα αντιγόνου χιμαιρικών μακροφάγων προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η θεραπευτική τους δράση. Ενέχονται επίσης πολλά υποσχόμενες δυνατότητες για την παροχή φαρμάκων, όπου τα μακροφάγα θα μπορούσαν να μεταφέρουν τα φάρμακα στους όγκους και να τα απελευθερώσουν άμεσα και στοχευμένα μέσω υπερήχων. Παράλληλα, η τεχνική αυτή μπορεί να βοηθήσει στην αξιολόγηση της επιθετικότητας του όγκου, στην ανίχνευση μικρομεταστάσεων και στην υποστήριξη νέων μικροχειρουργικών παρεμβάσεων.
Καθώς η εν λόγω έρευνα κινείται πιο κοντά στις κλινικές εφαρμογές, αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο βήμα προς τα εμπρός για την καταπολέμηση όχι μόνο του καρκίνου, αλλά και άλλων ασθενειών, όπως η αθηροσκλήρωση».