Καθώς η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν κλιμακώνεται με ορμή, η Μόσχα παρακολουθεί με αγωνία, συνειδητοποιώντας ότι ο στενότερος σύμμαχός της στη Μέση Ανατολή κινδυνεύει να συντριβεί. Το Ιράν, ο δεύτερος πυλώνας της ρωσικής επιρροής που απειλείται με κατάρρευση μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία, βρίσκεται στο έλεος των ισραηλινών επιθέσεων. Η Ρωσία, παγιδευμένη ανάμεσα σε γεωπολιτικές φιλοδοξίες και υπαρξιακούς φόβους, κινδυνεύει να χάσει έναν κρίσιμο σύμμαχο, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την παγκόσμια στρατηγική της, όπως αναφέρει η washingtonpost
Όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε τις πρώτες του επιθέσεις στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν την Παρασκευή, 13 Ιουνίου 2025, και εξουδετέρωσε κορυφαίους στρατιωτικούς διοικητές, ορισμένοι στη Μόσχα διέκριναν μια ευκαιρία. «Μόνο μια σύνοδος κορυφής μεταξύ Πούτιν και Τραμπ μπορεί να αποτρέψει την παγκόσμια καταστροφή», δήλωσε ο ισχυρός Ρώσος μεγιστάνας Κονσταντίν Μαλοφέγιεφ, προτείνοντας ότι η μακροχρόνια σχέση της Ρωσίας με το Ιράν θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για να εξασφαλίσει μια πυρηνική συμφωνία, με αντάλλαγμα την αποχώρηση της αμερικανικής υποστήριξης από την Ουκρανία. «Οι απαιτήσεις του Κιέβου φαντάζουν γελοίες μπροστά σε αυτή την κρίση», πρόσθεσε, υπονοώντας ότι η σύγκρουση θα μπορούσε να αποσπάσει την παγκόσμια προσοχή από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έσπευσε να αναλάβει ρόλο μεσολαβητή, επικοινωνώντας τηλεφωνικά με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Ωστόσο, καθώς οι ισραηλινές επιθέσεις εντείνονται, στοχεύοντας πλέον ενεργειακές υποδομές και αστικές περιοχές του Ιράν, η αισιοδοξία στη Μόσχα μετατρέπεται σε βαθιά ανησυχία. Η προοπτική αλλαγής καθεστώτος στην Τεχεράνη απειλεί να ανατρέψει τη στρατηγική ισορροπία της Ρωσίας, αποδυναμώνοντας τον αντιδυτικό συνασπισμό που με κόπο οικοδομεί.
«Η κατάσταση οδηγείται σε επικίνδυνα μονοπάτια για τη Ρωσία», προειδοποίησε ο Κονσταντίν Ζατούλιν, επικεφαλής του Ινστιτούτου CIS της Μόσχας. Ένας Ρώσος ακαδημαϊκός, με στενές σχέσεις με διπλωματικούς κύκλους, αποκάλυψε ότι η Μόσχα παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις στο Ιράν, αναζητώντας σημάδια για την ανθεκτικότητα του καθεστώτος. «Η εξωτερική απειλή θα μπορούσε να ενώσει την ιρανική κοινωνία, αλλά τα όρια αυτής της σταθερότητας παραμένουν άγνωστα», δήλωσε ανώνυμα, υπογραμμίζοντας το δίλημμα της Μόσχας. «Είναι δύσκολο να προβλέψουμε πότε το καθεστώς θα φτάσει στο σημείο κατάρρευσης».
Η Ρωσία, που από το 2022 έχει σφυρηλατήσει στενότερους δεσμούς με το Ιράν, βασίζεται στην Τεχεράνη για φθηνά drones και πυραύλους, τα οποία χρησιμοποιεί στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Η υπογραφή στρατηγικής εταιρικής σχέσης τον Ιανουάριο του 2025 επισφράγισε αυτή την αλληλεξάρτηση, αν και δεν εξελίχθηκε σε πλήρη στρατιωτική συμμαχία. Ωστόσο, η κλιμάκωση της ισραηλινής επίθεσης, με τον Νετανιάχου να καλεί ανοιχτά τους Ιρανούς να «σηκωθούν» κατά του καθεστώτος τους, μειώνει δραματικά τις πιθανότητες της Ρωσίας να διαδραματίσει ουσιαστικό μεσολαβητικό ρόλο. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, επανέλαβε τη Δευτέρα την προσφορά μεσολάβησης, αλλά η πρόταση παραμένει χωρίς ανταπόκριση, με τον Τραμπ να εμφανίζεται επιφυλακτικός και Ευρωπαίους ηγέτες να την απορρίπτουν.
Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία υπήρξε ήδη ένα οδυνηρό πλήγμα για τη Ρωσία. Μια ανάλογη κατάρρευση στο Ιράν, μια γειτονική χώρα με βαθιά ιστορική σχέση με τη Μόσχα, θα ήταν καταστροφική. «Ακόμη κι αν το νέο καθεστώς στο Ιράν είναι κοσμικό, στρατιωτικό ή φιλελεύθερο, δεν θα είναι τόσο φιλικό προς τη Ρωσία όσο το σημερινό», τόνισε ο Ρώσος ακαδημαϊκός. Η απώλεια του Ιράν θα αποδυνάμωνε την περιφερειακή επιρροή της Ρωσίας και θα περιόριζε τη δυνατότητά της να προβάλλεται ως αντίβαρο στη Δύση.
Παρά την απειλή, η Μόσχα διακρίνει και ευκαιρίες. Η άνοδος της τιμής του ρωσικού πετρελαίου Urals, που ξεπέρασε τα 60 δολάρια το βαρέλι, υπόσχεται δισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα, ανακουφίζοντας την πίεση στον ρωσικό προϋπολογισμό, ο οποίος είδε τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο να μειώνονται κατά ένα τρίτο τον Μάιο του 2025, σύμφωνα με το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών. «Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου είναι ένα δώρο για τη Ρωσία», δήλωσε ο πολιτικός αναλυτής Σεργκέι Μάρκοφ, προσθέτοντας ότι η μείωση της ιρανικής προσφοράς πετρελαίου θα ενίσχυε την εξάρτηση της Κίνας από τη Ρωσία, φέρνοντας το Πεκίνο πιο κοντά στη Μόσχα.
Επιπλέον, η κρίση θα μπορούσε να αποδυναμώσει την υποστήριξη της Δύσης προς την Ουκρανία, καθώς οι ΗΠΑ ενδέχεται να ανακατευθύνουν συστήματα αντιπυραυλικής άμυνας προς τη Μέση Ανατολή για την προστασία των συμμάχων τους, όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. «Η Ουκρανία μπορεί να χάσει πρόσβαση σε κρίσιμα συστήματα αεράμυνας», σημείωσε ο Μάρκοφ. Ωστόσο, ο ίδιος προειδοποίησε ότι μια αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν θα συρρικνώσει τον αντιδυτικό συνασπισμό, αποδυναμώνοντας τη στρατηγική θέση της Ρωσίας.
Η κλιμάκωση της σύγκρουσης φέρνει τη Ρωσία αντιμέτωπη με έναν εφιάλτη: την προοπτική ενός παγκόσμιου πολέμου. «Προσπαθούν να παρουσιάσουν την ειρηνική πυρηνική ανάπτυξη του Ιράν ως απειλή, ανάβοντας τη φωτιά του Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου», δήλωσε ο Λεονίντ Σλούτσκι, επικεφαλής της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του ρωσικού κοινοβουλίου. Ο Κονσταντίν Κοσάτσεφ, αντιπρόεδρος της Άνω Βουλής, χαρακτήρισε την πιθανή επέκταση της ιρανικής απάντησης πέρα από ισραηλινούς στόχους ως «το χειρότερο σενάριο».
Καθώς οι φλόγες της σύγκρουσης απειλούν να εξαπλωθούν, η Ρωσία εξετάζει την παροχή πρόσθετης στρατιωτικής βοήθειας στο Ιράν, συμπεριλαμβανομένων συστημάτων αεράμυνας και ανθρωπιστικής υποστήριξης για την αποτροπή εσωτερικών αναταραχών. «Όταν οι πυρκαγιές της σύγκρουσης καίνε παντού, κινδυνεύουν να ενωθούν σε μια παγκόσμια πυρκαγιά», προειδοποίησε ο Μάρκοφ, υπογραμμίζοντας τον κίνδυνο μιας ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης που θα μπορούσε να αλλάξει για πάντα το γεωπολιτικό τοπίο.