Οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς ζητούν να καταδικαστεί ο Diddy σε τουλάχιστον 11 χρόνια και τρεις μήνες φυλάκιση, μετά την καταδίκη του τον περασμένο Ιούλιο για δύο κατηγορίες που σχετίζονται με μεταφορά ανθρώπων με σκοπό την πορνεία. Το σχετικό υπόμνημα, 164 σελίδων, κατατέθηκε τη Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου σε δικαστήριο της Νέας Υόρκης, λίγες ημέρες πριν από την προγραμματισμένη ακρόαση της ποινής του, την Παρασκευή 3 Οκτωβρίου.
«Η τιμωρία για τα εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε πρέπει να λάβει υπόψη τον τρόπο με τον οποίο τα διέπραξε», αναφέρουν τα έγγραφα που επικαλείται το Rolling Stone. «Τα εγκλήματα αυτά είναι σοβαρά και έχουν δικαιολογήσει ποινές άνω των δέκα ετών σε πολλές περιπτώσεις κατηγορουμένων που, όπως ο Σον Κομπς, ενεπλάκησαν σε βία και έσπειραν τον φόβο».
Ο 55χρονος μουσικός παραγωγός κρίθηκε ένοχος για τις δύο κατηγορίες τον Ιούλιο, ύστερα από πολύμηνη δίκη που ξεκίνησε τον Μάιο. Αθωώθηκε, ωστόσο, για τρεις ακόμη κατηγορίες, μεταξύ των οποίων δύο για σεξουαλική διακίνηση και μία για συνωμοσία εκβιασμού.
Στο υπόμνημα των εισαγγελέων επισυνάφθηκε και τρισέλιδη επιστολή από την πρώην σύντροφό του, Κάσι, η οποία κάλεσε τον δικαστή Αρούν Σουμπραμανιάν να λάβει υπόψη τη μαρτυρία της στη δίκη. «Για τέσσερις ημέρες τον Μάιο, ενώ ήμουν έγκυος εννέα μηνών στον γιο μου, κατέθεσα μπροστά σε μια κατάμεστη αίθουσα για το πιο τραυματικό και τρομακτικό κεφάλαιο της ζωής μου», έγραψε. «Κατέθεσα ότι από τα δεκαεννέα μου χρόνια, ο Σον Κομπς χρησιμοποιούσε βία, απειλές, ουσίες και τον έλεγχο της καριέρας μου για να με παγιδεύσει σε περισσότερο από μια δεκαετία κακοποίησης. Με μύησε στο να εκτελώ επαναλαμβανόμενες σεξουαλικές πράξεις με πληρωμένους άνδρες εργαζόμενους του σεξ, σε πολυήμερα ‘freak offs’, που γίνονταν σχεδόν κάθε εβδομάδα».
Η Κάσι Βεντούρα, που είχε σχέση με τον Σον Κομπς από το 2007 έως το 2018, τον κατηγόρησε για σωματική και σεξουαλική κακοποίηση, υποστηρίζοντας ότι την εξανάγκασε να συμμετέχει σε σεξουαλικές δραστηριότητες με συνοδούς υπό την απειλή δημοσιοποίησης βίντεο που θα κατέστρεφαν τη φήμη της. «Έλεγχε κάθε πτυχή της ζωής μου», έγραψε, χαρακτηρίζοντάς τον «χειριστικό, βίαιο, κακοποιητικό και διακινητή».
Από την πλευρά τους, οι συνήγοροι υπεράσπισης του Σον Κομπς κατέθεσαν την προηγούμενη εβδομάδα δικό τους υπόμνημα, ζητώντας να επιβληθεί ποινή 14 μηνών φυλάκισης και στη συνέχεια επιτήρηση με υποχρεωτική απεξάρτηση και ψυχοθεραπεία. Υποστήριξαν ότι «η προτεινόμενη ποινή είναι η μόνη δίκαιη για τον κύριο Κομπς», καθώς οι κατευθυντήριες γραμμές για τα εγκλήματα στα οποία κρίθηκε ένοχος κυμαίνονται συνήθως από έξι έως δώδεκα μήνες.
Οι δικηγόροι σημείωσαν ότι έχει ήδη «τιμωρηθεί επαρκώς» έχοντας εκτίσει 13 μήνες στο Κέντρο Κράτησης Metropolitan του Μπρούκλιν, όπου κρατείται από τη σύλληψή του τον Σεπτέμβριο του 2024. Τόνισαν ακόμη ότι μέσα στη φυλακή «έγινε νηφάλιος για πρώτη φορά μετά από 25 χρόνια», δεν έχει δώσει αφορμές, ενώ έχει διαπιστώσει «πώς η σύλληψη και η καταδίκη κατέστρεψαν τη φήμη του και οδήγησαν σε σοβαρές συνέπειες για τις επιχειρήσεις του». Επίσης, επεσήμαναν ότι ο Σον Κομπς έχει «επτά παιδιά και μια ηλικιωμένη μητέρα που στηρίζονται σε αυτόν για φροντίδα και υποστήριξη».