Οι γιορτές των Χριστουγέννων φέρνουν μαζί τους οικογενειακά τραπέζια και ποτά, υπενθυμίζοντας σε κάθε οδηγό την αναγκαιότητα να γνωρίζει τα όρια κατανάλωσης αλκοόλ που προβλέπει ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ). Ακόμη και μια μικρή ποσότητα μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα οδήγησης και να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια οδηγού και επιβατών.
Ιδανικά, η οδήγηση μετά από κατανάλωση αλκοόλ θα πρέπει να αποφεύγεται εντελώς. Σε κάθε περίπτωση, ο ΚΟΚ ορίζει σαφή όρια: ο οδηγός θεωρείται υπό την επήρεια αλκοόλ όταν η συγκέντρωση στο αίμα φτάνει τα 0,50 g/l ή 0,25 mg/L στον εκπνεόμενο αέρα. Στην πράξη, η ένδειξη του αλκοτέστ δεν πρέπει να ξεπερνά τα 0,25 mg/L για να θεωρείται νόμιμη η οδήγηση.
Η επίδραση του αλκοόλ ποικίλλει ανάλογα με το φύλο, το βάρος, τη φυσική κατάσταση, το φαγητό και τον τύπο ποτού.
Για παράδειγμα, μια μπύρα ή ένα ποτήρι κρασί περιέχουν λιγότερο αλκοόλ από ουίσκι ή βότκα, αλλά η συνεχής κατανάλωση μπορεί γρήγορα να ξεπεράσει τα επιτρεπόμενα όρια.
Σε γενικές γραμμές, για έναν άνδρα 80 κιλών, το όριο των 0,25 mg/L αντιστοιχεί σε περίπου 2–3 τυπικά ποτά (μπύρα 330 ml, ποτήρι κρασί ή σφηνάκι). Για μια γυναίκα 65 κιλών, η ίδια συγκέντρωση αντιστοιχεί σε 1–2 ποτά. Ο χρόνος αποβολής του αλκοόλ από τον οργανισμό διαφέρει: ένα ποτήρι κρασί χρειάζεται περίπου 3,5 ώρες για έναν άνδρα, δύο ποτήρια έως 7 ώρες, ενώ τρία απαιτούν πάνω από 10 ώρες. Αντίστοιχα, ένα ποτήρι μπύρας χρειάζεται 2,5 ώρες και τρία περίπου 7,5 ώρες.
Οι κυρώσεις για οδήγηση υπό επήρεια αλκοόλ είναι αυστηρές και κλιμακωτές:
0,50–0,80 g/l αίματος ή 0,25–0,40 mg/L αέρα: πρόστιμο 350 ευρώ και αφαίρεση άδειας για 30 ημέρες.
0,80–1,10 g/l αίματος ή 0,40–0,60 mg/L αέρα: πρόστιμο 700 ευρώ και αφαίρεση διπλώματος για 90 ημέρες.
Άνω του 1,10 g/l αίματος ή 0,60 mg/L αέρα: φυλάκιση τουλάχιστον δύο μηνών, πρόστιμο 1.200 ευρώ, αφαίρεση διπλώματος για έξι μήνες και ακινητοποίηση οχήματος.
Σε περίπτωση υποτροπής εντός ενός έτους, τα πρόστιμα αυξάνονται στα 1.000–2.000 ευρώ και η αφαίρεση διπλώματος μπορεί να φτάσει έως και δύο χρόνια. Τρίτη παράβαση μέσα σε πέντε χρόνια οδηγεί σε αφαίρεση του διπλώματος για επτά χρόνια.