Μια νέα, μεγάλης κλίμακας μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American College of Cardiology φέρνει στο φως τον αυξανόμενο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας που συνδέεται με τη μακροχρόνια έκθεση στον καπνό των δασικών πυρκαγιών. Συγκεκριμένα, ανέλυσε δεδομένα από εκατομμύρια ηλικιωμένους στις Ηνωμένες Πολιτείες και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ακόμη και μικρές αυξήσεις στη ρύπανση από τον καπνό συνδέονται με σημαντική επιβάρυνση της καρδιακής υγείας.
Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε έναν βασικό τύπο ρύπανσης: τα μικροσκοπικά αιωρούμενα σωματίδια PM2.5, με διάμετρο μικρότερη από 2,5 μm. Αυτά τα σωματίδια, που παράγονται από καύση ορυκτών καυσίμων, οχήματα και βιομηχανίες, εντοπίζονται και στον καπνό των πυρκαγιών -έναν σημαντικό παράγοντα κινδύνου λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η εισπνοή αυτών των σηματιδίων επιτρέπει τη βαθιά διείσδυση στους πνεύμονες και την είσοδο στην κυκλοφορία του αίματος, με πιθανές επιπτώσεις στο καρδιοαναπνευστικό σύστημα.
Η έρευνα έδειξε ότι για κάθε επιπλέον 1 μm PM2.5 από πυρκαγιές ανά κυβικό μέτρο αέρα κατά την περίοδο δύο ετών, ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας αυξάνεται κατά 1,4%. Αν ληφθεί υπόψη το σύνολο των ηλικιωμένων, αυτό μεταφράζεται σε περισσότερες από 20.000 επιπλέον περιπτώσεις ετησίως.
Επίσης, διαπιστώθηκε ότι όσο περισσότερες οι ημέρες έκθεσης σε PM2.5 από πυρκαγιές πάνω από 1 ή 2,5 μm ανά κυβικό μέτρο, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος, δείχνοντας πώς δεν έχει σημασία μόνο η μέση έκθεση αλλά και η συχνότητα ημερών με έντονη ρύπανση.
Ποιοι είναι οι πιο ευάλωτοι πληθυσμοί
Οι επιπτώσεις της ρύπανσης δεν κατανέμονται ισότιμα. Η ομάδα παρατήρησε ότι η σχέση μεταξύ έκθεσης σε καπνό και καρδιακής ανεπάρκειας ήταν πιο έντονη σε γυναίκες, σε άτομα που καλύπτονται από το πρόγραμμα Medicaid (που υποδηλώνει χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο), καθώς και σε κατοίκους περιοχών με περιορισμένα οικονομικά μέσα.
«Ακόμη και μια μικρή αύξηση στην ατομική έκθεση μπορεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο σε επίπεδο πληθυσμού», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας, Δρ. Hua Hao, ερευνήτρια στη Σχολή Δημόσιας Υγείας Rollins του Πανεπιστημίου Emory. «Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια σοβαρή πάθηση και οι ευπαθείς πληθυσμοί διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο».
Επιπλέον, η μελέτη κατέληξε στο ότι η τοξικότητα των PM2.5 από τον καπνό των πυρκαγιών είναι υψηλότερη σε σύγκριση με άλλες πηγές ρύπανσης. Για την ίδια ποσότητα σε σωματίδια από μη καπνιστικές πηγές, ο σχετικός κίνδυνος γνώρισε άνοδο της τάξης μόνο 0,5%.
Η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει την κατάσταση
Η τάση αυτή προβλέπεται να επιδεινωθεί, σύμφωνα με τη Δρ. Joan A. Casey, αναπληρώτρια καθηγήτρια επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον: «Αν συνεχιστούν οι υψηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, μέχρι το τέλος του αιώνα το 74% του πλανήτη θα βιώνει σημαντικά μεγαλύτερες περιόδους πυρκαγιών».
Η εικόνα είναι ήδη ανησυχητική στις ΗΠΑ, όπου οι ημέρες έντονου καπνού, που στο παρελθόν ήταν σποραδικές, πλέον εμφανίζονται αρκετές φορές ετησίως. Ο Δρ. Harlan Krumholz, καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Yale σχολίασε ότι «η παρούσα έκθεση υπογραμμίζει μια ολοένα μεγαλύτερη αλλά υποτιμημένη απειλή για την καρδιακή υγεία. Χρειάζεται επειγόντως ενίσχυση της περιβαλλοντικής πολιτικής και καλύτερη προετοιμασία των υγειονομικών υπηρεσιών».
Ωστόσο, οι συγγραφείς επισημαίνουν και ορισμένους περιορισμούς. Μερικοί εξ αυτών είναι η πιθανότητα σφαλμάτων στις εκτιμήσεις των επιπέδων ρύπανσης, η εξάρτηση από δεδομένα του Medicare που ίσως δεν καλύπτουν πλήρως όλους τους παράγοντες κινδύνου και η γεωγραφική ετερογένεια των πληθυσμών που μελετήθηκαν.
Παρόλα αυτά, το βασικό μήνυμα είναι σαφές: η ατμοσφαιρική ρύπανση από πυρκαγιές δεν αποτελεί μόνο περιβαλλοντική κρίση αλλά και κρίση δημόσιας υγείας. Οι πολιτικές πρόληψης και προστασίας καθίστανται πλέον αναγκαίες όχι μόνο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αλλά και για τη διασφάλιση της υγείας εκατομμυρίων ανθρώπων.