Πριν από 80 χρόνια, στις 6 Αυγούστου 1945, ένα αμερικανικό βομβαρδιστικό B-29 έριχνε στη Χιροσίμα, στη δυτική Ιαπωνία, την πρώτη ατομική βόμβα της ιστορίας. Τρεις ημέρες αργότερα, ο ίδιος εφιάλτης επαναλαμβανόταν στο Ναγκασάκι, περίπου 400 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Χιροσίμα.
Επετειακές εκδηλώσεις, στις οποίες θα εκπροσωπηθούν εκατό χώρες, πρόκειται να πραγματοποιηθούν αυτή την εβδομάδα στις δύο ιαπωνικές πόλεις.
Από τον Αύγουστο μέχρι το τέλος του 1945, αυτές οι δύο πυρηνικές βόμβες, οι μοναδικές που έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα σε καιρό πολέμου, στοίχισαν τη ζωή σε 140.000 ανθρώπους στη Χιροσίμα και σε 74.000 στο Ναγκασάκι.
Το πρώτο πράγμα που πολλοί κάτοικοι της Χιροσίμα είδαν το πρωί της 6ης Αυγούστου 1945 ήταν μια «έντονη πύρινη σφαίρα», σύμφωνα με τους όρους της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ).
Το εύρος της καταστροφής
Η βόμβα Α, με την ονομασία «Little Boy», η οποία εξερράγη σε ύψος περίπου 600 μέτρων πάνω από την πόλη, είχε ισχύ σχεδόν 15.000 τόνους TNT.
Αυτή που έπεσε στο Ναγκασάκι έφερε την ονομασία «Fat Man» και ήταν ακόμη ισχυρότερη, γύρω στους 21.000 τόνους TNT.
Η θερμοκρασία στο υπόκεντρο της βόμβας στη Χιροσίμα έφθασε τους 7.000 βαθμούς Κελσίου - ένας κλίβανος που προκάλεσε σοβαρά εγκαύματα, για πολλούς θανατηφόρα, σε ακτίνα περίπου 3 χιλιομέτρων.
Η έντονη λάμψη των εκρήξεων προκάλεσε επίσης προσωρινές τυφλώσεις και μόνιμα οφθαλμικά τραύματα, σύμφωνα με τη ΔΕΕΣ.
Η θερμική ακτινοβολία που ακολούθησε σε κλάσμα δευτερολέπτου μετά τις εκρήξεις, προκάλεσε πολυάριθμες πυρκαγιές που κατέστρεψαν πλήρως εκτάσεις τετραγωνικών χιλιομέτρων στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, όπου οι περισσότερες κατασκευές ήταν τότε ξύλινες.
Τα εγκαύματα και οι πυρκαγιές ήταν οι αιτίες περισσότερων από τους μισούς άμεσους θανάτους στη Χιροσίμα.
«Θυμάμαι απανθρακωμένα πτώματα μικρών παιδιών να κείτονται γύρω από το υπόκεντρο της έκρηξης σαν μαύροι βράχοι», λέει ο Κοΐτσι Ουάντα, που ήταν τότε 18 ετών και παρών στο Ναγκασάκι.
Πολλοί άνθρωποι σκοτώθηκαν επίσης ή τραυματίσθηκαν σοβαρά από ιπτάμενα συντρίμμια, άλλοι από την κατάρρευση κτιρίων ή αφού εκτινάχθηκαν στον αέρα.
Οι ατομικές εκρήξεις εξέπεμψαν επίσης ακτινοβολίες βλαβερές βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα: η «νόσος των ακτίνων» έπληξε πολλούς απ' αυτούς που επέζησαν των άμεσων καταστροφών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Σύνδρομα έκθεσης σε «οξεία ακτινοβολία» -εμετοί, πονοκέφαλοι, διάρροιες, αιμορραγίες, απώλεια μαλλιών- μπορούσαν να επιφέρουν το θάνατο σε μερικές εβδομάδες ή μήνες.
Και οι «χιμπακούσα» (οι επιζήσαντες της βόμβας στα ιαπωνικά) ήταν στο υπόλοιπο της ζωής τους εκτεθειμένοι σε αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν ορισμένους καρκίνους.
Από τους περίπου 50.000 ανθρώπους στις δύο πόλεις που είχαν δεχθεί ακτινοβολία και παρακολουθήθηκαν από το αμερικανοϊαπωνικό ερευνητικό ίδρυμα RERF (Radiation Effects Research Foundation), περίπου 100 πέθαναν από λευχαιμία και 850 από καρκίνους που συνδέονται με τις ακτινοβολίες.
Η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι ήταν η χαριστική βολή στην Ιαπωνία, η οποία συνθηκολόγησε στις 15 Αυγούστου 1945, βάζοντας έτσι τέλος στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όμως οι ιστορικοί συνεχίζουν να συζητούν το αν αυτή η διπλή πυρηνική επίθεση επέτρεψε πραγματικά να σωθούν περισσότερες ζωές επισπεύδοντας το τέλος της σύγκρουσης.
Ο γολγοθάς, τόσο σωματικός όσο και ψυχολογικός, πολλών χιμπακούσα διήρκεσε ολόκληρη τη ζωή τους. Πολλοί αποσιωπούσαν για καιρό τα βάσανά τους και υπέστησαν διακρίσεις, κυρίως όσον αφορά το γάμο.
Αυτό επειδή πολλοί Ιάπωνες πίστευαν αδίκως επί δεκαετίες ότι «η νόσος των ακτίνων» ήταν κληρονομική, ακόμα και μεταδοτική, και απέφευγαν έτσι να συναναστρέφονται τους χιμπακούσα.
Μετά τον πόλεμο, η ιαπωνική κυβέρνηση δημιούργησε ένα στάτους «επίσημου θύματος» των ατομικών βομβών, προσφέροντας δωρεάν φροντίδες. Όμως το δικαίωμα αυτό χορηγήθηκε μέσα σε περιοριστικές συνθήκες, με αποτέλεσμα να αποκλεισθούν χιλιάδες θύματα.
Οι επιζήσαντες
Χιμπακούσα έγιναν ένθερμοι υποστηρικτές των ειρηνιστικών και αντιπυρηνικών κινημάτων, ταξιδεύοντας σε ολόκληρο τον κόσμο για να καταθέσουν τις μαρτυρίες τους.
Μια κίνηση η οποία συνασπίζει τους επιζήσαντες που είχαν δεχθεί ακτινοβολία, η Nihon Hidankyo, η οποία καλεί τα κράτη να δράσουν για να εξαλειφθούν τα πυρηνικά όπλα, τιμήθηκε το 2024 με το Νόμπελ Ειρήνης.
Το 2019, ο πάπας Φραγκίσκος μετέβη στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι για να επαναλάβει το «όχι» στα πυρηνικά όπλα.
Το 2016, ο Μπαράκ Ομπάμα ήταν ο πρώτος εν ενεργεία αμερικανός πρόεδρος που επισκέφθηκε τη Χιροσίμα. Είχε κι αυτός ταχθεί τότε υπέρ ενός κόσμου χωρίς πυρηνικά όπλα, χωρίς ωστόσο να ζητήσει συγγνώμη εξ ονόματος των Ηνωμένων Πολιτειών για την ιαπωνική τραγωδία του Αυγούστου 1945.
Η Ρωσία, από την πλευρά της, είναι μία από τις περίπου 100 χώρες που αναμένεται να συμμετάσχουν στις φετινές επετειακές εκδηλώσεις στο Ναγκασάκι. Είναι η πρώτη φορά που η Μόσχα προσκαλείται σε επετειακές εδηλώσεις στην πόλη μετά την έναρξη του πολέμου με την Ουκρανία το Φεβρουάριο 2022.