Οι νέες ρυθμίσεις, που έρχονται μετά την ψήφιση σχετικού νόμου (αρ. 216 του ν. 5222/2025), εξειδικεύονται με αποφάσεις του Διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή (Α. 1115/2025 και Α. 1118/2025), διευκολύνοντας τις διαδικασίες μεταβίβασης ακινήτων, ενώ παράλληλα διασφαλίζουν τα συμφέροντα του Δημοσίου.
Τα νέα μέτρα τροποποιούν τους όρους και τα ποσοστά παρακράτησης κατά την έκδοση αποδεικτικού (φορολογικής) ενημερότητας:
για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος,
από αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα (άρ. 49 του ν. 5104/2024 - ΚΦΔ),
νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας με ληξιπρόθεσμες οφειλές τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο.
Ειδικότερα προβλέπονται τα εξής:
Μηδενική παρακράτηση για ποσοστό συμμετοχής έως 5%
Με το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο, όταν ένα αλληλέγγυα ευθυνόμενο πρόσωπο αιτείται αποδεικτικό ενημερότητας, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας δεν λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο και πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
Το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος.
Το αλληλέγγυα ευθυνόμενο πρόσωπο δεν συμμετείχε, κατά τα δύο (2) τελευταία έτη της θητείας του, με ποσοστό άνω του 5% (ή 0,5% για εισηγμένες εταιρείες) στη μετοχική ή εταιρική σύνθεση του νομικού προσώπου (συνυπολογίζοντας και την τυχόν συμμετοχή του/της συζύγου/μέλους συμφώνου συμβίωσης ή συγγενών α' και β' βαθμού).
Μειωμένη παρακράτηση για ποσοστό συμμετοχής άνω του 5%
Σε περίπτωση που το ποσοστό συμμετοχής του αλληλέγγυα ευθυνόμενου προσώπου υπερβαίνει τα παραπάνω όρια (5% ή 0,5% για εισηγμένες εταιρείες), το ποσοστό παρακράτησης επί του αποδεικτικού ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου περιορίζεται στο 7% αντί του 70% ή 50% (για ρυθμισμένες οφειλές ή οφειλές σε αναστολή είσπραξης αντίστοιχα).
Η συγκεκριμένη μείωση παρέχεται υπό την προϋπόθεση ότι:
για το υπολειπόμενο ποσό των οφειλών, το αλληλέγγυα ευθυνόμενο πρόσωπο προσφέρει εγγύηση ή εμπράγματη ασφάλεια, όπως η εγγραφή υποθήκης σε ακίνητο ελεύθερο βαρών και
για τον υπολογισμό της εμπράγματης ασφάλειας λαμβάνεται υπόψη το ογδόντα τοις εκατό (80%) της αντικειμενικής αξίας του προσφερόμενου προς παροχή διασφάλισης ακινήτου.