Παρά τους τουρίστες, οι μόνιμοι κάτοικοι λιγοστεύουν: ο πληθυσμός έπεσε σε 1,57 εκατ. από 1,64 εκατ. πριν τρεις δεκαετίες, με τους μισούς να ζουν στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα. Τα κίνητρα που δίνονται είναι μεγάλα, αλλά φαίνεται να μην αποδίδουν.
Τα μικρά χωριά μαραζώνουν, καθώς οι γεννήσεις καταρρέουν και οι νέοι φεύγουν για δουλειές αλλού.
Όπως αναφέρει το Politico, η Ιταλία έχει από τα χαμηλότερα ποσοστά γονιμότητας στην ΕΕ (1,18 παιδιά/γυναίκα). Η Σαρδηνία έχει το χαμηλότερο ποσοστό στη χώρα, 0,91 — πολύ κάτω από το 2,1 που χρειάζεται για σταθερό πληθυσμό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μικρότερο χωριό, το Baradili (76 κάτοικοι). «Το τελευταίο παιδί γεννήθηκε πριν από δέκα χρόνια», λέει η δήμαρχος Μαρία Άννα Καμέντα. Το μονοθέσιο δημοτικό έκλεισε πριν 30 χρόνια· τα παιδιά μετακινούνται κυκλικά σε τρία γειτονικά χωριά με δωρεάν λεωφορείο. Λύκειο και νοσοκομείο απέχουν πάνω από 30 χλμ.
Κίνητρα… πολλών ταχυτήτων
Η Περιφέρεια ρίχνει χρήμα για να κρατήσει ζωντανή την ενδοχώρα:
έως €15.000 για αγορά/ανακαίνιση σπιτιού σε χωριά με λιγότερους από 3.000 κατοίκους,
έως €20.000 για ίδρυση μικρής επιχείρησης,
μηνιαίο επίδομα €600 για πρώτο παιδί και €400 για κάθε επόμενο μέχρι 5 ετών.
Κάποιοι δήμοι προσθέτουν έξτρα κίνητρα (π.χ. €10.000 στο Baradili), ενώ το Ollolai έγινε διάσημο για τα «σπίτια του 1 ευρώ». Παρ’ όλα αυτά, οι αφίξεις μεταναστών είναι λίγες: οι αλλοδαποί είναι μόλις 3,3% του πληθυσμού (εθνικός μ.ό. 8,9%).
Η πολιτική αντιπαράθεση
Το εθνικό στρατηγικό σχέδιο για τις «Εσωτερικές Περιοχές» παραδέχεται ότι ορισμένα μέρη ίσως δεν μπορούν να αντιστρέψουν την τάση αποψίλωσης και προτείνει «στοχευμένη υποστήριξη σε χρόνιο μαρασμό». Διατύπωση που προκάλεσε κατακραυγή (ακόμη και από 140 εκπροσώπους της Καθολικής Εκκλησίας) ως «σχέδιο ευπρεπούς θανάτου» των χωριών. «Απλώς γράφτηκε αυτό που γίνεται εδώ και δεκαετίες», απαντά νηφάλια η δήμαρχος του Baradili.
Οι «αντίστροφοι μετανάστες»
Κόντρα στο ρεύμα, λίγοι ξένοι κι επιστρέφοντες Σαρδηνοί δίνουν ανάσα:
Ο Ισπανός φωτογράφος Ίβο Ροβίρα «ερωτεύτηκε» την Armungia (<400 κάτοικοι), αγόρασε παλιό πέτρινο σπίτι, το ανακαίνισε και άνοιξε μικρό εστιατόριο.
Η Αυστραλή με ιταλικές ρίζες Μπιάνκα Φοντάνα εγκατέλειψε τις μητροπόλεις, αγόρασε σπίτι στη Nulvi (~2.500 κατ.) και μοιράζεται στο YouTube ανακαινίσεις, περιηγήσεις και τοπικό κρασί.
Ο Μαρτσέλο Κόντου γύρισε από Τορίνο–Βαρκελώνη–Αυστραλία στο χωριό Bidonì (120 κατ.) για να στήσει φυτικά τυριά: «Τα μικρά χωριά είναι ιδανικά για τεχνίτες και δημιουργούς: χρόνος, ανθρώπινη κλίμακα, αυθεντικές σχέσεις».
Παρά τα success stories, οι δυσκολίες είναι σκληρές: απομόνωση, ελλείψεις υπηρεσιών, ακριβές μετακινήσεις για προμήθειες/διανομές.
Η αγορά σπιτιού του ενός ευρώ συχνά σκοντάφτει σε υψηλά κόστη ανακαίνισης, με ορισμένους αγοραστές να τα ξαναπουλούν. Το Ollolai έχασε πληθυσμό από 1.300 (το 2016) σε 1.150, παρότι 100.000 άνθρωποι δήλωσαν ενδιαφέρον για τα σπίτια του ενός ευρώ.
Τι δουλεύει – και τι όχι
Όπως φαίνεται τα κίνητρα από μόνα τους δεν φτάνουν (ούτε στεγαστικά ούτε γεννητικά). Χρειάζονται δουλειές, υπηρεσίες, γρήγορο διαδίκτυο, σχολεία/υγεία σε λογική απόσταση, αξιόπιστες συγκοινωνίες.
Η στοχευμένη επιχειρηματικότητα (αγροδιατροφικό–χειροτεχνία–slow tourism–τηλε-εργασία) μπορεί να ριζώσει, αν στηριχθεί με μικροχρηματοδότηση και logistics. Κοινότητες που «κρατάνε ο ένας τον άλλον» είναι πλεονέκτημα: «Σε τόσο μικρό χωριό, αν δεν βοηθάμε, είμαστε χαμένοι», είπε γείτονας στον Ροβίρα.
Παρά την καθοδική καμπύλη, οι τοπικοί ηγέτες επιμένουν: «Η ενδοχώρα της Σαρδηνίας έχει περάσει πανώλες και πολέμους – και στάθηκε όρθια», λέει ο δήμαρχος του Ollolai. «Η ποιότητα ζωής είναι καλύτερη, και οι ωραιότερες παραλίες του κόσμου είναι μία ώρα μακριά. Τα όμορφα πράγματα δεν πεθαίνουν».