Τα ατελείωτα θαύματα της Μεγαλόχαρης, η θεραπεία των προσερχομένων αρρώστων η σωτηρία των επικαλουμένων την χάριν της, η παρηγορία κάθε απελπισμένου, η Θεϊκή Της φήμη με μια λέξη, ξεπέρασε τα σύνορα του Θέματος της Τραπεζουντος, ξαπλώθηκε σ’ όλη την Μικρά Ασία, και έγινε προσκύνημα ιερόν όχι μόνον όλων των Χριστιανών, αλλά και πολλών αλλοθρήσκων η Εικόνα Της, σύμφωνα με το pontosnews.gr.
Μαζύ με την φήμην, ηύξανον και τα αγαθά και ο πλούτος της Μονής που στάθηκε και η αιτία της πρώτης Της καταστροφής.
Σε μια επιδρομή από αλλοπίστους ληστάς, δεν έμεινε «λίθος επί λίθου».
Σκότωσαν τους μοναχούς, που βρέθηκαν στη Μονή και διήρπασαν τα πάντα μεταξύ των οποίων και την χρυσοποίκιλτη εικόνα της Παναγίας.
Κατά την διανομήν των λαφύρων, την Εικόνα της διεξεδικούσαν τρεις από τους ληστάς. Απεφάσισαν να την κομματιάσουν εις τρία, και να πάρη ο καθένας το μερίδιό του. Ο ένας τους δεν συνεφώνησε και αρνήθηκε την αναλογία του, από φόβο προς τα Θεία. Έτσι έμεινε ιδιοκτησία των δύο και ο ένας των σήκωσε τον πέλεκύν του και κατέφερε κτύπημα εις τον μέσον της Εικόνος. Με το χτύπημα εκείνο, σαν νάπεσε κεραυνός…
Άναψε όλο το δάσος και μαζί με τας χιλιάδας έλατα κάηκαν, και οι δύο ιερόσυλοι, χωρίς να πάθη τίποτε ο τρίτος, που είχε σεβασθή την Εικόνα, η οποία, όπως άλλοτε από τον Ναόν των «Θηβών», έτσι και αυτήν την φορά ξαναπέταξε και επέστρεψε στον βράχο, απ’ όπου την άρπαξαν, κατά τους μεν, κατ’ άλλους δε μετεφέρθη εις το σπήλαιόν Της, υπό του ευσεβούς ληστού.
Μια πραγματική βαθειά εντομή, που υπάρχει εις την Εικόνα της Παναγίας μέχρι σήμερον, αποδίδεται εις το τραύμα που προξένησε εις αυτήν ο πέλεκύς του ληστού.
Εις το σύγγραμμα του Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου ευρίσκεται το ακόλουθον δοξαστικόν, οφειλόμενον εις τον ίδιον, σχετικόν με το ως άνω περιστατικόν:
Ληστάς θέλοντας συντρίψαι Σην Εικόνα Αγνή, έκαυσας συν όρει τω
Καμμένα Εις των τριών δε μη καείς ξενοτρόπως, χαίρων μονάζει δοξάζων
Σε Παρθένε».
Η θέσις δε όπου έλαβε χώραν το περιστατικόν αυτό, ωνομάσθη Κεκαυμένα».
«Τα Καμμένα» ως ο ψαλμός αναφέρει, και όπως λέγονται μέχρι σήμερον, βρίσκονται εις το μεταίχμιο των βουνών της Κρώμνης και του δάσους της Χαντσούκας, δηλαδή της Παναγίας.
Πράγματι όπως είναι γνωστόν, εις όλους τους Κρωμναίους, η αποψιλωμένη εκείνη κορυφογραμμή, εν αντιθέσει προς το συνεχόμενο καταπράσινο παρχάρι της Κρώμνης το «Μετζίτ» και το παρακείμενο βαθύσκιο δάσος της Χαντσούκας, είναι μια περιγεγραμμένη έκτασις γριζόμαυρη, σκεπασμένη με μια υπόνοια χόρτου, που σου κάνει την εντύπωσι πως το κάψανε προ μερικών ημερών…
Ύστερα από μερικά χρόνια, η Μονή ξαναϊδρύθηκε, για να λεηλατηθή και καταστραφή και πάλιν σε βαθμό να μη μείνη ούτε ίχνος Της, ως την ημέρα που η Μεγαλόχαρη, έταξε τον αγράμματον χωρικόν Χριστόφορον από το χωρίον Γάζαρι να ξαναοικοδομήση τον Οίκον της. Αυτό έγινε το 644. Ο Καυσοκαλυβίτης αφηγείται διά μακρών το θαυμαστόν αυτό επεισόδειον.
Μετά την τελευταίαν αυτήν ανοικοδόμησιν, η Μονή και ο Ναός, ουδεμίαν άλλην καταστροφήν εγνώρισαν μέχρι της τελευταίας, που ήταν επακόλουθος της Γενικής Καταστροφής του Ελληνισμού του Πόντου και όλης της Τουρκίας…