Κοινωνία
Ενημερώθηκε στις:

Ιντεάλ: Από τις δύο καταστροφικές πυρκαγιές μέχρι τη χθεσινή κατάρρευση τμήματος της οροφής (βίντεο)

Αποτελεί έναν από τους παλαιότερους και πλέον δημοφιλείς κινηματογράφους της Αθήνα που έχει γράψει μεγάλη ιστορία στον χώρο του θεάματος, έχει δεχτεί όμως και πολλά δυνατά πλήγματα. Ο λόγος για το «Ιντεάλ», το διαχρονικό κινηματογραφικό στέκι της οδού Πανεπιστημίου, στις σελίδες της λαμπρής ιστορίας του οποίου γράφτηκε χθες ένα ακόμη δυσάρεστο όσο και απίστευτο περιστατικό.



Ήταν περίπου 12.30 το μεσημέρι όταν οι δημοσιογράφοι που περίμεναν να ξεκινήσει η προγραμματισμένη πρωινή προβολή, άκουσαν έναν εκκωφαντικό θόρυβο για να διαπιστώσουν, αμέσως μετά, έντρομοι, πως είχε καταρρεύσει ένα τμήμα της οροφής. Ευτυχώς, η πτώση, η οποία αποδίδεται σε κατάρρευση μέρους του διπλανού εγκαταλελειμμένου κτιρίου, έγινε στο σημείο όπου εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε κάποιο άτομο.

 

Ο κινηματογράφος «Ιντεάλ» αποτελεί ιδιοκτησία του ΕΦΚΑ ενώ τη διαχείρισή του έχει αναλάβει, εδώ και δεκαετίες, η εταιρεία του Αλέξανδρου Σπέντζου, γιου του σκηνοθέτη, παραγωγού και διανομέα ταινιών που ίδρυσε την Spentzos Film, Χρήστου Σπέντζου. Τα τελευταία χρόνια η ιστορική αίθουσα αλλά και το εμβληματικό κτίριο που την φιλοξενεί μοιάζουν εγκαταλελειμμένα. Τίποτα δεν θυμίζει πλέον τις παλιές δόξες, τότε που οι η αφρόκρεμα της Αθήνας έσπευδε να παρακολουθήσει τις ταινίες που προβάλλονταν στην μεγαλύτερη οθόνη που είχε έρθει ποτέ στην Ελλάδα, με τον πρωτόγνωρο, τότε, για τη χώρα ήχο Dolby Stereo, στα αναπαυτικά, επίσηςνεόφερτα, γαλλικού τύπου καθίσματα.

Η μεγάλη ιστορία του Ιντεάλ

Το «Ιντεάλ» άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες του το 1921, ως κινηματοθέατρο, στο εμβληματικό κτίριο της οδού Πανεπιστημίου που οικοδομήθηκε την δεκαετία του 1880 και ανήκε στο σύμπλεγμα των τεσσάρων κατοικιών που ανήγειρε ο Ερρίκος Σλήμαν και σχεδιάστηκε από τον σπουδαίο Γερμανό αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ. Μετά τον θάνατο του Σλήμαν το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία της κόρης του και το 1939 μεταβιβάστηκε στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού της Εθνικής Κτηματικής και της Τράπεζας της Ελλάδος.

Πρόκειται για τον παλαιότερο αυτήν τη στιγμή εν λειτουργία κινηματογράφο της Αθήνας, με το όνομά του («Ιδεώδες») να ανταποκρίνεται ανέκαθεν στη μεγαλοπρέπειά του. Ξεκίνησε το 1921 ως «Σαλόν Ιντεάλ» και μέσα στα χρόνια του ευτύχησε όχι μόνο να φιλοξενήσει μεγάλες ταινίες, αλλά και σπουδαίες παραστάσεις. Με μεγαλοπρεπή αίθουσα που προκαλεί ακόμα και στις ημέρες μας δέος, το «Ιντεάλ» είχε αρχικά 2.000 θέσεις, μοιρασμένες στην πλατεία και τον μεγάλο του εξώστη. Πρωτοπόρο στις τεχνολογικές εξελίξεις, το «Ιντεάλ» ήταν ο δεύτερος αθηναϊκός κινηματογράφος που έγινε πλήρως ομιλών με υπερ-σύγχρονα για την εποχή τους συστήματα ήχου της RCA, αλλά και ο πρώτος που σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής εγκατέστησε στερεοφωνικό ήχο.

Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1933, ο κινηματογράφος είχε έρθει αντιμέτωπος με την πρώτη καταστροφική πυρκαγιά της πολυτάραχης ιστορίας του. Τότε μάλιστα κινδύνευσαν να καούν ζωντανές οι οικογένειες του μηχανικού και του επιστάτη που βρίσκονταν εκεί.

 Κι όμως το «Ιντεάλ» αναγεννήθηκε από τις στάχτες του και μέσα στις επόμενες δεκαετίες μεταμορφώθηκε σε ένα από τα πλέον όμορφα αλλά και υπερσύγχρονα σινεμά της Αθήνας το οποίο, γειτνίαζε με το επίσης ιστορικό «ΡΕΧ» και «συμβίωνε» με το ομώνυμο γνωστό εστιατόριο που έκλεισε οριστικά το 2014.\

Το 1989, ο Αλέξανδρος Σπέντζος ανακαίνισε ριζικά τους χώρους του κινηματογράφου, διαθέτοντας το ποσό των 70 εκατομμυρίων δραχμών! Στις 16 Ιουνίου του 1990 ωστόσο το κινηματογραφικό αυτό στολίδι θα γίνει πάλι στάχτη μετά από δύο απανωτές πυρκαγιές που ξέσπασαν, τα ξημερώματα, αρχικά στον καυστήρα και στη συνέχεια στον χώρο της σκηνής. Η καταστροφή είχε χτυπήσει την πόρτα του «Ιντεάλ» για μία ακόμη φορά που όμως αποδείχτηκε…πολύ σκληρό για να πεθάνει!

Με την εκ βάθρων ανακαίνιση, το Ιντεάλ γίνεται σε μία από τις πολυτελέστερες αίθουσες της Ευρώπης. Όσο οι εξωτερικοί χώροι ακολουθούν και αναδεικνύουν το νεοκλασικό ύφος του κτιρίου που το φιλοξενεί, το «Ιντεάλ» τηρεί τα πρότυπα των σύγχρονων premium cinemas του κόσμου. Χωρίς να αλλάξει καθόλου το μέγεθος της αίθουσας, οι θέσεις μειώνονται σε 750, καθώς τοποθετούνται οι νέες, αναπαυτικές και τεράστιες πολυθρόνες της γαλλικής εταιρείας Quinette, που έχει εξοπλίσει εμβληματικές αίθουσες κινηματογράφων και όπερας στη Γαλλία και σε ολόκληρο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων το Palais des Festivals στις Κάννες. Οι πλαϊνές επιφάνειες που έπρεπε να είναι σκούρες για να μην αποσπούν το βλέμμα από την οθόνη, διακοσμούνται με τις γκρι τοιχογραφίες του ζωγράφου και καθηγητή Άγγελου Αντωνόπουλου, και γίνονται παντοτινό σημείο αναφοράς.


Η νέα του wall-to-wall οθόνη καταλαμβάνει επιφάνεια 150 τ.μ. κα είναι η μεγαλύτερη σε μεμονωμένη αίθουσα σήμερα στην Ελλάδα. Πρώτο το «Ιντεάλ» εγκαθιστά σύστημα ήχου Dolby SR, με πιστοποίηση κατά THX του Τζωρτζ Λούκας, ενώ λίγα χρόνια αργότερα τον αναβαθμίζει σε ψηφιακό πεντακάναλο. Σήμερα, το «Ιντεάλ», έχοντας περάσει στην πλήρως ψηφιακή εποχή, είναι εξοπλισμένο με πανίσχυρο ψηφιακό προβολέα, για 2D και 3D ταινίες, ενώ υπήρξε από τα πρώτα -και ακόμα μετρημένα στα δάχτυλα- σινεμά που εγκατέστησαν το οκτακάναλο ψηφιακό σύστημα ήχου Dolby Surround 7.1. Στην καμπίνα του, η μηχανή προβολής για φιλμ λειτουργεί ακόμα, δίνοντάς του τη δυνατότητα να προβάλει ταινίες σε φεστιβάλ και αφιερωματικές διοργανώσεις.

Παρά το γεγονός ότι οι ζημιές αποκαταστάθηκαν, με το πέρασμα του χρόνου, ολόκληρο το διατηρητέο κτιριακό συγκρότημα του «Ιντεάλ» άρχισε σιγά – σιγά να παρακμάζει λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και των φθορών που δεχόταν κατά καιρούς από τα βίαια επεισόδια που ξεσπούσαν στο Κέντρο. Το εστιατόριο κατέβασε οριστικά ρολά, το ίδιο και το ιστορικό «Αιγαίον» με τους λουκουμάδες, ενώ τα περισσότερα γραφεία που στεγάζονται στους πάνω ορόφους μοιάζουν παραδομένα στην εγκατάλειψη καθώς δεν λειτουργούν ούτε τα ασανσέρ.


Όσο για το μέλλον του, αυτό παραμένει, αβέβαιο. Και αυτό γιατί ο ΕΦΚΑ, που είναι ιδιοκτήτης του ακινήτου, έχει προχωρήσει σε προκήρυξη διαγωνισμού για την αξιοποίηση ολόκληρου του κτιριακού συγκροτήματος με στόχο αυτό να λειτουργήσει τουλάχιστον ως 4άστερο ξενοδοχείο. Ο διαγωνισμός θα τρέχει μέχρι το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου ενώ η σύμβαση με τον κινηματογράφο έχει παραταθεί έως το τέλος του 2022.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ