Οι ελληνικές τράπεζες μπαίνουν στο 2026 με σαφή στόχο τη διατήρηση της υψηλής πιστωτικής επέκτασης, σε μια περίοδο όπου το κόστος χρήματος αποκλιμακώνεται και η ανάγκη ενίσχυσης των εσόδων από τόκους γίνεται ολοένα και πιο πιεστική. Το νέο περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων, σε συνδυασμό με τις θετικές μακροοικονομικές προοπτικές, δημιουργεί συνθήκες που ευνοούν τη συνέχιση της χρηματοδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Η ζήτηση για νέα δάνεια εκτιμάται ότι θα παραμείνει αυξημένη, επιτρέποντας στα πιστωτικά ιδρύματα να διοχετεύσουν μέρος της πλεονάζουσας ρευστότητάς τους στην πραγματική οικονομία. Ιδιαίτερη σημασία αποκτά και η ενίσχυση του retail, το οποίο το 2025 πέρασε σε θετικό έδαφος για πρώτη φορά από το 2010, σηματοδοτώντας μια σταδιακή επιστροφή της λιανικής τραπεζικής σε ενεργό ρόλο.
Στρατηγικός στόχος η αναπλήρωση των απωλειών
Η πορεία των δανειοδοτήσεων αποτελεί βασικό πυλώνα των επιχειρησιακών σχεδίων που θα παρουσιάσουν οι διοικήσεις των τραπεζών στις αρχές του 2026. Μετά από οκτώ διαδοχικές αποφάσεις χαλάρωσης της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής, τα επιτόκια έχουν αποκλιμακωθεί, ασκώντας πίεση στα καθαρά έσοδα από τόκους που προέρχονται από το υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο δανείων.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι τράπεζες επιδιώκουν μέσω της αύξησης των νέων χορηγήσεων να αναπληρώσουν μέρος των απωλειών, διευρύνοντας το ενεργητικό τους. Η στρατηγική αυτή στηρίζεται στην εκτίμηση ότι το οικονομικό περιβάλλον παραμένει ευνοϊκό για την ανάληψη νέου πιστωτικού ρίσκου, υπό ελεγχόμενους όρους.
Οι εκτιμήσεις της Τράπεζα της Ελλάδος
Σύμφωνα με την Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική, οι προοπτικές για τη συνέχιση της πιστωτικής επέκτασης είναι θετικές. Η αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ, σε συνδυασμό με το χαμηλότερο κόστος δανεισμού σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να στηρίζει τη χορήγηση τραπεζικών πιστώσεων.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στη συμβολή των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων. Τα χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς και τα προγράμματα συγχρηματοδότησης και εγγυοδοσίας, αναμένεται να βελτιώσουν τόσο τους όρους όσο και τη διαθεσιμότητα επιχειρηματικής και στεγαστικής πίστης.
Το μακροοικονομικό υπόβαθρο
Καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση υψηλών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης παίζει το μακροοικονομικό περιβάλλον. Οι προβλέψεις κάνουν λόγο για ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ γύρω στο 2,1% τα έτη 2025–2027 και οριακή υποχώρηση στο 2,0% το 2028, επίπεδα υψηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Η κατανάλωση εκτιμάται ότι θα παραμείνει βασικός μοχλός ανάπτυξης, ενώ επενδύσεις και εξαγωγές αναμένεται να συνεχίσουν να συνεισφέρουν θετικά. Η εικόνα αυτή ενισχύει την εμπιστοσύνη των τραπεζών στη δυνατότητα εξυπηρέτησης νέων δανείων από την πλευρά των δανειοληπτών.
Κρίσιμη η αξιοποίηση των πόρων του RRF
Βραχυπρόθεσμα, οι επενδύσεις προβλέπεται να ενισχυθούν από τους αδιάθετους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς μέχρι σήμερα έχει διοχετευθεί στην οικονομία περίπου το ένα τρίτο των διαθέσιμων κονδυλίων. Η εκτίμηση είναι ότι οι επενδύσεις θα αυξηθούν με ρυθμό άνω του 7% την περίοδο 2025–2026, προτού επιβραδυνθούν μετά το τέλος του προγράμματος NextGenerationEU.
Η αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα δημιουργεί πρόσθετες ανάγκες χρηματοδότησης, τις οποίες οι τράπεζες φιλοδοξούν να καλύψουν μέσω στοχευμένων δανειακών προϊόντων.
Εισοδήματα, απασχόληση και πιστοληπτική ικανότητα
Ένας ακόμη παράγοντας που στηρίζει την πιστωτική επέκταση είναι η άνοδος του διαθέσιμου εισοδήματος. Οι ονομαστικές αμοιβές ανά μισθωτό αναμένεται να αυξάνονται με ρυθμό κοντά στο 4% ετησίως, κυρίως λόγω της στενότητας στην αγορά εργασίας.
Παράλληλα, η ανεργία προβλέπεται να υποχωρήσει στο 9,2% το 2025 και να μειωθεί περαιτέρω στο 8,0% το 2028. Η εξέλιξη αυτή βελτιώνει το πιστοληπτικό προφίλ νοικοκυριών και επιχειρήσεων, διευκολύνοντας την πρόσβασή τους σε τραπεζική χρηματοδότηση.
Φθηνότερα δάνεια και νέα προϊόντα
Η συνέχιση της μετακύλισης των μειώσεων των επιτοκίων πολιτικής στα επιτόκια τραπεζικού δανεισμού δημιουργεί ευνοϊκότερες συνθήκες για νέες χορηγήσεις. Η βελτίωση της ποιότητας των δανειακών χαρτοφυλακίων και η ισχυρή ρευστότητα των τραπεζών επιτρέπουν τη συγκράτηση των περιθωρίων επιτοκίου.
Κατά το 2025, οι τράπεζες ενίσχυσαν σημαντικά τα κεφάλαιά τους μέσω εισροών καταθέσεων, διατραπεζικού δανεισμού και εκδόσεων ομολόγων με καλύτερους όρους. Το γεγονός αυτό ανοίγει τον δρόμο για την παρουσίαση ελκυστικότερων δανειακών προγραμμάτων, ενισχύοντας περαιτέρω τη δυναμική της πιστωτικής επέκτασης.
Η συνολική εικόνα δείχνει ότι το 2026 δεν θα αποτελέσει χρονιά επιβράδυνσης για τις τραπεζικές χορηγήσεις. Αντιθέτως, οι συνθήκες ευνοούν τη διατήρηση υψηλών ρυθμών, με την πιστωτική επέκταση να παραμένει βασικό εργαλείο στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας.