Οι αντιφατικές τοποθετήσεις του Αμερικανού προέδρου αναδεικνύουν την αβεβαιότητα που καλύπτει, πλέον, τις διπλωματικές του προσπάθειες και την έλλειψη ουσιαστικής προόδου (αλλά και plan B) προς μια βιώσιμη λύση.
Τη Δευτέρα, ο πρόεδρος Τραμπ περηφανευόταν ότι οι διαμεσολαβητικές του προσπάθειες οδηγούσαν τον αιματηρό πόλεμο στην Ουκρανία κοντά στον τερματισμό του. Μέχρι την Πέμπτη, ωστόσο, η ρητορική του είχε αλλάξει ριζικά: σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υποστήριξε ότι το Κίεβο δεν έχει καμία ελπίδα να κερδίσει χωρίς να επιτεθεί στη ρωσική επικράτεια. «Είναι σαν μια ομάδα με εξαιρετική άμυνα, που όμως δεν της επιτρέπεται να παίξει επίθεση. Ενδιαφέροντα πράγματα έρχονται», έγραψε χαρακτηριστικά, κατηγορώντας τον Μπάιντεν πως είχε, ουσιαστικά, στερήσει από το Κίεβο αυτή τη δυνατότητα (της αντεπίθεσης).
Η μεταστροφή αυτή του Ρεπουμπλικανού προέδρου αποτύπωσε τη φθίνουσα αισιοδοξία γύρω από τις τελευταίες του πρωτοβουλίες (συνάντηση με Πούτιν στην Αλάσκα και με τους Ευρωπαίους στον Λευκό Οίκο). Οι αρχικές ελπίδες του Τραμπ για σύνοδο κορυφής με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν έχουν γίνει πράξη, ενώ ούτε το σενάριο για απευθείας συνάντηση Πούτιν-Ζελένσκι βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να υλοποιηθεί. Παράλληλα, η συζήτηση ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Ευρώπη για μια ειρηνευτική δύναμη στη μεταπολεμική Ουκρανία που θα απέτρεπε μελλοντικές ρωσικές επιθέσεις συνάντησε την άμεση απόρριψη της Μόσχας.
Αντιμέτωπος με τα ίδια ερωτήματα
Ο Αμερικανός πρόεδρος εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπος με τα ίδια ερωτήματα που τον ακολουθούν τους τελευταίους επτά μήνες: πόσο διατεθειμένος είναι να ασκήσει πίεση στον Πούτιν και μέχρι πού είναι διατεθειμένος να στηρίξει τον Ζελένσκι. Όπως σημείωσε ο πρώην αξιωματούχος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Τόμας Γκράχαμ, «είναι σαφές ότι δεν έχει πλήρη επίγνωση της πολυπλοκότητας των ζητημάτων και τείνει να υιοθετεί όσα λέει ο Πούτιν».
Η πραγματικότητα στο πεδίο παραμένει πολύ δύσκολη. Ο πόλεμος έχει μετατραπεί σε σύγκρουση φθοράς στην ανατολική και νότια Ουκρανία, με τη Ρωσία να κερδίζει μεν εδάφη, αλλά με βαρύ τίμημα. Η Ουκρανία, με περιορισμένα αποθέματα και προβλήματα σε έμψυχο δυναμικό, αναζητεί λύσεις μέσω ανάπτυξης νέων πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς και ενίσχυσης της ήδη ισχυρής βιομηχανίας drones.
Ωστόσο, το διπλωματικό αδιέξοδο παραμένει. Ο Τραμπ επιδιώκει μια γρήγορη συμφωνία, στηριζόμενος σε προσωπικές σχέσεις και αυτοσχεδιασμό, σε αντίθεση με τον μεθοδικό και ψυχρό τρόπο προσέγγισης του Πούτιν. Όπως παρατηρούν πρώην αξιωματούχοι, η ρωσική ηγεσία πιστεύει ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ της και δεν βιάζεται να διαπραγματευθεί.
Παρά τις δηλώσεις περί αποφασιστικής στάσης, οι κινήσεις του Τραμπ στο πεδίο παραμένουν περιορισμένες: δεν έχει εγκρίνει ακόμα την αποστολή πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς ούτε νέων αμερικανικών οπλικών συστημάτων, επιλέγοντας αντ’ αυτού να ενθαρρύνει την Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερο βάρος, ιδίως με συστήματα Patriot. Σε αυτό το πλαίσιο, μάλιστα, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ ανακοίνωσε αύξηση 10% στις τιμές των όπλων που αγοράζουν οι Ευρωπαίοι, με στόχο τη χρηματοδότηση αμερικανικής αεροπορικής κάλυψης για την ευρωπαϊκή δύναμη ασφαλείας.
Ανακοίνωσε δασμούς... για την Ινδία
Σε επίπεδο κυρώσεων, ο Τραμπ περιορίστηκε σε δασμούς κατά της Ινδίας για αγορές ρωσικού πετρελαίου, αφήνοντας αλώβητη την Κίνα, τον μεγαλύτερο ενεργειακό πελάτη της Μόσχας. Την ίδια στιγμή, κατηγορεί τους Ευρωπαίους εταίρους για τη συνέχιση εισαγωγών ρωσικού αργού.
Η ασάφεια αντικατοπτρίζεται και στις δηλώσεις του. Από τη μια, διαβεβαιώνει ότι οι αμερικανικές δυνάμεις δεν θα πατήσουν πόδι στο ουκρανικό έδαφος, παρά μόνο, ενδεχομένως, να στηρίξουν ευρωπαϊκές μονάδες κυρίως από αέρος. Από την άλλη, με δημόσιες τοποθετήσεις ενθαρρύνει το Κίεβο να εξαπολύσει επιθέσεις εντός Ρωσίας, παρά το γεγονός ότι πριν την επανεκλογή του είχε επιτεθεί στον Μπάιντεν για την αποστολή πυραύλων ATACMS στην Ουκρανία.
Αναλυτές όπως ο Αλεξάντερ Βέρσμποου (πρώην αναπληρωτής ΓΓ του NATO) εκτιμούν ότι με τις πρόσφατες δηλώσεις του ο Τραμπ προσπαθεί να ανακτήσει διαπραγματευτική ισχύ, αλλά χωρίς την απαραίτητη στρατιωτική υποστήριξη τα λόγια του έχουν περιορισμένη αξία. Η Φιόνα Χιλ, πρώην σύμβουλος για θέματα Ρωσίας στον Λευκό Οίκο, υπογράμμισε ότι η διαδικασία έχει οδηγηθεί σε σύγχυση, με τον Πούτιν να εκμεταλλεύεται την ασάφεια του Τραμπ.
Έτσι, παρά τις βαρύγδουπες εξαγγελίες, οι συνομιλίες παραμένουν στάσιμες και το γενικότερο κλίμα που έχει διαμορφωθεί αποτυπώνεται με σαφήνεια στη φράση του πρώην ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ, Κουρτ Βόλκερ: «Είμαστε στο ίδιο σημείο που ήμασταν πριν δύο εβδομάδες, πριν έξι μήνες. Δεν θα υπάρξει ποτέ συμφωνία. Ο Πούτιν δεν θα συναινέσει».