Σύμφωνα με πληροφορίες από τη Νότια Κορέα, η Πιονγιάνγκ φέρεται να προετοιμάζει νέα αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων προς τη Ρωσία, με σκοπό τη συμμετοχή στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, εντός των μηνών Ιουλίου ή Αυγούστου. Οι αποκαλύψεις προέρχονται από ενημέρωση της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Νότιας Κορέας (NIS) προς μέλη του κοινοβουλίου, όπως μεταδίδεται από το πρακτορείο Reuters.
Η NIS εκτιμά ότι η Ρωσία ενδέχεται να σχεδιάζει ευρείας κλίμακας επίθεση στην Ουκρανία το προσεχές διάστημα, γεγονός που συνδέεται με την πιθανή εμπλοκή επιπλέον βορειοκορεατικών στρατευμάτων. Ο βουλευτής Λι Σουνγκ-κγουόν, μετά από κλειστή ενημέρωση, ανέφερε πως η εκτίμηση βασίζεται σε πρόσφατη επίσκεψη υψηλόβαθμου αξιωματούχου ασφαλείας του Ρώσου προέδρου στην Πιονγιάνγκ, καθώς και σε ενδείξεις για νέα στρατιωτική κινητοποίηση από τη Βόρεια Κορέα.
«Η Βόρεια Κορέα ενδέχεται να στείλει επιπλέον στρατεύματα στη Ρωσία για να συμμετάσχουν στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο, και η Πιονγιάνγκ συνεχίζει να προμηθεύει τη Ρωσία με όπλα», δήλωσαν την Πέμπτη Νοτιοκορεάτες βουλευτές, επικαλούμενοι ενημέρωση από την υπηρεσία πληροφοριών.
Παράλληλα, η NIS υποστηρίζει ότι η Βόρεια Κορέα συνεχίζει να προμηθεύει τη Ρωσία με πυρομαχικά πυροβολικού και πυραύλους. Σε αντάλλαγμα, η Πιονγιάνγκ φέρεται να λαμβάνει τεχνική υποστήριξη σε θέματα που αφορούν την εκτόξευση δορυφόρων και την καθοδήγηση πυραυλικών συστημάτων.
«Η πρόσθετη αποστολή θα μπορούσε να γίνει ήδη από τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο», πρόσθεσε ο Λι, σημειώνοντας ότι η υπηρεσία επικαλέστηκε νέα αποστολή στρατευμάτων από τη Βόρεια Κορέα και πρόσφατη επίσκεψη υψηλόβαθμου αξιωματούχου ασφαλείας του Ρώσου προέδρου στην Πιονγιάνγκ ως βάση για την εκτίμησή της.
Μετά από μακρά περίοδο σιωπής, τόσο η Βόρεια Κορέα όσο και η Ρωσία επιβεβαίωσαν την παρουσία βορειοκορεατικών στρατευμάτων και τον ρόλο τους στις επιχειρήσεις της Μόσχας στην Ουκρανία, με στόχο την ανακατάληψη της Περιφέρειας Κουρσκ. Η συνεργασία των δύο χωρών βασίζεται σε διμερή συνθήκη που υπεγράφη τον Ιούνιο του προηγούμενου έτους, η οποία περιλαμβάνει ρήτρα αμοιβαίας άμυνας.