Μια ομάδα διακεκριμένων Εβραίων ηγετών και προσωπικοτήτων καλεί τους ηγέτες του κόσμου να καταστήσουν το Ισραήλ υπεύθυνο για όσα έκανε στη Γάζα και να χρησιμοποιήσουν την κατάπαυση του πυρός με τη Χαμάς ως σημείο καμπής προς μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη.
Σε ανοιχτή επιστολή με τίτλο «Οι Εβραίοι απαιτούν δράση» που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, ο πρώην πρόεδρος της Κνεσέτ και προσωρινός πρόεδρος του Ισραήλ Αβραάμ Μπουργκ, ο πρώην Ισραηλινός διαπραγματευτής Ντάνιελ Λέβι, η Καναδή συγγραφέας Ναόμι Κλάιν και ο συγγραφέας Πίτερ Μπεϊνάρτ, μαζί με τουλάχιστον 460 Εβραίους δημόσιους παράγοντες, ζητούν την επιβολή κυρώσεων στο Ισραήλ και την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου.
Η επιστολή, που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και στους ηγέτες των κρατών σε όλο τον κόσμο, αποτελεί την πρώτη συντονισμένη έκκληση αυτού του είδους από την έναρξη της εκεχειρίας στις 10 Οκτωβρίου.
«Με μεγάλη ανακούφιση χαιρετίζουμε την κατάπαυση του πυρός», αναφέρεται στην επιστολή. «Ωστόσο, δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή η κατάπαυση του πυρός είναι εύθραυστη: οι ισραηλινές δυνάμεις παραμένουν στη Γάζα, η συμφωνία δεν κάνει καμία αναφορά στη Δυτική Όχθη, οι υποκείμενες συνθήκες κατοχής, απαρτχάιντ και άρνησης των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων παραμένουν ανεπίλυτες».
Μεταξύ των υπογραφόντων περιλαμβάνονται καλλιτέχνες, συγγραφείς και ακτιβιστές, όπως οι ηθοποιοί Ilana Glazer, Hannah Einbinder και Wallace Shawn, οι βραβευμένοι με Όσκαρ σκηνοθέτες Jonathan Glazer και Yuval Avraham, οι κωμικοί Eric André και Leo Reich και ο βραβευμένος με Πούλιτζερ συγγραφέας Benjamin Moser.
Τι ζητούν με την επιστολή τους
Η επιστολή καλεί τους ηγέτες του κόσμου να υπερασπιστούν το διεθνές δίκαιο, να επιβάλουν κυρώσεις σε όσους είναι συνένοχοι σε εγκλήματα πολέμου, να διασφαλίσουν την παροχή βοήθειας στη Γάζα και να απορρίψουν τις ψευδείς κατηγορίες για αντισημιτισμό εναντίον υποστηρικτών της ειρήνης και της δικαιοσύνης.
«Η κατάπαυση του πυρός πρέπει να είναι η αρχή, όχι το τέλος. Ο κίνδυνος επιστροφής σε μια πολιτική πραγματικότητα αδιαφορίας για την κατοχή και τη μόνιμη σύγκρουση είναι πολύ μεγάλος. Η ίδια πίεση πρέπει να συνεχιστεί για να φέρει μια νέα εποχή ειρήνης και δικαιοσύνης για όλους – Παλαιστινίους και Ισραηλινούς», αναφέρει η επιστολή.
Σε τηλεφωνική συνέντευξη με την εφημερίδα Haaretz, ο Μπουργκ εξήγησε τα κίνητρά του για την πρωτοβουλία της επιστολής.
«Καθ’ όλη τη διάρκεια της σκοτεινής περιόδου στη Γάζα, δεν σταμάτησα ποτέ να γράφω και να υπερασπίζομαι τις αξίες μου. Από αυτό προέκυψε ένα έργο που υποστηρίζω ολόψυχα. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο υπαρξιακής ρήξης. Η χώρα μου βρίσκεται τώρα σε σύγκρουση με τις βαθύτερες ανθρώπινες και εβραϊκές αξίες μου. Μεταξύ ενός κρατικού μηχανισμού που έχει καταληφθεί και των ηθικών θεμελίων του λαού μου, η επιλογή είναι σαφής», δήλωσε.
Τον Αύγουστο, ο Μπουργκ κάλεσε τους Εβραίους σε όλο τον κόσμο να συμμετάσχουν σε μια συλλογική νομική καταγγελία στο Διεθνές Δικαστήριο, κατηγορώντας το Ισραήλ για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στη Γάζα, γράφοντας στο Substack του: «Χρειαζόμαστε ένα εκατομμύριο Εβραίους – λιγότερο από το 10% του παγκόσμιου εβραϊκού πληθυσμού – για να υποβάλουμε κοινή προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης».
«Συνειδητοποίησα ότι έκανα λάθος να πιστεύω ότι ήμασταν λίγοι. Χιλιάδες Εβραίοι σε όλο τον κόσμο περίμεναν αυτή τη φωνή. Αυτό που συμβαίνει στη Γάζα και στα κατεχόμενα εδάφη δεν είναι Ιουδαϊσμός – είναι μια φρικτή θρησκευτική και φανατική μετάλλαξη. Πρέπει να αντισταθούμε, να πούμε την αλήθεια στην εξουσία και να αρνηθούμε να σιωπήσουμε», πρόσθεσε.
Ο Λέβι, ένας από τους εμπνευστές της επιστολής, δήλωσε στην εφημερίδα Haaretz ότι η προσπάθεια αυτή δεν έχει ως στόχο να μειώσει τη σημασία των φρικαλεοτήτων της 7ης Οκτωβρίου. «Πρόκειται για το να δούμε τα πράγματα με σαφήνεια – όχι μόνο για το τι συνέβη μετά, αλλά και για το τι είχε παραμεληθεί για δεκαετίες: η άρνηση να ακολουθηθεί οποιαδήποτε πολιτική οδός για την αντιμετώπιση και την επίλυση της μόνιμης κατοχής. Αυτό δεν θα μπορούσε ποτέ να οδηγήσει σε ασφάλεια ή ευημερία», είπε.
Η πρωτοβουλία έχει ως στόχο να βρει άλλες εβραϊκές φωνές. «Και δεν είναι δύσκολο να τις βρεις», είπε. «Συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται. Πολλοί έχουν αηδιάσει βαθιά από ό,τι έχει γίνει στο όνομα της εβραϊκής κοινότητας, σαν να είναι αυτό που μάθαμε από την εβραϊκή ιστορία, σαν να είναι αυτό το προφανές πεπρωμένο μας».
Η επιστολή ακολουθεί μια πρόσφατη δημοσκόπηση της Washington Post που δείχνει έντονη αποδοκιμασία μεταξύ των Εβραίων Αμερικανών για τη συμπεριφορά του Ισραήλ στον πόλεμο, με το 61% να δηλώνει ότι το Ισραήλ έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου εναντίον των Παλαιστινίων στη Γάζα.
Παρά την κατάπαυση του πυρός, οι επιθέσεις του IDF στη νότια Γάζα έχουν σκοτώσει 44 άτομα από την Κυριακή, σύμφωνα με πηγές του νοσοκομείου.
«Νομίζω ότι θα δούμε περισσότερους ανθρώπους να μην είναι διατεθειμένοι να επιστρέψουν στην κανονικότητα μετά από αυτή την εύθραυστη εκεχειρία. Λένε όχι – αυτό πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να διεκδικήσουμε εκ νέου τα θεμέλια των αξιών μας. Διότι η απλή επιστροφή στο status quo της 6ης Οκτωβρίου θα οδηγήσει μόνο σε περισσότερη καταστροφή. Η πίεση λειτουργεί. Η λογοδοσία έχει σημασία. Δεν μπορούμε απλά να προχωρήσουμε σαν να μην συνέβη τίποτα», πρόσθεσε ο Μπουργκ.
«Σε όλη την ιστορία του εβραϊκού λαού, υπήρξαν στιγμές που η πλειοψηφία ακολούθησε τυφλά καταστροφικούς ηγέτες, και ήταν οι λίγοι που στάθηκαν εναντίον τους που διατήρησαν αυτή τη μεγάλη και ευγενή παράδοση. Έχει συμβεί στο παρελθόν, και είναι καθήκον μας να το κάνουμε ξανά», είπε.
«Η δίκαιη μειοψηφία πρέπει να προσφέρει μια σανίδα σωτηρίας στην παραπλανημένη πλειοψηφία. Να αντιταχθεί στις ιδεολογίες της εβραϊκής υπεροχής και στην ηγεσία ενός διεφθαρμένου πρωθυπουργού που μας θυσιάζει όλους στο βωμό των δικών του εγωιστικών συμφερόντων και της θανατηφόρας υπεροψίας του».
Η δημοσίευση της επιστολής συμπίπτει με τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες, όπου οι ηγέτες εξετάζουν την επιβολή κυρώσεων στο Ισραήλ, και με την επικείμενη απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου σχετικά με τις υποχρεώσεις του Ισραήλ στη Γάζα, τη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Συμπίπτει επίσης με την έναρξη των συνομιλιών για τη δεύτερη φάση του σχεδίου εκεχειρίας του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.