Ιστορία

Η Μεραρχία Πάντσερ «Müncheberg»: Χωρίς προσωπικό και οπλισμό σε έναν αγώνα θανάτου

Τις τελευταίες εβδομάδες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στην Ευρώπη, ο κατεστραμμένος, εν πολλοίς, Γερμανικός Στρατός, αντιμετώπιζε τεράστιες ανάγκες σε προσωπικό και υλικό. Ήταν η περίοδος που σχηματίστηκε ένα πλήθος μεραρχιών και ταξιαρχιών, εκ των ενόντων, οι οποίες ρίχτηκαν στη μάχη, με τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό και οπλισμό.

Μια τέτοια μονάδα ανάγκης ήταν και η Μεραρχία Πάντσερ (ΜΠα) «Müncheberg», ο τελευταίος γερμανικός τεθωρακισμένος σχηματισμός που έδρασε στις τελευταίες μεγάλες μάχες, στο Ζέελοφ και στο Βερολίνο. Η μεραρχία έλαβε το βάπτισμα του πυρός κατά τη γερμανική αντεπίθεση στο Κίστριν.

Μια “νεαρή” μεραρχία

Η «Müncheberg», μετά την ήττα στο Κίστριν ενισχύθηκε με διάφορα τμήματα, ώστε να αναπληρωθούν οι απώλειές της. Έτσι της διατέθηκαν αναπληρωτές από έμπεδα, από τμήματα της Volkssturm και το έμπεδο του 1ου Συντάγματος Γρεναδιέρων Πάντσερ, της 1ης ΜΠα των SS. Στις αρχές Απριλίου, μετά τις ενισχύσεις αυτές, η δύναμη της μεραρχίας έφτασε τους 5.000 άνδρες, περίπου.

Η μεραρχία διέθετε, συνολικά, 150 πολυβόλα, 22 όλμους, 12 αντιαρματικά πυροβόλα των 88 και πιθανόν και μερικά των 128mm, 25 πεδινά πυροβόλα και οβιδοβόλα και 42 άρματα μάχης, πυροβόλα εφόδου και κυνηγούς αρμάτων και μικρό αριθμό άλλων τεθωρακισμένων οχημάτων. Τα τεθωρακισμένα που διέθετε ήταν, ένα Pz III Ausf M, τέσσερα πυροβόλα εφόδου Stug IV, δύο άρματα Pz IV, 21 άρματα Panther, 10 άρματα Tiger I, έναν κυνηγό αρμάτων Jagdpanzer, έναν Jagdpanther , έναν Nashorn και έναν Hummel.

Στις 5 Απριλίου διατέθηκαν στη μεραρχία 10 άρματα Panther εφοδιασμένα με διόπτρες νυκτερινής σκόπευσης υπερύθρων «Sperber». Τη διοίκηση της μεραρχίας ανέλαβε ο υποστράτηγος Βέρνερ Μούμμερτ, διοικητής της 103η Ταξιαρχία Πάντσερ, η οποία ενσωματώθηκε στη «Müncheberg».

Η μεραρχία είχε ενταχθεί στο LVΙ Σώμα Πάντσερ (ΣΠα), υπό τον στρατηγό Χέλμουτ Βάιτλινγκ. Στο ίδιο σώμα είχαν διατεθεί η 9η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών (ΜΑ), η 20η Μεραρχία Γρεναδιέρων Πάντσερ (ΜΓΠα).

Το LVI ΣΠα αναπτύχθηκε αμυντικά στα υψώματα Ζέελοφ, ανατολικά του Βερολίνου, επί της λεγόμενης γραμμής «Χάρντενμπεργκ». Η «Müncheberg» αποτελούσε το κέντρο της διάταξης του σώματος, έχοντας αριστερά της την 9η ΜΑ και δεξιά της την 20η ΜΓΠα, στην περιοχή του χωριού Τσέχιν, το οποίο είχε μετατραπεί σε σημείο στηρίγματος της μεραρχιακής διάταξης, ακριβώς στο κέντρο της τοποθεσίας αντίστασής της, βορειοδυτικά του Κίστριν.

Απέναντί στο LVI ΣΠα, οι Σοβιετικοί είχαν αναπτύξει τις δυνάμεις της 5η Στρατιάς Εφόδου, υπό τον αντιστράτηγο Νικολάι Μπερζάριν. Η στρατιά αυτή παρέτασσε εννέα μεραρχίες πεζικού, ένα σώμα και μια ανεξάρτητη ταξιαρχία αρμάτων και δύο σώματα πυροβολικού. Πίσω από την στρατιά αυτή, σε δεύτερο κλιμάκιο, είχε αναπτυχθεί η 2η Στρατιά Αρμάτων της Φρουράς, υπό τον στρατηγό Μπογκάνοφ.

Την εβδομάδα που προηγήθηκε της τελικής σοβιετικής επίθεσης η «Müncheberg» είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει τον υπερσύγχρονο εξοπλισμό υπερύθρων που της είχε διατεθεί. Η ίλη του υπολοχαγού Ράζιμ, μαζί με τον αντίστοιχα εξοπλισμένο λόχο γρεναδιέρων, υπό τον υπολοχαγό Ντράεγκερ, σχημάτισαν συγκρότημα το οποίο τέθηκε υπό τον λοχαγό Στάουερ.

Διόπτρες υπερύθρων, αντεπίθεση, φανατισμένη άμυνα

Το «Απόσπασμα Στάουερ», όπως ονομάστηκε, διατάχθηκε να εκτοξεύσει νυκτερινή επίθεση κατά των απέναντι Σοβιετικών. Τα άρματα του συγκροτήματος ήταν εφοδιασμένα με διόπτρες υπερύθρων. Η επίθεση εκτοξεύθηκε στις 13 Απριλίου, τρεις μόλις ημέρες πριν την εκτόξευση της σοβιετικής επίθεσης. Η επίθεση ήταν επιτυχής, όπως αναφέρουν τα γερμανικά αρχεία, χωρίς όμως να έχουν καταγραφεί ιδιαίτερες λεπτομέρειες, σχετικά.

Η πρώτη, ωστόσο, χρήση συσκευής υπερύθρων, είχε ήδη γίνει από το άρμα Panther 122, το οποίο με αρχηγό πληρώματος τον λοχία Χόφμαν, εκτέλεσε αναγνωριστική κρούση. Επί του άρματος επέβαιναν γρεναδιέροι εξοπλισμένοι επίσης με διόπτρες υπερύθρων στα τυφέκια εφόδου StG 44 που έφεραν.

Το «Απόσπασμα Στάουερ» δεν ξαναπολέμησε ποτέ ως ενιαίο σύνολο. Στην σύγχυση που ακολούθησε τα άρματά του διασκορπίστηκαν και έδρασαν, μέχρι το τέλος, μεμονωμένα. Το «122» καταστράφηκε στο Βερολίνο, στα τέλη Απριλίου. Το πλήρωμά του επέζησε. Ο λοχίας Χόφμαν όμως έχασε το χέρι του. Ένα ακόμα, άγνωστο, άρμα, με συσκευή υπερύθρων, της «Müncheberg», έδρασε τις δύο τελευταίες ημέρες της μάχης του Βερολίνου, ενισχύοντας την νυκτερινή αντεπίθεση ομάδας πεζικού.

Το βράδυ της 15ης Απριλίου μια «αμαρτωλή» ησυχία επικρατούσε στο μέτωπο. Ξαφνικά μια διαταγή έφτασε από το αρχηγείο της Ομάδας Στρατιών (ΟΣ) “Βιστούλα”. Ο επικεφαλής της ΟΣ, στρατηγός Χαϊνρίτσι, είχε διατάξει το σύνολο των δυνάμεων της 9ης Στρατιάς να υποχωρήσουν σε μια δεύτερη τοποθεσία, εκείνο το βράδυ, αφήνοντας ελάχιστους άνδρες στη πρώτη γραμμή, καθώς είχε ασφαλείας πληροφορίες πως η μεγάλη σοβιετική επίθεση επέκειτο. Με τον τρόπο αυτό ήθελε να προστατεύσει τους άνδρες του από τον κατακλυσμό των βλημάτων χιλιάδων πυροβόλων, ρουκετοβόλων και όλμων, του σοβιετικού προπαρασκευαστικού βομβαρδισμού. Και εν πολλοίς το κατάφερε.

Έτσι, όταν στις 03.00 της 16ης Απριλίου τα σοβιετικά πυροβόλα βρυχήθηκαν, τα βλήματά τους έπληξαν το κενό. Λίγη ώρα αργότερα τα πρώτα τμήματα της 5ης Σοβιετικής Στρατιάς Εφόδου εξόρμησαν. Η ώρα της μεγάλης δοκιμασίας για την «Müncheberg» και τον διοικητή της είχε έρθει.

Απέναντι στη μεραρχία βρισκόταν οι τρεις μεραρχίες του Σοβιετικού 32ου Σώματος Τυφεκιοφόρων (60η Μεραρχία Τυφεκιοφόρων της Φρουράς, 295η και 416η Μεραρχίες Τυφεκιοφόρων). Η «Müncheberg» είχε λάβει θέσεις στις παρυφές των υψωμάτων Ζέελοφ, στο ύψος του Αλτ Όντερ. Εκεί βρισκόταν η πρώτη της τοποθεσία. Μια δεύτερη τοποθεσία είχε οργανωθεί στην κορυφογραμμή των υψωμάτων και μια, πρόχειρη, λίγο πιο πίσω.

Η επίθεση των Σοβιετικών δεν κατάφερε να διασπάσει τη γερμανική άμυνα, τόσο στον τομέα της «Müncheberg», όσο και στον τομέα της γειτονικής της 20ης ΜΓΠα, εναντίον της οποίας εξόρμησε η Σοβιετική 8η Στρατιά της Φρουράς, υπό τον περίφημο στρατηγό Τσουίκοφ. Η 8η Στρατιά της Φρουράς και η 5η Στρατιά Εφόδου, μαζί με την 1η και 2η Στρατιά Αρμάτων της Φρουράς, βρίσκονταν υπό τη διοίκηση του 1ου Λευκορωσικού Μετώπου του στρατάρχη Ζούκωφ.

Η επίθεση στα υψώματα Ζέελοφ ήταν η χειρότερη στιγμή του διάσημου στρατάρχη. Πιεζόμενος από τον Στάλιν να καταλάβει όσο το δυνατόν συντομότερα το Βερολίνο, ο Ζούκωφ έριξε στη μάχη τις δυνάμεις του αρκετά ανοργάνωτα. Όταν δε το πεζικό του αναχαιτίστηκε από τη φανατισμένη άμυνα των Γερμανών, αποφάσισε να ρίξει στη μάχη, άμεσα, πριν το πεζικό του καταφέρει να διασπάσει την εχθρική γραμμή άμυνας, τις δύο τεθωρακισμένες του στρατιές.

Και πάλι όμως η «Müncheberg», πέραν πάσης προσδοκίας, άντεξε στην συνδυασμένη σοβιετική έφοδο, την οποία υποστήριζε, στενά και η Ερυθρή Αεροπορία. Οι άνδρες της «Müncheberg» πολέμησαν, κυριολεκτικά, ηρωικά. Ο Μούμμερτ είχε αναπτύξει τα αντιαρματικά του, σε πρώτο κλιμάκιο, υποστηριζόμενα από το πεζικό του, τηρώντας σε εφεδρεία τα άρματά του, με τα οποία εκτόξευε, άκρως φονικές, αντεπιθέσεις. Δεκάδες σοβιετικά άρματα κείτονταν, φλεγόμενα, ενώπιον των θέσεων της «Müncheberg».

Μάχη και με τα δόντια

Αριστερά της «Müncheberg», όμως, η 9η ΜΑ, το «καμάρι» του Γκαίρινγκ, άρχισε ευθύς εξαρχής να δείχνει σημεία κάμψης, καθώς οι άνδρες της ούτε κατάλληλα εκπαιδευμένοι ήταν, ούτε κατάλληλη διοίκηση είχαν. Η κρίση στο αριστερό του πλευρό, υποχρέωσε τον Μούμμερτ να διαθέσει, κατόπιν διαταγής της 9ης Στρατιάς, τα άρματα του για να στηρίξει την 9η ΜΑ.

Η αντεπίθεση των λιγοστών αρμάτων της «Müncheberg» υπήρξε άκρως επιτυχής, απωθώντας τους Σοβιετικούς, οι οποίοι και καθηλώθηκαν στις παρυφές των υψωμάτων Ζέελοφ, υφιστάμενοι καταστροφικές απώλειες. Αν και ο διοικητής της Σοβιετικής 5ης Στρατιάς Εφόδου, ανέφερε ότι συνέλαβε 33.000 Γερμανούς αιχμαλώτους – στην πραγματικότητα, δεν υπήρχαν τόσοι Γερμανοί απέναντί του, για να τους συλλάβει – οι δικές του απώλειες ήταν, τουλάχιστον, τριπλάσιες των γερμανικών.

Ακόμα χειρότερα, οι τρεις μεραρχίες του Σοβιετικού 9ου Σώματος Τυφεκιοφόρων της αυτής στρατιάς, το οποίο ρίχτηκε στη μάχη, στο σημείο συνδέσμου της «Müncheberg» με την 9η ΜΑ, λόγω κακού συντονισμού, βομβαρδίστηκε άγρια από το σοβιετικό πυροβολικό και την αεροπορία.

Καθώς η 16η Απριλίου έφτανε στο τέλος της η γερμανική γραμμή άντεχε στην συντριπτική σοβιετική πίεση, με τη «Müncheberg» να αποτελεί τον στυλοβάτη της γερμανικής άμυνας, στο κέντρο της 9ης Στρατιάς. Τόσο ο διοικητής της 9ης, στρατηγός Μπούσσε, όσο και ο διοικητής της ΟΣ “Βιστούλα”, στρατηγός Χαϊνρίτσι, δεν μπορούσαν να περιμένουν κάτι καλύτερο. Αμφότεροι όμως γνώριζαν ότι από την στιγμή που δεν υπήρχαν, ισχυρές, διαθέσιμες εφεδρείες, όσο ηρωικά και αν οι δυνάμεις τους πολεμούσαν, στο τέλος η άμυνα τους θα κατέρρεε από την απίστευτη σοβιετική αριθμητική υπεροχή.

Τις δύο επόμενες ημέρες ο Χαϊνρίτσι έριξε στη μάχη τις τελευταίες του εφεδρείες. Στον τομέα του LVI ΣΠα, κατευθύνθηκε η 11η Μεραρχία Εθελοντών SS «Nordland». Από την αρχή όμως φάνηκε πως η συνεργασία μεταξύ του διοικητή της, ταξίαρχου των SS Τσίγκλερ, με τον σωματάρχη του Βάιτλινγκ και τον συνάδελφό του Μούμμερτ, δεν θα ήταν αγαθή.

Στις 19 Απριλίου, η 9η ΜΑ κατέρρευσε οριστικά, ανοίγοντας ένα τεράστιο κενό στο πλευρό της «Müncheberg», το οποίο δεν υπήρχαν δυνάμεις να καλύψουν. Τη ώρα δε που η αμυντική γραμμή των Γερμανών στα υψώματα Ζέελοφ άρχισε να αποσυντίθεται, νοτιότερα τo 1ο Ουκρανικό Μέτωπο του στρατάρχη Κόνιεφ, διέλυσε την αριστερή πτέρυγα της Γερμανικής 4ης Στρατιάς και άρχισε να περικυκλώνει το Βερολίνο από Νότο.

Η Γερμανική 9η Στρατιά διασπάστηκε και κόπηκε στα τρία. Στο κέντρο το LVI ΣΠα συνέχιζε τον απελπισμένο του αγώνα, αλλά τελικά υποχρεώθηκε να υποχωρήσει. Η «Müncheberg» αποτέλεσε την οπισθοφυλακή του σώματος. Η μάχη στα υψώματα Ζέελοφ, είχε τελειώσει. Η μάχη του Βερολίνου άρχιζε.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

C-130 Hercules
Ένοπλες Συρράξεις 0

«Μάτωσε» η Λεγεώνα των Ξένων-Δεκάδες νεκροί και τραυματισμένοι μισθοφόροι εκκενώνονται στη Πολωνία μετά από ρωσικό πλήγμα στον Δνείπερο

Οι Ρώσοι χτύπησαν ξενοδοχείο στον Δνείπερο που φιλοξενούσε δυτικούς μισθοφόρους και στρατιωτικούς εκπαιδευτές