Η Ελλάδα του 2024 μετατρέπεται σε έναν τουριστικό παράδεισο για τους ξένους, αλλά σε έναν εφιάλτη για τους Έλληνες, που βλέπουν την πρόσβαση σε βραχυχρόνιες μισθώσεις να γίνεται όνειρο απατηλό. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι αλλοδαποί μονοπώλησαν το 84,2% των ημερών μίσθωσης σε καταλύματα βραχυχρόνιας διαμονής πέρυσι, αφήνοντας τους Έλληνες να παλεύουν μάταια για μια θέση στον τόπο τους. Η εκρηκτική άνοδος της τουριστικής ζήτησης από το εξωτερικό, που τροφοδοτείται από ψηφιακές πλατφόρμες, έχει μετατρέψει τις ελληνικές πόλεις και νησιά σε προορισμούς αποκλειστικά για ξένους, ενώ οι ντόπιοι αποκλείονται από την αγορά, βυθίζοντας την κοινωνία σε μια νέα στεγαστική κρίση.
Μια αγορά για λίγους
Η ΕΛΣΤΑΤ αποκαλύπτει μια σκληρή αλήθεια: το 2024, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις κατέγραψαν 8,19 εκατομμύρια ημέρες μίσθωσης, αυξημένες κατά 14,4% σε σχέση με το 2023, με τις δηλώσεις μίσθωσης να φτάνουν τα 2,31 εκατομμύρια, ενισχυμένες κατά 20,6%.
Από αυτές, οι αλλοδαποί κατέλαβαν 6,9 εκατομμύρια ημέρες, σημειώνοντας αύξηση 15,4%, ενώ οι Έλληνες περιορίστηκαν σε μόλις 1,29 εκατομμύρια ημέρες, με μια μικρότερη αύξηση 9,4%. Η κυριαρχία των ξένων επισκεπτών είναι συντριπτική, με το 84,2% των διανυκτερεύσεων να τους ανήκει, αφήνοντας τους Έλληνες να ψάχνουν απεγνωσμένα για κατάλυμα στον ίδιο τους τον τόπο.
Η εποχικότητα της ζήτησης εντείνει το πρόβλημα, καθώς το 60,8% των μισθώσεων συγκεντρώνεται από Ιούνιο έως Οκτώβριο, με τον Αύγουστο να απορροφά το 18,8% του συνόλου. Οι Έλληνες, που συχνά αναζητούν βραχυχρόνιες διαμονές για καλοκαιρινές αποδράσεις ή επαγγελματικούς λόγους, βρίσκονται αντιμέτωποι με μια αγορά που τους σπρώχνει στο περιθώριο, καθώς τα καταλύματα γεμίζουν από ξένους τουρίστες που εκμεταλλεύονται το μοντέλο των city breaks και των σύντομων διακοπών.
Αττική, Κρήτη, Μακεδονία: Οι ξένοι παίρνουν τα πάντα
Η γεωγραφική κατανομή της ζήτησης αποκαλύπτει τη σκληρή πραγματικότητα. Η Αττική, με 2,95 εκατομμύρια ημέρες μίσθωσης (36% του συνόλου), παραμένει ο κυρίαρχος προορισμός, με αύξηση 14,4% σε σχέση με το 2023. Ακολουθούν η Κεντρική Μακεδονία με 1,17 εκατομμύρια ημέρες (αύξηση 19,5%) και η Κρήτη με 951 χιλιάδες (αύξηση 9,3%). Αυτές οι τρεις περιφέρειες συγκεντρώνουν σχεδόν το 60% της ζήτησης, με την Αττική να φιλοξενεί 59.793 καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, ακολουθούμενη από το Νότιο Αιγαίο και την Κεντρική Μακεδονία. Η εκτόξευση του αριθμού των καταλυμάτων, που έφτασε τις 207.572 μονάδες, δεν φέρνει ανακούφιση στους Έλληνες, καθώς η πλειονότητα εξυπηρετεί τη διεθνή ζήτηση, αφήνοντας ελάχιστες επιλογές για τους ντόπιους.
Η μέση διάρκεια μίσθωσης μειώθηκε ελαφρώς, από 3,7 ημέρες το 2023 σε 3,5 το 2024, αντικατοπτρίζοντας την τάση για σύντομες διαμονές που ευνοούν οι ξένοι τουρίστες. Οι Έλληνες, που συχνά αναζητούν καταλύματα για μεγαλύτερες περιόδους ή για πρακτικούς λόγους, βρίσκονται αποκλεισμένοι από αυτή την αγορά, καθώς οι ιδιοκτήτες προτιμούν την υψηλότερη κερδοφορία από τους αλλοδαπούς.
Η κυριαρχία των αλλοδαπών στις βραχυχρόνιες μισθώσεις δεν είναι απλώς στατιστικό δεδομένο – είναι μια κοινωνική κρίση που πλήττει τους Έλληνες, οι οποίοι βλέπουν τα σπίτια τους να μετατρέπονται σε τουριστικά καταλύματα, ενώ οι ίδιοι αγωνίζονται να βρουν προσιτή στέγη. Η ανάκαμψη του κλάδου μετά την πανδημία, αν και θετική για την οικονομία, έχει δημιουργήσει ένα αδιαπέραστο τείχος για τους ντόπιους, που δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τη διεθνή ζήτηση.
Η Ελλάδα, που κάποτε υποδεχόταν τους πολίτες της με ανοιχτές αγκάλες, έχει γίνει πλέον ένας προορισμός όπου οι Έλληνες αισθάνονται ξένοι στον ίδιο τους τον τόπο. Η ερώτηση που πλανάται είναι σπαρακτική: πώς θα συνεχίσουν οι Έλληνες να ζουν και να ονειρεύονται σε μια χώρα που φαίνεται να ανήκει πλέον μόνο στους επισκέπτες;