Η σιωπή από το Κρεμλίνο είναι εκκωφαντική. Μετά τα εντυπωσιακά ουκρανικά πλήγματα που κατέστρεψαν δεκάδες ρωσικά βομβαρδιστικά σε απομακρυσμένες αεροπορικές βάσεις και έπληξαν για τρίτη φορά τη στρατηγική γέφυρα του Κερτς στην Κριμαία, η Μόσχα παραμένει φαινομενικά αμίλητη, περιοριζόμενη σε μια λιτή δήλωση ότι αναμένει τα αποτελέσματα επίσημης έρευνας. Ωστόσο, πίσω από αυτή την επιφανειακή ηρεμία, η οργή φουντώνει, και ο φόβος μιας καταστροφικής ρωσικής αντίδρασης κλιμακώνεται.
Ενώ το Κρεμλίνο κρατά κλειστά τα χαρτιά του, τα φιλοκρεμλινικά μέσα ενημέρωσης και οι μπλόγκερ ξεσπούν σε έναν χείμαρρο πολεμοχαρών κραυγών. «Αυτό δεν είναι απλώς πρόσχημα, αλλά λόγος για πυρηνικά πλήγματα στην Ουκρανία», διακήρυξαν οι «Two Majors» στο Telegram, σε ένα κανάλι με πάνω από ένα εκατομμύριο συνδρομητές. «Μετά το μανιτάρι, μπορείτε να σκεφτείτε ποιος έκανε λάθη», πρόσθεσαν με κυνισμό, προμηνύοντας την αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων για την ταπείνωση της Ρωσίας. Ο γνωστός παρουσιαστής της κρατικής τηλεόρασης, Βλαντίμιρ Σολοβιόφ, πήγε ένα βήμα παραπέρα, καλώντας για επιθέσεις στο προεδρικό γραφείο του Κιέβου και πέρα από αυτό, χαρακτηρίζοντας την ουκρανική επίθεση «αιτία για πυρηνικό χτύπημα».
Η ρητορική της πυρηνικής κλιμάκωσης δεν είναι καινούργια. Οι σκληροπυρηνικοί της Μόσχας απειλούν συστηματικά με πυρηνικό όλεθρο, τόσο κατά της Ουκρανίας όσο και των δυτικών συμμάχων της. Ωστόσο, η πρόσφατη καταστροφή κρίσιμων στρατηγικών βομβαρδιστικών, που αποτελούν μέρος του πυρηνικού οπλοστασίου της Ρωσίας, έχει πυροδοτήσει νέες ανησυχίες. Το επικαιροποιημένο πυρηνικό δόγμα του Κρεμλίνου ορίζει ότι οποιαδήποτε επίθεση σε «κρίσιμες στρατιωτικές υποδομές» που διαταράσσει τις πυρηνικές δυνάμεις μπορεί να δικαιολογήσει πυρηνικά αντίποινα. Για πολλούς Ρώσους αναλυτές, η ουκρανική επιχείρηση διασχίζει αυτή την κόκκινη γραμμή, θέτοντας το Κρεμλίνο σε δίλημμα: να αποκαταστήσει την αποτρεπτική του ισχύ ή να διακινδυνεύσει περαιτέρω ταπείνωση.
Παρά τις πολεμοχαρείς κραυγές, η πιθανότητα πυρηνικής κλιμάκωσης παραμένει χαμηλή, αλλά όχι ανύπαρκτη. Μια τέτοια κίνηση θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τη Ρωσία, αποξενώνοντας βασικούς εμπορικούς εταίρους όπως η Κίνα και η Ινδία, ενώ θα προκαλούσε παγκόσμια κατακραυγή και πιθανή στρατιωτική αντίδραση. Ο Ρώσος πολιτικός αναλυτής Σεργκέι Μάρκοφ προειδοποίησε ότι η χρήση πυρηνικών όπλων θα οδηγούσε σε «πραγματική πολιτική απομόνωση». Ωστόσο, η πίεση στο Κρεμλίνο να απαντήσει αποφασιστικά είναι ασφυκτική, ιδιαίτερα μετά από μια σειρά ταπεινωτικών ουκρανικών επιθέσεων: από την κατάληψη εδάφους στο Κουρσκ πέρυσι μέχρι τις συνεχείς επιθέσεις σε ενεργειακές υποδομές και τη γέφυρα του Κερτς, που παραμένει αχίλλειος πτέρνα της ρωσικής υλικοτεχνικής υποστήριξης.
Πώς θα απαντήσει η Μόσχα; Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Ενέργειας, Βλαντίμιρ Μίλοφ, που πλέον ζει στο εξωτερικό, η πιο πιθανή αντίδραση είναι μια κλιμάκωση των συμβατικών επιθέσεων, με μαζικούς βομβαρδισμούς και επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε ουκρανικές πόλεις. «Η Ρωσία δεν έχει τη δυνατότητα για μαζική στρατιωτική επίθεση λόγω έλλειψης προσωπικού», δήλωσε, προσθέτοντας ότι η «βαρβαρότητα και η εκδίκηση» είναι πιο πιθανές από την πυρηνική επιλογή. Ωστόσο, ο ίδιος παραδέχεται ότι ο Πούτιν έχει αποδείξει επανειλημμένα την τάση του να καταφεύγει σε ακραίες μεθόδους.
Η Ουκρανία, με τις πρόσφατες επιτυχίες της, έχει πετύχει το αδιανόητο: να ταπεινώσει και να εξαγριώσει τη Ρωσία και να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Όμως, κάθε χτύπημα στη «ρωσική αρκούδα» ενέχει τον κίνδυνο μιας ανεξέλεγκτης αντίδρασης.
Ενώ το Κίεβο γιορτάζει τις νίκες του, ο κόσμος παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα, γνωρίζοντας ότι η επόμενη κίνηση της Μόσχας μπορεί να φέρει ανυπολόγιστες συνέπειες. Σε έναν πόλεμο γεμάτο απρόβλεπτες στροφές, η σκιά της πυρηνικής απειλής, όσο απίθανη κι αν φαίνεται, παραμένει ένας εφιάλτης που δεν μπορεί να αγνοηθεί.