Η κατάθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου
«Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα, μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμη δεν κατάλαβα τι ήταν και εφυγε τρέχοντας.
«Λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου»
Και ξεκίνησε να περιγράφει στο δικαστήριο το τι έγινε εκείνη την ημέρα: «Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά».
«Φώναζα “θεέ μου βοήθησέ με, γιατί μόνο εσύ μπορείς’»
Αυτές οι πρώτες στιγμές μετά την επίθεση είναι βαθιά χαραγμένες στην ψυχή της Ιωάννας, η οποία θυμάται τα πάντα: «Το πρώτο πράγμα ήταν να τρέξω για κάποιο βοήθεια. Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας, οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα, πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα “βοήθεια, κάποιος μου έριξε κάτι καυστικο, δώστε μου λίγο νερό”. Με πήγαν στο πίσω μέρος του φαρμακείου που υπήρχε ένας νιπτήρας, έριχναν νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στον νιπτήρα. Έπιανα το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καίγομαι, ότι λιώνω. Από το βλέμμα στα μάτια των ανθρώπων που με κοίταζαν, ένιωθα ότι κάτι χάνω. Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου, γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεπτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα “θεέ μου βοήθησέ με, γιατί μόνο εσύ μπορείς’».
στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα έριχαν νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το προσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να να σώσω τον ευατό μου. Φώναζα θεε μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς».
«Μια κυρία αναφώνησε “θεέ μου” και κατάλαβα ότι το είπε για μένα…»
Η περιγραφή της Ιωάννας για τις ώρες που ακολούθησαν μετά τη διακομιδή της σε νοσοκομείο είναι σοκαριστική και καθηλωτική: «Θυμάμαι απλά να με βρέχουνε, να ουρλιάζω, να πονάω, να ξανακοιμάμαι, να ξαναξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω, για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο “Θριάσιο”».
Η 35χρονη γυναίκα περιέγραψε και μια πολύ χαρακτηριστική στιγμή μέσα στο νοσοκομείο: «Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε “θεέ μου” και κατάλαβα ότι το είπε για μένα (κλαίει), κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω. Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως γιατί τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο».
