Υγεία

Κορονοϊός: Το σύμπτωμα που απειλεί περισσότερες γυναίκες απ’ ό,τι άνδρες

Ένα σύμπτωμα που προκαλούσαν πολύ συχνά οι παλαιότερες παραλλαγές που δημιούργησε ο κορονοϊός, αλλά έχει αρχίσει να επιστρέφει με την υποπαραλλαγή ΒΑ.5 της Όμικρον, είναι πολύ πιο συχνό στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άνδρες.

Μάλιστα από τις ασθενείς που το αναπτύσσουν κατά την αρχική (οξεία) φάση της COVID-19, ποσοστό έως και 15% θα το έχουν για έξι μήνες ή περισσότερο.

Αυτό αναφέρουν επιστήμονες από τη Σιγκαπούρη, οι οποίοι ανέλυσαν συνδυαστικά τα ευρήματα προγενέστερων 18 κλινικών μελετών. Στις μελέτες είχαν ενταχθεί συνολικώς 3.699 ασθενείς με COVID. Στόχος της μελέτης ήταν να διερευνηθεί πόσο συχνά προκαλεί ο κορονοϊός προβλήματα με την όσφρηση και τη γεύση. Οι ερευνητές ήθελαν επίσης να μάθουν πόσο καιρό διαρκούν αυτά τα προβλήματα.

Όπως διαπίστωσαν, το συνολικώς 5,6% των ασθενών που νόσησε ο κορωνοϊός είχαν πρόβλημα όσφρησης για τουλάχιστον 6 μήνες. Αντίστοιχα, το 4,4% είχαν πρόβλημα γεύσης. Ωστόσο τα ποσοστά αυτά παρουσίασαν τεράστια διακύμανση μεταξύ των φύλων, καθώς ήταν:

  • 11% έως 15% στις γυναίκες
  • 1,5% έως 3% στους άνδρες

Συνολικά, οι γυναίκες είχαν 48% λιγότερες πιθανότητες να ανακτήσουν την όσφρησή τους έως το τέλος της αρχικής λοίμωξης από τον κορονοϊό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Οι αιτίες

Τα νέα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση BMJ. Όπως εξηγεί ο  επικεφαλής ερευνητής Dr. Benjamin Tan, από το Τμήμα Νευρολογίας του Εθνικού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Σιγκαπούρης, οι παρατηρούμενες διαφορές μπορούν να αποδοθούν σε ορισμένες αιτίες.

«Οι υγιείς γυναίκες κατά κανόνα έχουν καλύτερη όσφρηση από τους άνδρες», είπε. «Γι’ αυτό τον λόγο αντιλαμβάνονται πιο εύκολα την παραμικρή διαφορά που μπορεί να προκαλέσει ο κορονοϊός».

Ένας άλλος συμβάλλοντας παράγοντας μπορεί να είναι τα οιστρογόνα, η μία από τις κύριες ορμόνες του γυναικείου φύλου. Τα οιστρογόνα διεγείρουν την παραγωγή της πρωτεΐνης ACE-2, την οποία χρησιμοποιεί ο κορωνοϊός για να εισβάλλει στα κύτταρα του σώματος.

Το «μπούκωμα»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η μελέτη έδειξε ακόμα πως όσοι ασθενείς είχαν εκδηλώσει ρινική συμφόρηση (μπούκωμα) λόγω της COVID-19, ήταν πιθανότερο να παρουσιάσουν μείωση της όσφρησης.

Οι ερευνητές δεν γνωρίζουν που μπορεί να οφείλεται αυτό. Ωστόσο εκτιμούν ότι ενδεχομένως παίζει ρόλο ο τρόπος με τον οποίο εισβάλλει ο κορονοϊός στον βλεννογόνο της μύτης για να προκαλέσει φλεγμονή.

«Όσο ισχυρότερη είναι η φλεγμονή στη μύτη, τόσο εντονότερη μπορεί να είναι η ρινική συμφόρηση», είπε. «Επιπλέον, τόσο μεγαλύτερη μπορεί να είναι η βλάβη που προκαλείται στα κύτταρα των οσφρητικών νευρώνων. Αυτού του είδους η βλάβη μπορεί να χρειαστεί πολύ καιρό, ακόμα και χρόνια, για να διορθωθεί».

Όντως, μία από τις γυναίκες που εντάχθηκαν στη μελέτη χρειάσθηκε 27 μήνες για να ανακτήσει την χαμένη της όσφρηση!

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ