Διάλλειμα από τα ρεκόρ έκανε η Wall Street την Τρίτη, καθώς ο πρόεδρος της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ, δεν έδωσε καμία ένδειξη για το αν θα στηρίξει νέα μείωση επιτοκίων στη συνεδρίαση του Οκτωβρίου, ξεκαθαρίζοντας πως η αγορά θα πρέπει να κρατά τον πήχη των προσδοκιών χαμηλά.
Έτσι, όλοι οι βασικοί δείκτες ολοκλήρωσαν τη συνεδρίαση σε αρνητικό έδαφος.
Ο Dow Jones που έδειχνε τις πρώτες ώρες να κρατά δυνάμεις, υπέκυψε τελικά στις πιέσεις υποχωρώντας κατά 0,19% στις 46.292 μονάδες. Ο S&P 500 διολίσθησε σε ποσοστό 0,55% και τις 6.656 μονάδες και ο Nasdaq σημείωσε πτώση ύψους 0,95% φτάνοντας τις 22.573 μονάδες.
Αναλόγως στην αγορά ομολόγων, οι αποδόσεις έχασαν έδαφος με το 10ετές να πέφτει στο 4,118% και το 2ετές να πέφτει στο 3,592%.
Παρά την προσωρινή πτώση, η άνοδος του S&P 500 έχει ξεπεράσει κατά σχεδόν 3% τις μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών για το τέλος του έτους, με τον δείκτη να κινείται στα όρια των 6.650 μονάδων.
Ο Κρεγκ Τζόνσον της Piper Sandler, σε σημείωμα του, υποστήριξε ότι «bull market είναι ζωντανή και δυνατή», παρά το γεγονός ότι η αγορά συμπληρώνει περίπου πέντε μήνες καλής πορείας, χωρίς ουσιαστική διόρθωση.
Στη συνεδρίαση της Τρίτης, από τις πρώτες ώρες το κύμα ρευστοποιήσεων προς αποκόμιση κερδών άσκησε πιέσεις στην αγορά και κυρίως στον τεχνολογικό κλάδο. Όμως, το κλίμα επιβαρύνθηκε μετά την ομιλία του Τζερόμ Πάουελ.
Ο πρόεδρος της Fed τόνισε ότι οι κίνδυνοι για την αγορά εργασίας και τον πληθωρισμό παραμένουν, επαναλαμβάνοντας ότι οι διαμορφωτές πολιτικής έχουν μπροστά τους «δύσκολο δρόμο».
«Οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό γέρνουν προς τα πάνω και οι κίνδυνοι για την απασχόληση προς τα κάτω, δημιουργώντας μια δύσκολη κατάσταση. Οι διπλοί κίνδυνοι σημαίνουν ότι δεν υπάρχει μονοπάτι χωρίς ρίσκο», προειδοποίησε, εξηγώντας πως υπό τις συνθήκες αυτές η αγορά δεν θα πρέπει να προεξοφλεί το μονοπάτι της κεντρικής τράπεζας.
Πάντως, οι traders από την πλευρά τους εξακολουθούν να προεξοφλούν νέα μείωση των επιτοκίων τον ερχόμενο μήνα και μια ακόμη το Δεκέμβριο.
Ο κ. Πάουελ προχώρησε και σε ένα σπάνιο σχόλιο σε σχέση με την πορεία της Wall Street. Αν και επεσήμανε ότι δεν είναι δουλειά της Fed να καθορίζει τις σωστές αποτιμήσεις, αλλά να διασφαλίζει την ισορροπία μεταξύ απασχόλησης και τιμών» παραδέχτηκε ότι τα αμερικανικά assets, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών, είναι σχετικά υπερτιμημένα. Ωστόσο, εμφανίστηκε καθησυχαστικός, υπογραμμίζοντας ότι παρά τις υψηλές αποτιμήσεις στις μετοχές, «δεν βρισκόμαστε σε περίοδο αυξημένων κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα», που θα μπορούσαν δηλαδή να διαταράξουν την αγορά.
Σε δηλώσεις τους χθες και σήμερα έτερα στελέχη της Fed εμφανίστηκαν επίσης διχασμένα. Ο Ραφαέλ Μπόστιτς της Fed της Ατλάντα και ο Όσταν Γκούλσμπι της Fed του Σικάγο τήρησαν αυστηρή γραμμή, προειδοποιώντας τα επίμονα επίπεδα του πληθωρισμού.
Αντιθέτως η διοικητής Μισέλ Μπόουμαν μίλησε για την ανάγκη για πιο αποφασιστική δράση λόγω της αδυναμίας στην αγορά εργασίας, όπως και ο νεοδιορισθείς από τον Τραμπ, Στίβεν Μίραν, που υποστήριξε ότι τα επιτόκια στα τωρινά επίπεδα είναι πολύ υψηλά και η πολιτική υπερβολικά περιοριστική. Ο Μίραν, εξάλλου, ήταν ο μόνος που στη συνεδρίαση της FOMC, την περασμένη εβδομάδα, είχε ψηφίσει υπέρ περικοπή 50 μονάδων.
Αναλυτές της αγοράς, σε σχόλια τους, υποστήριξαν πως και ο Τζερόμ Πάουελ πιθανότατα θα συνταχθεί με δύο νέες μειώσεις στις αντίστοιχες συνεδριάσεις της Fed, καθώς οι κίνδυνοι για την απασχόληση αυξάνονται, όμως δεν μπορεί και να παραγνωρίσει εύκολα τον κίνδυνο που ελλοχεύει από την ανθεκτικότητα του πληθωρισμού. Ειδικά δε, με δεδομένη την πίεση των δασμών Τραμπ, που σε μεγάλο βαθμό δεν έχει γίνει ακόμη σαφής στην πραγματική οικονομία και τις τιμές.
Τα στοιχεία που θα ανακοινωθούν την Παρασκευή για τον δείκτη προσωπικών καταναλωτικών δαπανών (PCE), που είναι ο αγαπημένος πληθωριστικός δείκτης της Fed, σίγουρα θα βοηθήσουν να ξεκαθαρίσει κάπως το τοπίο.
Σε επίπεδο μετοχών η Nvidia οδήγησε τις απώλειες στις μετοχές υψηλής κεφαλαιοποίησης, με κάμψη άνω του 2,5%, καθώς ο ενθουσιασμός από το μεγάλο deal της επένδυσης στην OpenAΙ καταλάγιασε με διάφορα ερωτήματα να προκύπτουν.
Απώλειες συνολικά κατέγραψαν οι Big Tech, όπως η Oracle και η Amazon. Ειδικά η Oracle που έχει κερδίσει πάνω από 50% μέσα σε τρεις μήνες χάρη στις προσδοκίες κερδοφορίας της, υποχώρησε πάνω από 4%. Μεγάλη και η πίεση για την Amazon εν μέρει λόγω της ανακοίνωσης για το κλείσιμο καταστημάτων της Amazon Fresh στο Ηνωμένο Βασίλειο, που αναζωπύρωσε τις ανησυχίες γύρω από τη στρατηγική της εταιρείας στη λιανική αγορά.
Στους μεγάλους χαμένους, επίσης, συγκαταλέγεται η Firefly Aerospace, η οποία σημείωσε πτώση που έφτασε έως και το 15%, μετά από αποτελέσματα που αποκάλυψαν μείωση εσόδων και διεύρυνση ζημιών.
Στην πλευρά των κερδισμένων ξεχώρισε η McKesson, η οποία σημείωσε άνοδο κοντά στο 7% καθώς ανακοίνωσε αναθεώρηση προς τα πάνω της καθοδήγησης για το οικονομικό έτος 2026, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των αγορών στη μελλοντική της κερδοφορία.
Επίσης, ο ενεργειακός κλάδος κινήθηκε έντονα ανοδικά, με τη Halliburton να και τη Baker Hughes να ξεχωρίζουν, χάρη στην άνοδο των διεθνών τιμών του πετρελαίου κατά πάνω από 2%
Κέρδη αποκόμισε και η Boeing, καθώς ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ με ανάρτηση του μίλησε με εγκωμιαστικά σχόλια για τον πρόεδρο του Ουζμπεκιστάν μετά τη «μεγάλη συμφωνία» στην οποία κατέληξε η χώρα για την αγορά αεροσκαφών τύπου Dreamliners, αξίας 8 δισ. δολαρίων
Αξιοσημείωτη και η ανάκαμψη της φαρμακευτικής Kenvue, που κατάφερε να καλύψει μέρος των σημαντικών απωλειών που είχε σημειώσει χθες, μετά την διασύνδεση από την κυβέρνηση Τραμπ κρουσμάτων αυτισμού με την χρήση του αναλγητικού και αντιπυρετικού Tylenol από εγκύους.