Απόψεις

Ανάγκη προσαρμογής της στρατηγικής μας στη νέου τύπου τουρκική απειλή

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, εφαρμόσθηκαν στην Τουρκία δύο προγράμματα αναδόμησης των ΤΕΔ, τα έτη 2004 και 2014 με ορίζοντα 10ετίας για το πρώτο και 15ετίας για το δεύτερο, ενώ αντίστοιχα προσαρμόσθηκαν και τα δόγματα και η στρατιωτική στρατηγική της Τουρκίας. Σε εφαρμογή αυτών, δρομολογήθηκαν σημαντικά προγράμματα εξοπλισμού των ΤΕΔ, τα οποία αποσκοπούσαν στην επιβολή της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο και στην αντιμετώπιση της ελληνικής πολεμικής μηχανής, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και χρονική διάρκεια σύγκρουσης, δηλαδή, θερμό επεισόδιο ή/και πολεμική γενικευμένη σύρραξη. Φυσικά αυτό αφορούσε και την ενίσχυση του τουρκικού 11ου Σώματος Στρατού στην Κύπρο, η αναβάθμιση της δύναμης του οποίου συνεχίζεται.

Ειδικά το τελευταίο έτος, η Τουρκία ανακοίνωσε τη δημιουργία νέων βάσεων και στρατιωτικών διοικήσεων, από τα Δαρδανέλια - βόρειο Αιγαίο μέχρι και το Χατάϊ στην ανατολική Μεσόγειο, αυξάνοντας τις επιχειρησιακές δυνατότητες των ΤΕΔ για επιθετική – αποβατική ενέργεια στην Ελληνική Θράκη, στα νησιά του Αιγαίο και στην Κύπρο, εστιάζοντας σε δυνατότητες άμεσου ολομέτωπου πλήγματος.

Την τελευταία πενταετία, η Τουρκία εισήγαγε τη χρήση των εξοπλισμένων Μη Επανδρωμένων Αεροχημάτων (ΜΕΑ) ως ρυθμιστικό παράγοντα έκβασης των επιχειρήσεων αφού προηγουμένως τα δοκίμασε στις επιχειρήσεις στη Συρία την περίοδο 2016-2019 αλλά και στο Ιράκ. Επιπρόσθετα, η Τουρκία άλλαξε τον ρου των επιχειρησιακών εξελίξεων στη Λιβύη αλλά και στο Αρτσάχ/Ναγκόρνο Καραμπάχ κάνοντας χρήση των εξοπλισμένων ΜΕΑ.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ρ.Τ. Ερντογάν καυχήθηκε στις 29 Μαΐου στην ομιλία του για την ημέρα επετείου αλώσεως της Κων/πολης λέγοντας ότι, «ο Μωάμεθ ο πορθητής άλλαξε τον ρου της ιστορίας αλλά η Τουρκία με την χρήση των εξοπλισμένων ΜΕΑ αλλάζει το δόγμα του πολέμου».

Η τελευταία σύγκρουση Ινδίας – Πακιστάν μας έδωσε ένα άλλο δείγμα του πολύ σημαντικού ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν οι μαζικές χρήσεις εξοπλισμένων ΜΕΑ στις συγκρούσεις οι οποίες επιδιώκουν ένα γρήγορο καθοριστικό πλήγμα, κάτι το οποίο παραπέμπει και στις τουρκικές επιδιώξεις στο Αιγαίο αλλά και στην Κύπρο.

Εξάλλου, η επιλογή του χρόνου και της γεωγραφικής έκτασης της σύγκρουσης ανήκει στη βούληση του επιτιθέμενου ενώ στον αμυνόμενο ανήκει η απόφαση της επιλογής της πιθανής διεύρυνσης του μετώπου αλλά και της διάρκειας της σύγκρουσης. Η Τουρκία ως επιτιθέμενη πλευρά, μας δείχνει σχεδόν καθημερινά ότι είναι έτοιμη για κάθε τύπο σύγκρουσης ακόμη και επιχειρήσεων με υβριδικά χαρακτηριστικά.

Όμως η ουκρανική επιχείρηση «Ιστός της Αράχνης» εναντίον της Ρωσίας, αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημασίας των εξοπλισμένων ΜΕΑ καθώς και των καμικάζι μίνι drone, προσδίδοντας και έναν υβριδικό χαρακτήρα σε μία ενδεχόμενη σύγκρουση.

Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στο γεωπολιτικό περίγυρο και οι ΤΕΔ έχουν προσαρμόσει τη χρήση των ΜΕΑ στα νέα στους δόγματα και στρατηγική – τακτική, εξοπλίζουν το στράτευμα με νέα οπλικά συστήματα και συνεχίζουν τη δημιουργία αεροπορικών και ναυτικών βάσεων στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, στην Ελλάδα αρκούμαστε στο κλισέ, «εμείς αγοράζουμε Rafale και Belharra», λες και αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να αναχαιτίσουμε την τουρκική επιθετικότητα. Πρόκειται για ένα επικίνδυνο στερεότυπο που εμφανίζεται στο δημόσιο λόγο, το οποίο όμως αποπροσανατολίζει από τον ουσιαστικό στόχο που θα έπρεπε να είναι η σωστή ανάλυση – εκτίμηση της νέας διάστασης της τουρκικής απειλής και η επικέντρωση στη στρατηγική - τακτική και στα μέσα για την αντιμετώπισή της.

Σε μία περίοδο όπου η Τουρκία πραγματοποιεί άλματα στην αμυντική βιομηχανία και ιδιαίτερα σε θέματα που έχουν σχέση με επιθετικές – αποβατικές επιχειρήσεις κατάληψης νησιών, ενώ παράλληλα ενισχύεται η γεωπολιτική της θέση και μάλιστα στους κόλπους της Δύσης, η οποία αποτελεί παραδοσιακό μας αντέρεισμα εναντίον της τουρκικής απειλής, εμείς αρκούμαστε σε κλισέ με σκοπό την ωραιοποίηση της κατάστασης.

Χωρίς να αμφισβητείται το γενναίο εξοπλιστικό μας πρόγραμμα το οποίο δρομολογήθηκε τα τελευταία χρόνια, απαιτείται ρεαλιστική προσέγγιση κοιτώντας την απειλή κατάματα, μέσα από επιτάχυνση των εξοπλιστικών μας προγραμμάτων, αύξηση του στελεχιακού δυναμικού των Ενόπλων μας Δυνάμεων με σκοπό την αντιμετώπιση της νέου τύπου τουρκικής απειλής η οποία εστιάζει σε μαζικό ολομέτωπο πλήγμα με υβριδικά χαρακτηριστικά. Επιπλέον, θα πρέπει να ενισχύσουμε τις συμμαχίες μας με χώρες, τα συμφέροντα και οι επιδιώξεις των οποίων συγκρούονται με τα φιλόδοξα οράματα του Ερντογάν. Οι σύμμαχοί μας επιθυμούν μία ισχυρή Ελλάδα η οποία επιδεικνύει βούληση να υπερασπιστεί την εθνική της κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα αλλά και τις διμερείς συμφωνίες.

Η Τουρκία παρά τις προσπάθειές της να βελτιώσει τις σχέσεις της με χώρες της περιοχής αλλά και της Δύσης και παρά τις ευνοϊκές συγκυρίες οι οποίες αποδίδονται στο σαφές ευδιάκριτο γεωπολιτικό της αποτύπωμα το οποίο της αποφέρει τη γεωπολιτική της αναβάθμιση, δεν θα αργήσει να εισπράξει την αποστροφή των ισχυρών δρώντων και άλλων δυνάμεων της περιοχής, λόγω της λαίμαργης και διεισδυτικής πολιτικής που ασκεί εις βάρος χωρών του στενότερου και του ευρύτερου γεωπολιτικού ορίζοντα.

  • Δημοσιεύεται στο «ΠΑΡΟΝ της Κυριακής»

Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης είναι απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottingham Trend University, Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ΔΠΘ, και υποψήφιος Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1995-1999, Ακόλουθος Άμυνας στην Ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα/παράλληλη διαπίστευση στο Μπακού την περίοδο 2013-2017. Είναι συνεργάτης του αμερικανικού Ινστιτούτου αναλύσεων, «Defense & Foreign Affairs». Αποστρατεύθηκε τον Μάρτιο / 2022.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ