Σε διάψευση των αναφορών περί παραβίασης του FIR Αθηνών προχώρησε η Τουρκία, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα είναι αυτή που κλιμακώνει την ένταση στο Αιγαίο. Σύμφωνα με την τουρκική πλευρά, το αεροσκάφος επιτήρησης που συμμετείχε στο περιστατικό ήταν άοπλο, ενώ η ελληνική αντίδραση χαρακτηρίζεται υπερβολική, καθώς εστάλησαν δύο οπλισμένα μαχητικά F-16.
Όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του ΣΚΑΪ στην Κωνσταντινούπολη, Μανώλης Κωστίδης, πηγές του τουρκικού Υπουργείου Άμυνας αναφέρουν ότι:
«Επί χρόνια, πτήσεις θαλάσσιας περιπολίας διεξάγονται από αεροσκάφη της Διοίκησης Ναυτικών Δυνάμεων της Τουρκίας στον διεθνή εναέριο χώρο του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου», στο πλαίσιο της καταπολέμησης της παράτυπης μετανάστευσης και της δημιουργίας ενός καθορισμένου θαλάσσιου τοπίου.
Οι πτήσεις αυτές, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, πραγματοποιούνται τόσο στο εθνικό πλαίσιο όσο και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Την ημέρα του επίμαχου περιστατικού, το τουρκικό αεροσκάφος θαλάσσιας περιπολίας τύπου P-72 επιχειρούσε ως πτήση του ΝΑΤΟ (Associated Support), με πλήρη γνώση τόσο του ΝΑΤΟ όσο και των ελληνικών αρχών.
Ωστόσο, η Τουρκία καταγγέλλει ότι η Ελλάδα αντέδρασε στέλνοντας δύο οπλισμένα αεροσκάφη F-16 από το αεροδρόμιο του Καστελίου στην Κρήτη, παρότι το τουρκικό αεροσκάφος ήταν άοπλο.
Πέραν της αντίδρασης αυτής, οι τουρκικές πηγές υποστηρίζουν ότι:
«Παραβιάστηκε η ασφάλεια πτήσης του άοπλου αεροσκάφους ναυτικής περιπολίας μας, θέτοντάς το σε επικίνδυνη κατάσταση».
Σύμφωνα με την Άγκυρα, το αεροσκάφος ταχείας αντίδρασης της Διοίκησης Πολεμικής Αεροπορίας της Τουρκίας διατήρησε την ψυχραιμία του και την απαραίτητη απόσταση μεταξύ των αεροσκαφών, ώστε να αποφευχθούν τυχόν απρόβλεπτα περιστατικά.
Μετά το περιστατικό, οι τουρκικές αρχές δηλώνουν ότι ενημερώθηκαν οι αρμόδιες αρχές του ΝΑΤΟ.
Το συμβάν, σύμφωνα με την τουρκική πλευρά, αποτελεί «νέο παράδειγμα των πρόσφατων αυξανόμενων βημάτων της Ελλάδας που αυξάνουν την ένταση, τόσο λεκτικά όσο και επί τόπου», και χαρακτηρίζεται ως αντίθετο με το γράμμα και το πνεύμα της Διακήρυξης των Αθηνών του 2023, η οποία είχε υπογραφεί μεταξύ των δύο χωρών.
Η Τουρκία καταλήγει τονίζοντας ότι:
«Ως Τουρκία, θα συνεχίσουμε τη συμφιλιωτική και εποικοδομητική μας προσέγγιση. Στόχος μας είναι να διατηρήσουμε το θετικό κλίμα στην περιοχή μας και θα θέλαμε να τονίσουμε ότι θα συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας προς αυτή την κατεύθυνση».