Μανόλης Γλέζος
Ιστορία

Μανώλης Γλέζος και η άγνωστη επιστροφή του στην Ακρόπολη

Οταν στα τέλη της δεκαετίας του ‘30 ο φαλαγγάρχης της ΕΟΝ είχε μπροστά του τον έφηβο φαλαγγίτη Μανώλη Γλέζο, σίγουρα δεν φανταζόταν ότι εκπαιδεύει «τον πρώτο παρτιζάνο» κατά του φασισμού. Ελάχιστα χρόνια μετά, στις 31 Μαΐου 1941, ο πρώην υπάλληλος φαρμακείου και νυν φοιτητής της ΑΣΟΕΕ μαζί με τον φίλο και συμμαθητή του Απόστολο Σάντα κατεβάζουν τη γερμανική σημαία από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.

Χαράζει με την υπερβατική αυτή ενέργεια το πολιτικό περίγραμμα που θ’ ακολουθήσει πιστά μέχρι το πρόσφατο τέλος της ζωής του: παντοτινός αντάρτης, βαθιά πατριώτης, πολιτικά συμφιλιωτικός, κερδίζει με το πάθος του την τιμή των συναγωνιστών του και τον σεβασμό των πολιτικών του αντιπάλων,όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Μπορδοκάς.

Ζει έντονα και μαχητικά την πολιτική και προσωπική του ζωή εκτελώντας τις «εντολές» των μελλοθάνατων συγκρατουμένων του τις τρεις φορές που είναι υποψήφιος για εκτέλεση: «Εάν εσύ ζεις, μην με ξεχάσεις, εάν εσένα δεν σε βρει το βόλι, όταν συναντάς ανθρώπους στον δρόμο, θα λες καλημέρα και από μένα και όταν πίνεις κρασί, θα πίνεις κρασί και από μένα και όταν ακούς τον παφλασμό των κυμάτων, θα τον ακούς και για μένα και όταν ακούς τον άνεμο να περνάει μέσα από τα φύλλα, όταν ακούς το θρόισμα των φύλλων, θα τα ακούς και για μένα και όταν χορεύεις, θα χορεύεις και για μένα. Μπορώ να ξεχάσω;».

Συμμετέχει σε πολλούς σχηματισμούς της ευρύτερης Αριστεράς τα τελευταία 80 χρόνια (ΟΚΝΕ, ΕΑΜ ΝΕΩΝ, ΕΠΟΝ, ΚΚΕ, ΕΔΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ Εσωτερικού, Συνασπισμός, ΣΥΡΙΖΑ, Ενεργοί Πολίτες), αλλά στην πράξη διατηρεί δική του, αυτόνομη, υπερκομματική ταυτότητα. Εχει την τόλμη να διαφωνήσει με τις πιο σκληρές γραμμές των κομμάτων όπου συμμετέχει παραμένοντας όμως σταθερά ενωτικός.

Ενεργός σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες του τόπου, φυλακίζεται, βασανίζεται, εξορίζεται… Κοινοτάρχης στην πατρική του γη, την Απείρανθο, πρωτοπόρος στη μέχρι τέλους διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων, πηγαίνει πριν από λίγες ημέρες εκεί που πραγματικά ανήκει: στην αιωνιότητα.

Τις τελευταίες ημέρες γράφονται πολλά για τη ζωή και τη διαδρομή του Μανώλη Γλέζου. Εδώ θ’ ασχοληθούμε με ένα ελάχιστα γνωστό περιστατικό της αγωνιστικής του διαδρομής. Ο Μανώλης Γλέζος, επτά μόλις χρόνια από το κατέβασμα της ναζιστικής σημαίας, «επιστρέφει» στην Ακρόπολη, αυτή τη φορά για ν’ ανεβάσει κάτι άλλο… Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.

Τον Ιανουάριο του 1947, η Ελλάδα «καταφέρνει» να είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που, βγαίνοντας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μπαίνει σ’ έναν αιματηρό εμφύλιο που προκαλεί περισσότερες ανθρώπινες, πολιτικές και οικονομικές απώλειες απ’ όσες η παγκόσμια διαμάχη. Μόλις στις 27 του μήνα σχηματίζεται μια από τις πολλές κυβερνήσεις της περιόδου, αυτή του Δημητρίου Μαξίμου, που μένει στην ιστορία ως «Επτακέφαλος Κυβέρνησις», λόγω του ότι σχηματίζεται με τη συνεργασία 7 πολιτικών αρχηγών κοινοβουλευτικών κομμάτων, εκτός αυτού των Φιλελευθέρων.

Σε αυτό το παγωμένο κλίμα, οι Αθηναίοι, στις 30 Ιανουαρίου, υψώνουν μετά τις 21.15 το βλέμμα στον Ιερό Βράχο. Διαπιστώνουν έκπληκτοι ότι σε αυτόν κυριαρχεί φωτεινή επιγραφή με τις λέξεις: «Να φύγουν οι Αγγλοι». Οπως είναι κατανοητό, σε Αστυνομία και κυβέρνηση σημαίνει αμέσως συναγερμός. Η επιγραφή κατεβαίνει μέσα σε 45 λεπτά, έχοντας όμως επιτελέσει τον βασικό της στόχο: Να αποδείξει ότι οι δυνάμεις του ΕΑΜ είναι επιχειρησιακά δυνατές για προπαγανδιστικές ενέργειες σε στόχους με παγκόσμια και πανίσχυρη συμβολική σημασία, όπως η Ακρόπολη.

Οι κυβερνητικές εφημερίδες προσπαθούν να υποβαθμίσουν το γεγονός, τονίζοντας τη «βεβήλωση του ιστορικού χώρου». Αντίθετα, οι δύο εφημερίδες της Αριστεράς («Ελεύθερη Ελλάδα», «Ριζοσπάστης») μιλούν για «συμβολική ενέργεια», ενώ δημοσιεύουν άλλοτε ηρωικά και άλλοτε σατιρικά κείμενα για την πράξη. Ο «Ριζοσπάστης» των ημερών, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την πράξη, εντάσσει στην ενέργεια μέχρι και τα κλεμμένα από τους Βρετανούς Γλυπτά του Παρθενώνα: «Είναι μάλιστα βέβαιο ότι η Ακρόπολις ειδικά υπήρξε μετριοφρονεστάτη στην επιγραφή της. Γιατί θα είχε όλα τα δικαιώματα να συμπληρώσει την επιγραφή: Να φύγουν οι Αγγλοι και να επιστρέψει η Καρυάτις που τη σούφρωσε κάποιος Αγγλος λόρδος Ελγίνος»…

Βέβαια, οι εποχές δεν είναι πρόσφορες για αστεία και την επόμενη κιόλας ημέρα συλλαμβάνονται επτά άτομα για την ενέργεια. Στο «κόλπο» είναι τρεις φύλακες του χώρου, δυο ηλεκτρολόγοι και δυο άτομα που διατηρούν κατάστημα με ηλεκτρολογικά είδη, οι οποίοι μεταφέρουν τις μήκους δώδεκα μέτρων και ύψους ενός πινακίδες, με φορτηγάκι πέριξ του Ιερού Βράχου. Από εκεί τραβούν 400 μέτρα καλώδιο και με 110 ντουί και 135 λαμπτήρες των 25 βατ ανάβουν τη φωτεινή επιγραφή. Ολοι οι συλληφθέντες -κατά την Αστυνομία- είναι «σεσημασμένοι κομμουνιστές» και παραπέμπονται σε δίκη για παράβαση του ψηφίσματος περί μέτρων τάξης και για κλοπή ηλεκτρικού ρεύματος.

Το ζήτημα φαίνεται να παίρνει τον δρόμο της Δικαιοσύνης, όταν την 1η Φεβρουαρίου ο Μανώλης Γλέζος, με επιστολή του στην «Ελεύθερη Ελλάδα», αναλαμβάνει την ευθύνη της ενέργειας: «Για να σταματήσει κάθε θόρυβος γύρω από το ζήτημα της φωτεινής επιγραφής στην Ακρόπολη δηλώνω ότι εγώ έστησα τη φωτεινή επιγραφή συνεχίζοντας έτσι το έργο που άρχισα τον Μάιο του 1941 όταν κατέβασα από την Ακρόπολη τη χιτλερική σημαία, δηλαδή συνεχίζοντας τον αγώνα του Λαού μας ενάντια και στη δεύτερη κατοχή.

Περιττό να δηλώσω ότι και για το δεύτερο αυτό έγκλημα είμαι στη διάθεση της κυβερνήσεως και των διωκτικών αρχών». Tην ίδια μέρα στέλνει εξώδικη δήλωση στη… ΔΕΗ της εποχής, Πάουερ, στην οποία δηλώνει πρόθυμος να πληρώσει το ρεύμα που κατανάλωσε: «Δηλώ ημίν ότι την εσπέρα της 30ής Ιανουαρίου 1947 εγένετο παρ’ εμού παροχή ηλεκτρικού ρεύματος εις την φωτεινή πινακίδα, την οποίαν ετοποθέτησα εις την Ακρόπολι, εκ των πέριξ αυτής εναερίων καλωδίων. Οι χρησιμοποιηθέντες λαμπτήρες ήσαν περί των 120 και η διάρκεια της παροχής περί τα 45’ της ώρας. Βάσει των στοιχείων τούτων παρακαλώ όπως καταμετρήσετε το καταναλωθέν ηλεκτρικόν ρεύμα προς τον σκοπόν της παρ’ εμού αμέσου καταβολής του αντιτίμου».

Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη της ενέργειας, αλλά οι φυσικοί αυτουργοί της παραμένουν άγνωστοι. Δεν γνωρίζουμε αν ο Μανώλης Γλέζος συμμετέχει στο ανέβασμα της φωτεινής επιγραφής ή παίρνει πάνω του το βάρος της κατηγορίας για ν’ αποφύγουν τις συνέπειες κάποιοι σύντροφοί του, αλλά σίγουρα τελικά το καταφέρνει, αφού, κατόπιν εντολής του εισαγγελέα της εποχής, Πλαστήρα, οι συλληφθέντες αφήνονται ελεύθεροι. Οι αντιδράσεις που προκαλούνται από την απελευθέρωσή τους «υποχρεώνουν» τον τότε υπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Τσαλδάρη να διαψεύσει τις φήμες ότι αυτή οφείλεται σε διάβημα του Αγγλου πρέσβη στην Αθήνα, Νόρτον.

Ο «Ριζοσπάστης» των ημερών έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει κάνοντας χιούμορ για αντάρτες που έχουν εγκαταστήσει το αρχηγείο τους στον Παρθενώνα: «Πραγματικά την περασμένη Πέμπτη το βράδυ, όλη η Αθήνα και η Ελλάδα και τα Ηνωμένα Εθνη που φιλοξενούνται στο Ακροπόλ, έλαμψαν από μια φωτεινή επιγραφή που είχε τοποθετηθεί επί της Ακροπόλεως και έλεγε “Να φύγουν οι Aγγλοι”. Αυτό αρκούσε για να αρχίσουν οι κυβερνητικές δυνάμεις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στον Ιερό Βράχο! Η δε Αστυνομία εξέδωσε το κάτωθι ανακοινωθέν: “Οι συμμορίτες αποδεκατίσθησαν στην περιοχή του Iερού Bράχου, τραπέντες εις φυγήν προς τα βουλγαρικά σύνορα. Ημέτεραι δυνάμεις τούς κατεδίωξαν μέχρι το… Μοναστηράκι. Συνελήφθησαν τα ηλεκτρικά καλώδια τα οποία διοχέτευσαν ρεύμα προερχόμενον εκ του Μπουλκές. Η επιγραφή “Να φύγουν οι Aγγλοι” εξετελέσθη επιτόπου. Ευρέθη το πτώμα της συμμορίτισσας θεάς Αθηνάς, με καταφανή σλαβικά χαρακτηριστικά. Αι επιχειρήσεις συνεχίζονται».

ΕΜΜΕΤΡΗ ΚΟΝΤΡΑ

Το ποίημα του Γ. Γαβαλά για τον Μ. Γλέζο.

Το απόλυτο εμφυλιοπολεμικό κλίμα της περιόδου δεν επιτρέπει συγκλίσεις πουθενά, με αποτέλεσμα η κόντρα για τη φωτεινή επιγραφή να συνεχίζεται με έμμετρο τρόπο μέσα από τις στήλες των εφημερίδων. Ο ποιητής Γιώργος Γαβαλάς αφιερώνει στην ενέργεια του Γλέζου ένα ποίημα με το όνομά του:

Ελα από εδώ να δεις πώς έλαμψε η Ακρόπολη

εκείνο το συννεφιασμένο πρωί στα μάτια μας

πώς κοιταχτήκαμε με περηφάνια

πόσο σε ζηλέψαμε που μας πρόλαβες

Τότε σε γνωρίσαμε χωρίς να σ’ έχουμε δει ποτές, αδελφέ

ξέραμε πως στα μάτια σου έκρυβες δυο σπαθιές

ξέραμε ποιοι άνεμοι σου παίρναν τα μαλλιά

ξέραμε ποια πίκρα δάγκανε τα δόντια σου

και ποια χαρά συντρόφευε τον χτύπο της καρδιάς σου

-Ελληνα να σε πω. Ελληνα χίλιες φορές

κι ανέβηκες να στήσεις τούτη τη φορά

το σταυρό μας στην Ακρόπολη.

Ποιος είπε πως τα σβήσανε τα γράμματά σου;

Ποιος είπε πως δε διαβάζονται πια;

Γίνηκαν ένα με τα μάρμαρα, γίνηκαν ένα με τον ήλιο

να φεγγοβολούν τούτης της γης την ιστορία.

Εμμετρη «απάντηση» στο παραπάνω ποίημα, αλλά και σε αντίστοιχες εκθειαστικές δηλώσεις Βούλγαρου αξιωματούχου έρχεται λίγες ημέρες μετά, με την υπογραφή του «Αριστοφάνη»:

Φίλε κύριε Κουλίσεφ, «δημοκρατικέ» μας γείτονα

δεν μας δίνετε στ’ αλήθεια κάποια γνώμη σας σοφή;

Αν τυχόν οι αντίπαλοί σας και οι φίλοι και οι οδηγοί των

εκκρεμούσανε στη Σόφια, φωτεινή επιγραφή

Μια επιγραφή τόση:

-Να φύγουνε οι Ρώσοι!

Τι θα πάθαιναν στ’ αλήθεια όλοι οι άνθρωποι εκείνοι;

Και σκεφτείτε κάτι ακόμα:

Εάν έβγαινε ένα κόμμα που να πάρει την ευθύνη

τι θα πάθαινε το κόμμα;

Εύκολο είναι να μιλάτε πάντα μ’ ενθουσιασμό

δήθεν για «ελευθερίες» δημοκρατικών θεσμών.

Εύκολο είναι να μιλάτε

αλλά όχι σε μια χώρα εξυπνάδες να πουλάτε.

Όπου η ελευθερία είναι κι άλλη μια φορά

«απ’ τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά!»

 

(Από την Χρονομηχανή του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής)

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ