Ο Ντόναλντ Τραμπ, Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο άρσης των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί σε βάρος του Ιράν, δηλώνοντας ότι είναι διατεθειμένος να το συζητήσει.
Σε δηλώσεις του προς δημοσιογράφους, στο περιθώριο δείπνου με ηγέτες χωρών της Κεντρικής Ασίας, ο Τραμπ ανέφερε ότι το Ιράν «έχει ζητήσει την άρση των κυρώσεων» και ότι η αμερικανική κυβέρνηση «εξετάζει το ζήτημα».
Τι δήλωσε ο Τραμπ
«Το Ιράν αντιμετωπίζει πολύ σκληρές αμερικανικές κυρώσεις και αυτό καθιστά δύσκολο για αυτούς να κάνουν ό,τι θα ήθελαν να κάνουν.
Είμαι ανοιχτός να το συζητήσουμε. Θα δούμε τι θα γίνει», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός Πρόεδρος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν αποκλείεται μια μερική αποκλιμάκωση.
Ο Τραμπ τόνισε ακόμη ότι το Ιράν “δεν είναι πια ο παλικαράς της Μέσης Ανατολής”, επαναλαμβάνοντας πως το πυρηνικό του πρόγραμμα “αφανίστηκε” μετά από στοχευμένα αμερικανικά πλήγματα σε τρεις εγκαταστάσεις της Ισλαμικής Δημοκρατίας τον περασμένο Ιούνιο.
Το ιστορικό των κυρώσεων
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιβάλει κυρώσεις στο Ιράν από το 1979, μετά την Ισλαμική Επανάσταση και την κατάληψη της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη.
Οι περιορισμοί περιλαμβάνουν εμπάργκο στις εμπορικές συναλλαγές, απαγόρευση τραπεζικών συνεργασιών και αποκλεισμό της χώρας από διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς.
Ο Τραμπ, από την επιστροφή του στην προεδρία τον Ιανουάριο του 2025, έχει ενισχύσει το καθεστώς των κυρώσεων, διατηρώντας αυστηρή στάση απέναντι στην Τεχεράνη, την ώρα που παράλληλα δηλώνει πρόθυμος για συζήτηση υπό νέους όρους.
Κατά την πρώτη του θητεία, είχε αποκηρύξει τη συμφωνία του 2015 (Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης – ΚΟΣΔ), που προέβλεπε περιορισμούς στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν με αντάλλαγμα την άρση των κυρώσεων.
Η στάση της Ουάσιγκτον
Η κυβέρνηση Τραμπ φαίνεται να εξετάζει τακτική ευελιξία χωρίς να αποσύρει την πολιτική πίεσης προς το Ιράν.
Αναλυτές θεωρούν ότι η τοποθέτηση αυτή εντάσσεται σε στρατηγικό σχεδιασμό για νέα διαπραγμάτευση, με στόχο την αποκατάσταση της αμερικανικής ισχύος στη Μέση Ανατολή.
Ωστόσο, η δήλωση προκάλεσε αντιδράσεις και ανησυχία στη Δύση, καθώς πολλοί βλέπουν πίσω από αυτή ένα διπλωματικό άνοιγμα που ενδέχεται να αλλάξει τις ισορροπίες στην περιοχή.