Κοινωνία

Δράμα: Παπάς δρούσε ως πληροφοριοδότης για ληστεία σε βάρος ηλικιωμένης - Η κατάθεση του θύματος

Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. Αυτό αποδεικνύεται και στη συγκεκριμένη υπόθεση, καθώς όπως αποδείχθηκε ένας ιερέας δρούσε ως πληροφοριοδότης μιας σπείρας κακοποιών. Μάλιστα, ο εν λόγω ιερέας φέρεται να ήταν πνευματικός της νύφης της ηλικιωμένης που κακοποιήθηκε και ληστεύτηκε άγρια μέσα στο σπίτι της στη Δράμα ενώ είχε το θράσος να την επισκεφθεί στο νοσοκομείο, την περίοδο που ο σύζυγός της ήταν βαριά άρρωστος και ετοιμοθάνατος, για να την «παρηγορήσει» και της χάρισε –για ευλογία– κόκκαλα που υποστήριζε ότι ανήκουν σε Άγιο.

Η υπόθεση αφορά την εισβολή σε κατοικία στο Περιθώρι Δράμας το 2019. Η ηλικιωμένη έζησε τη φρίκη δεμένη και φιμωμένη επί ώρες, ενώ οι δράστες ερευνούσαν κάθε γωνιά της οικίας για χρήματα και τιμαλφή. Αυτό που δεν γνώριζαν οι περισσότεροι, ούτε τότε ούτε για χρόνια μετά, ήταν ποιος το ξεκίνησε. Η πληροφορία που έβαλε μπρος το σχέδιο έφτασε στη συμμορία μέσω του «παπά».

Σύμφωνα με την έρευνα των Αρχών, αυτός ήταν που μετέφερε την κρίσιμη είδηση: πως στο σπίτι της γιαγιάς υπήρχε μια μικρή περιουσία κρυμμένη. Όπως προκύπτει από την προανάκριση, ο ίδιος φέρεται να είχε προσωπική εμπλοκή στη διακίνηση αυτής της πληροφορίας, που αποτέλεσε το έναυσμα για να κινηθεί η οργάνωση. Το σημαντικότερο όμως: ο εν λόγω ιερέας, που παρίστανε τον πνευματικό, δεν ήταν ένας άγνωστος στις Αρχές. Είχε στο παρελθόν απασχολήσει την ελληνική δικαιοσύνη και είχε σε βάρος του εντάλματα σύλληψης για υποθέσεις που σχετίζονται με το παραδικαστικό κύκλωμα.
 

Η νύχτα του εγκλήματος


Το σχέδιο της ληστείας ήταν λεπτομερές και καλά οργανωμένο. Η εγκληματική ομάδα είχε πραγματοποιήσει πέντε διαφορετικές μεταβάσεις στην περιοχή της Δράμας για κατόπτευση του χώρου. Περίμεναν τον «σωστό καιρό», δηλαδή βροχή και άστατες συνθήκες, ώστε οι ήχοι της εισβολής να καλύπτονται. Χρησιμοποίησαν τηλεφωνικές συνδέσεις ενεργοποιημένες σε στοιχεία τρίτων, άλλαζαν οχήματα και διαδρομές, προκειμένου να μην εντοπίζονται από τις αρχές.

Τη νύχτα της 9ης προς 10η Δεκεμβρίου 2019, με δύο οχήματα και έξι άτομα, πέρασαν στην πράξη. Δύο εξ αυτών εισήλθαν στην οικία και ακινητοποίησαν τη γυναίκα, η οποία αφέθηκε δεμένη επί ώρες. Η λεία; Μόλις 650 ευρώ. Τίποτα από τα όσα τους είχε «υποσχεθεί» ο πνευματικός – ούτε κοσμήματα, ούτε μετρητά, ούτε θυσαυροί. Το ποσό ήταν αστείο σε σχέση με το ρίσκο που είχαν πάρει.

Η απογοήτευση μετατράπηκε σε οργή. Σε συνομιλία που καταγράφηκε αμέσως μετά τη ληστεία, ένα από τα ηγετικά μέλη της ομάδας εμφανίζεται να λέει: «Δεν βρήκαμε τίποτα… γιατί ήμασταν έξι άτομα», αφήνοντας σαφή αιχμή κατά του παπά, του ανθρώπου που τους οδήγησε σε αυτή την ενέργεια με φρούδες ελπίδες για πλούτο. Τον ήθελαν συνυπεύθυνο. Του είχαν υποσχεθεί και μερίδιο, ως ανταμοιβή για την πληροφορία. Τελικά, αντί για λάφυρα, πήραν απογοήτευση – και πλέον, αστυνομικές διώξεις.

Χρειάστηκαν έξι ολόκληρα χρόνια για να αποκαλυφθεί το εύρος της υπόθεσης. Η υπόθεση ξεμπλέχτηκε κόμπο τον κόμπο, μέσα από επισυνδέσεις, διασταυρώσεις τηλεφωνικών δεδομένων και επιμονή από τις διωκτικές αρχές. Το όνομα του συγκεκριμένου παπά δεν προέκυψε αμέσως. Χρειάστηκε να εντοπιστεί δεύτερη τηλεφωνική του σύνδεση που δεν ήταν στο όνομά του, αλλά χρησιμοποιούσε σταθερά. Με αυτήν επικοινωνούσε με τα βασικά πρόσωπα της συμμορίας, αλλά και με τη γυναίκα απ’ την οποία είχε εκμαιεύσει την πληροφορία.

Το εύρος της εμπλοκής του καταδεικνύει ότι δεν πρόκειται για κάποιον αφελή άνθρωπο που «παρεξήγησε» μια φράση ή μετέφερε άθελά του κάτι που άκουσε. Αντίθετα, λειτούργησε όπως ένας πληροφοριοδότης του κοινού ποινικού. Έδωσε «στόχο», ζήτησε ποσοστό, εξαφανίστηκε όταν έγινε το χτύπημα.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ένας άνθρωπος που φορά ράσο εκθέτει την ιδιότητά του. Αλλά είναι ελάχιστες οι φορές που αυτό συμβαίνει με τέτοια ωμότητα. Ο συγκεκριμένος δεν έπεσε σε αμαρτία – συμμετείχε σε οργάνωση εγκλήματος, χρησιμοποιώντας τη θέση του για να διεισδύσει σε σπίτια, σε ψυχές και σε οικογένειες, και τελικά να τις προδώσει. Όχι μόνο τον Θεό δεν φοβήθηκε, αλλά ούτε και τον νόμο. Η συνήγορος υπεράσπισης δύο εκ των κατηγορουμένων, Ανθούλα Ανάσογλου, δήλωσε στο prototheme.gr: «Η υπόθεση έχει πολλές σκοτεινές πλευρές που πρέπει να ερευνηθούν ενδελεχώς, όχι μόνο ως προς τη συμμετοχή των εμπλεκομένων, αλλά και ως προς τη διαδικασία απόδοσης ρόλων. Ο σεβασμός στο τεκμήριο αθωότητας και η διασταύρωση κάθε επιμέρους πληροφορίας είναι απαραίτητα, ειδικά σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση. Είμαστε σε θέση να αποδείξουμε ότι οι εντολείς μου δεν είχαν τον ρόλο που τους αποδίδεται»
 

Η οργή των δραστών

Η απογοήτευση από την «επένδυση» στη λανθασμένη πληροφορία του παπά δεν έμεινε μόνο στους ψιθύρους μεταξύ των δραστών. Καταγράφηκε ξεκάθαρα και ωμά σε τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ δύο βασικών εμπλεκομένων, λίγες ώρες μετά τη ληστεία.

Ήταν 12 Δεκεμβρίου 2019, ώρα 01:35. Ο ένας καλεί τον άλλον επιτακτικά: «Θέλω λίγο να μου βρεις τον παπά, φίλε. Γιατί εμείς την κάναμε τη δουλειά, αδελφέ, κι άμα σε πω τι βρήκαμε, θα πάθεις πολύ μεγάλη ζημιά, να ξέρεις». Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η οργή του ξεσπά ανεξέλεγκτα: «Άμα σε πω τι βρήκαμε, θα πας να τον καθαρίσεις μόνος σου… γιατί ήμασταν έξι άτομα, κατάλαβες; Και πάω εκεί φίλε και βρήκα οχτώ κατοστάρικα. Και όλο το σπίτι έγινε που…να, όχι που…να, κατάλαβες τώρα τι έγινε εκεί μέσα;».

Ο συνομιλητής του επιχειρεί να κρατήσει χαμηλούς τόνους, εξηγώντας πως βρίσκεται εκτός πόλης, στην Κομοτηνή, και δεν μπορεί να ανταποκριθεί άμεσα. Δεν έχει σημασία. Ο πρώτος συνεχίζει: «Οπωσδήποτε αυτός χρωστάει πολλά λεφτά τώρα, να ξέρεις. Πάρε με αύριο, οπωσδήποτε να βρεθούμε. Να μου τον βρεις».

Η συνομιλία αυτή, που αποκαλύφθηκε μέσα από την ενδελεχή επεξεργασία των καταγεγραμμένων επικοινωνιών της ομάδας, φωτίζει πλήρως το ψυχολογικό υπόβαθρο της συμμορίας μετά την «αποτυχία». Η λεία των μόλις 650 ευρω, που μοιράστηκε σε έξι άτομα, ήταν κάτι παραπάνω από απογοητευτική – ήταν εξευτελιστική. Και το χειρότερο: είχαν πιστέψει πραγματικά πως στο σπίτι της ηλικιωμένης υπήρχε «θησαυρός». Το είχαν σχεδιάσει, είχαν δαπανήσει χρήματα για καύσιμα, ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα, προμήθειες, χρόνο και κινδύνους. Και το έκαναν βασιζόμενοι σε έναν άνθρωπο που τους είχε παρουσιαστεί ως «άνθρωπος του Θεού», ως πνευματικός καθοδηγητής.

Ο ίδιος αυτός, φέρεται να είχε εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη της οικογένειας, να μιλούσε για ευλογίες και κόκκαλα Αγίων, και την ίδια στιγμή να μοίραζε πληροφορίες σε κακοποιούς σαν να μοίραζε αντίδωρο. Μάλιστα, στην ίδια συνομιλία, αναφέρεται και η πρόθεση να δοθεί «ποσοστό» σε άλλον συνεργό, μόνο εφόσον η ληστεία είχε αποφέρει αυτά που τους είχαν τάξει: «Μην του πεις τίποτα. Μόλις πάρουμε τα πράγματα, πάμε να του τα δώσουμε του παιδιού. Κατάλαβες;» λέει χαρακτηριστικά ο δράστης, αποκαλύπτοντας πως η εντολή ήταν να αποκρυφτεί η επιχείρηση από τον ενδιάμεσο σύνδεσμο, μέχρι να φανεί το «κέρδος».

Η απόλυτη διάψευση των προσδοκιών όμως φέρνει ένα εντελώς αντίστροφο αποτέλεσμα: τη στοχοποίηση του ίδιου του πληροφοριοδότη. Έναν πληροφοριοδότη που φορούσε ράσα. Και που πλέον, σύμφωνα με τις αρχές, φέρει σοβαρές ευθύνες όχι μόνο για τη διαρροή, αλλά και για τη γενεσιουργό αιτία ενός εγκλήματος.
 

Η κατάθεση του θύματος – «Δώσε τα λεφτά σου»

Το βράδυ εκείνο, λίγο πριν τις 22:00, η ηλικιωμένη γυναίκα ετοιμαζόταν να ξαπλώσει στο καθιστικό, όταν είδε μπροστά της έναν άνδρα ντυμένο στα μαύρα, με κουκούλα και γάντια, να την απειλεί με μαχαίρι που είχε πάρει από την κουζίνα της. «Δώσε τα λεφτά σου», της είπε.

Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, μπήκε στο δωμάτιο και δεύτερος άνδρας, ντυμένος παρόμοια, πιο επιθετικός, ο οποίος της είπε: «Εσύ είσαι ο προύχοντας του χωριού. Πού έχεις τις λίρες;».Της έδεσαν τα χέρια με μονωτική ταινία, την κάθισαν σε μια καρέκλα και άρχισαν να ψάχνουν το σπίτι. Από τον καναπέ, βρήκαν περίπου 450 ευρώ – τη σύνταξή της, μέσα στο γιλέκο της. Ακολούθως, εντόπισαν ακόμη 200 ευρώ σε δύο χαρτονομίσματα των 100, που προορίζονταν για τα εγγόνια της. Δεν αρκέστηκαν στα χρήματα. Άρπαξαν κι ένα χρυσό ανδρικό δαχτυλίδι με κόκκινη πέτρα, οικογενειακό ενθύμιο του συζύγου της.

Ο ένας από τους δύο απαίτησε επίμονα τα κλειδιά του επάνω ορόφου. Εκείνη αρνήθηκε αρχικά, αλλά τελικά του τα παρέδωσε φοβισμένη. Εκείνος ανέβηκε μόνος του, ενώ η γυναίκα παρέμεινε δεμένη με τον συνεργό του, ο οποίος – όπως αναφέρει – «σε κάποια στιγμή έδειξε να με λυπάται» και της έδωσε λίγο νερό με ένα μπρίκι.

Όταν ο δεύτερος δράστης επέστρεψε, της έκλεισαν το στόμα με ταινία, ενίσχυσαν τα δεσμά στα χέρια και στα πόδια και την άφησαν δεμένη, πριν εξαφανιστούν. Μετά από λίγη ώρα, εκείνη κατάφερε να συρθεί με την καρέκλα ως την κουζίνα, να φτάσει ένα μαχαίρι και να κόψει την ταινία. Βγήκε από το σπίτι και χτύπησε το παράθυρο του γείτονα για να ζητήσει βοήθεια.

Όπως είπε στους αστυνομικούς, αναγνώρισε πως ο ένας από τους δύο ήταν υποτακτικός στον άλλο και υπάκουε στις εντολές του. Περιέγραψε και τα φυσικά χαρακτηριστικά τους: και οι δύο είχαν κοντά μαλλιά, με τον έναν να φαίνεται ότι είχε και σγουρή κόμη.

Το σπίτι στον επάνω όροφο δεν φαίνεται να λεηλατήθηκε, ωστόσο η εμπειρία που έζησε η ηλικιωμένη γυναίκα άφησε πίσω της κάτι πολύ πιο βαθύ από υλική ζημιά. Και όλα αυτά, για 650 ευρώ και ένα δαχτυλίδι από μια πληροφορία που είχε δώσει ο πνευματικός της νύφης της σε συμμορία αδίστακτων ληστών.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ