Οικονομία

Εθνική Τράπεζα: Πιθανές περαιτέρω αυξήσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα

Οι ενθαρρυντικές τάσεις στην ελληνική αγορά εργασίας δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για μια ευρύτερη προσαρμογή των μισθών του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα μετά από μια μακρά περίοδο συγκράτησης, εκτιμά η Εθνική Τράπεζα σε ανάλυσή της με τίτλο "Χτίζοντας άμυνες ενάντια στον πληθωρισμό".

Ειδικότερα, η ομάδα ανάλυση της τράπεζας θεωρεί ότι η ισχυρή αγορά εργασίας, η ταχεία ανάκαμψη του τουρισμού και η πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη, αμβλύνουν τις επιπτώσεις από την κλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων και τις αρνητικές επιπτώσεις που έχουν στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση των νοικοκυριών.

Αναφορικά με την ελληνική αγορά εργασίας, η έκθεση επισημαίνει ότι οι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές τάσεις που παρουσιάζει, τόσο με τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, όσο και με τις μισθολογικές εξελίξεις, αναμένεται να συμβάλουν στην αντιστάθμιση των πιέσεων του αυξανόμενου πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

Η ελληνική αγορά εργασίας ξεκίνησε με αυξανόμενη δυναμική το 2022, μετά από ένα ενθαρρυντικό 2021, όπου η απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,3% σε ετήσια βάση (+4,5% ετησίως το 2ο εξάμηνο του 2021), με το ποσοστό ανεργίας να υποχωρεί σε χαμηλό 11,5 ετών στο 12,8% το Δεκέμβριο του 2021.

Το 1ο τρίμηνο του 2022, η αύξηση της απασχόλησης εκτινάχθηκε στο 12,0% σε ετήσια βάση (ενισχυόμενη εν μέρει και από τη χαμηλότερη βάση σύγκρισης λόγω των περιορισμών της πανδημίας στις αρχές του 2021), ξεπερνώντας το προ-πανδημίας επίπεδο την ίδια περίοδο το 2019 κατά 9,6% (ή κατά 256 χιλιάδες εργαζόμενους).

Οι καθαρές ροές προσλήψεων μισθωτών (σύμφωνα με το Πληροφοριακό Σύστημα Εργάνη) αυξήθηκαν περαιτέρω σε 124 χιλ. τον Απρίλιο του 2022, σε σύγκριση με 33 χιλ. τον Απρίλιο του 2021, και αναμένεται να ενισχυθούν περισσότερο τους επόμενους μήνες, καθώς η τουριστική δραστηριότητα θα πλησιάζει τα προ-πανδημίας επίπεδα.

Με δεδομένη την αυξανόμενη πιθανότητα σύγκλισης της τουριστικής δραστηριότητας με το διαχρονικό υψηλό του 2019 (τουλάχιστον σε όρους εισπράξεων), θα μπορούσαν να προστεθούν περισσότερες από 60.000 θέσεις εργασίας – σε ετήσια βάση – συνεισφέροντας άμεσα περίπου 1,5 ποσοστιαία μονάδα στην ετήσια αύξηση της απασχόλησης το 2022.

Τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού για το 1ο τρίμηνο του 2022 έδειξαν ισχυρότερη από την αναμενόμενη δυναμική στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, η οποία συνεκτιμώντας και τις τάσεις που αποτυπώνονται στην Εργάνη, προβλέπεται ότι θα μεταφραστεί σε ετήσια αύξηση της απασχόλησης το 2022 της τάξης του 4,5%, με την ανεργία να μειώνεται κοντά στο 11,0% το Δεκέμβριο του 2022 (σημειώνεται ότι ο ενεργός πληθυσμός εμφανίζεται το δίμηνο Φεβρουάριου-Μαρτίου αυξημένος κατά 50,000 άτομα ή +1% περίπου σε σχέση με το προ-πανδημίας επίπεδό του).

Η ανωτέρω πρόβλεψη για την απασχόληση βασίζεται σε μάλλον συντηρητικές εκτιμήσεις σχετικά με τον ρυθμό προσλήψεων σε υπηρεσίες που σχετίζονται με τον τουρισμό το 2ο και 3ο τρίμηνο, καθώς και σε άλλους βασικούς τομείς όπως η μεταποίηση, το λιανικό εμπόριο, οι κατασκευές και οι μεταφορές που έχουν ήδη δείξει αυξημένη δυναμική το 2021 και εκτιμάται ότι επίσης θα ωφεληθούν από τις θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις του τουρισμού.

Αύξηση μισθών στον ιδιωτικό τομέα

Οι προαναφερθείσες εξελίξεις δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για μια ευρύτερη προσαρμογή των μισθών του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα, μετά από μια μακρά περίοδο συγκράτησης, εκτιμά η ομάδα ανάλυσης της ΕΤΕ.

Πιο συγκεκριμένα, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 9,7% ετησίως – στα €663 μηνιαίως τον Ιανουάριο του 2022 και στα €713 το Μάιο του 2022, έναντι €650 τον Δεκέμβριο του 2021.

Αυτή η προσαρμογή ακολουθεί παρόμοιες ανοδικές τάσεις και σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Οι εν λόγω τάσεις διατηρούν αλώβητα τα κέρδη, σε όρους ανταγωνιστικότητας κόστους, που σημειώθηκαν στην Ελλάδα κατά την προηγούμενη δεκαετία, όταν το συγκριτικό μοναδιαίο κόστος εργασίας ως προς την ευρωζώνη μειώθηκε κατά σχεδόν 20%, αντιστρέφοντας τις απώλειες της περιόδου 2000-2008.

Η ισχυρή ζήτηση, οι δυσκολίες εξεύρεσης στελεχών σε συγκεκριμένες θέσεις χαμηλής αλλά και υψηλής εξειδίκευσης, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη παραγωγικότητα και τα ανθεκτικά εταιρικά αποτελέσματα, ενθαρρύνουν τη σταδιακή προσαρμογή των μισθών και στην υπόλοιπη οικονομία.

Η αύξηση της μέσης αμοιβής εργασίας, σε ονομαστικούς όρους, αναμένεται να προσεγγίσει το 2,0-2,5% το 2022 και το 1,5% το 2023 Η εν λόγω αύξηση, σε συνδυασμό με εκτιμώμενη άνοδο της απασχόλησης κατά 4,5% το 2022 και 1,5% το 2023, εκτιμάται ότι οδηγούν σε ετήσια αύξηση της συνολικής αμοιβής εργασίας κατά σχεδόν 6,5% το 2022 και κατά 3,0% το 2023 (υποθέτοντας περίπου σταθερή απασχόληση και μισθούς στο δημόσιο τομέα).

Επιπλέον, άλλες πηγές μη μισθολογικού εισοδήματος των νοικοκυριών που ομαδοποιούνται στην κατηγορία "μικτό εισόδημα" αναμένεται, επίσης, να παρουσιάσουν ισχυρή αύξηση 10% το 2022 και 4,5% το 2023.

Ειδικότερα, το μικτό εισόδημα των νοικοκυριών, που περιλαμβάνει εισοδήματα από επιχειρηματικότητα και ελευθέρια επαγγέλματα, τα οποία δε μπορούν να χαρακτηρισθούν ως αμοιβή εργασίας, παρουσιάζει ιστορικά υψηλή συσχέτιση με τον πληθωρισμό και τον ονομαστικό κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων. 

Τέλος, έχει ενεργοποιηθεί πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών ύψους περίπου €2,2 δισ. (1,1% του ΑΕΠ ή 1,7% του διαθέσιμου εισοδήματός τους κατά το 2021) για να περιοριστεί ο αντίκτυπος του υψηλότερου ενεργειακού κόστους, ειδικά στα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα που υφίστανται τις μεγαλύτερες επιπτώσεις από το πληθωριστικό σοκ.

Συνδυαστικά, η στήριξη από τους ανωτέρω παράγοντες το 2022 προσεγγίζει το 9% του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά το 2021 και φαίνεται ικανή να αντισταθμίσει πλήρως την επιβάρυνση από τον πληθωρισμό σε ετήσια βάση (+8,5% to 2022).

Η ανθεκτική ζήτηση, η αυξημένη τιμολογιακή ισχύς και τα σημαντικά αποθέματα ρευστότητας θα αμβλύνουν την πίεση στις επιχειρήσεις από το αυξανόμενο κόστος παραγωγής. 

Οι παράγοντες που αντισταθμίζουν τις προκλήσεις

Ο επιχειρηματικός τομέας καλείται να ανταπεξέλθει στις πρωτοφανείς αυξήσεις στο κόστος παραγωγής, αλλά και σε ελλείψεις πρώτων υλών, ενώ υφίσταται έντονες – άμεσες και έμμεσες – επιδράσεις από τη διάχυση των ανατιμήσεων σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής και διανομής, τονίζει η έκθεση της Εθνικής.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΤΕ, που βασίζονται σε ιστορικά στοιχεία των καθαρών εισαγωγών προϊόντων για βιομηχανική χρήση και τις παρατηρούμενες τάσεις των τιμών εισαγωγών καθώς και της δαπάνης για ενεργειακά αγαθά στο 1ο τρίμηνο του 2022, η δυνητική ετήσια επιβάρυνση στην επιχειρηματική κερδοφορία από την επιδείνωση των όρων εμπορίου θα μπορούσε να φτάσει τα €7 δισ., σε ονομαστικούς όρους, ή το 3,6% του ΑΕΠ στο σύνολο του 2022.

Επιπλέον, η εκτιμώμενη προσαρμογή των μισθών θα μπορούσε να προσθέσει έως και €1,5 δισ. στο κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων. Η συνδυαστική επίδραση από τις ανατιμήσεις στις παραγωγικές εισροές και την αύξηση των μισθών εκτιμάται κοντά στα €8,5 δισ. ή 4,3% του ΑΕΠ (περίπου το ¼ της ακαθάριστης λειτουργικής κερδοφορίας των ελληνικών επιχειρήσεων το 2021, όπως προσεγγίζεται από το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικοί παράγοντες που μετριάζουν τον αντίκτυπο των παραπάνω εξελίξεων στις επιχειρηματικές επιδόσεις. Οι κυριότεροι είναι οι ακόλουθοι:

- Η ανθεκτικότητα της ζήτησης, που αντικατοπτρίζεται στην επιταχυνόμενη άνοδο του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων (αύξηση κατά €20,2 δισ., σε ετήσια βάση, το 1ο τρίμηνο του 2022, €16,8 δισ. υψηλότερα από τα προ-πανδημίας επίπεδά τους).

- Το ισχυρό ξεκίνημα της τουριστικής περιόδου και τα ολοένα και πιο ενθαρρυντικά σημάδια για τους επόμενους μήνες, με σημαντική πιθανότητα να καλυφθεί από φέτος η εναπομένουσα απόσταση €7 δισ. από την κορυφαία ιστορικά επίδοση κατά το 2019.

- Η ισχυρή ανάκαμψη της κερδοφορίας των επιχειρήσεων το 2021 σε υψηλό 10ετίας ύψους €32,2 δισ. (+€8 δισ. ετησίως), σε συνδυασμό με σημαντικά αποθέματα ρευστότητας (€42 δισ. το 1ο τρίμηνο του 2022, παραμένοντας κοντά σε ιστορικά υψηλά επίπεδα).

- Η αυξημένη τιμολογιακή ισχύς και η πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη στις επιχειρήσεις.

Συμπερασματικά, η ΕΤΕ εκτιμά ότι με δεδομένη την επίδραση των ανωτέρω σημαντικών αντισταθμιστικών παραγόντων, η ιδιωτική κατανάλωση θα παραμείνει σε θετική τροχιά παρά τη μεγάλη πληθωριστική επιβάρυνση, σημειώνοντας μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης περίπου 1,5-2,0% το 2022 και 2,8% το 2023 (σε σταθερές τιμές), υποστηρίζοντας την υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας σε σύγκριση με το μ.ο. της ευρωζώνης. 

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ρωσική τράπεζα και Πούτιν
Ρωσία 0

Έξω Φρενών οι Ρώσοι! Τούρκοι, Κινέζοι και Άραβες καθυστερούν ή ακυρώνουν τελείως τις πληρωμές ρωσικού πετρελαίου φοβούμενοι τις κυρώσεις των ΗΠΑ

«Η αμερικανική και ευρωπαϊκή πίεση δημιούργησε προβλήματα στις πληρωμένες μας» είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνο,...