Πνευματικά ωφέλιμα

Όταν ο Μακαριστός Χριστόδουλος είπε με δάκρυα στα μάτια: «Ένας Άγιος πέθανε...»

Ο μακαριστός Μητροπο­λίτης Σισανίου και Σια­τίστης κ. Αντώνιος Κό­μπος γεννήθηκε στο Άργος Αργολίδος το 1920. Υπήρξε απόφοιτος της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας Αθηνών και της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στα Πανεπιστή­μια της Οξφόρδης και του Παρισιού και διετέλεσε κα­θηγητής και διευθυντής Ιε­ρατικών Σχολών. Κατά τα έτη 1971-1974 υπηρέτησε ως ιε­ροκήρυκας στην ιερά μητρό­πολη Αιτωλίας και Ακαρνα­νίας. Χειροτονήθηκε διάκο­νος στις 3/12/1967, πρεσβύτερος στις 4/12/1967 και την 23η Μαΐου 1974 εξελέγη Μη­τροπολίτης Σισανίου και Σια­τίστης. Εξέδωσε αξιόλογα επιστημονικά έργα ενώ δη­μοσίευσε πλήθος άρθρων σε διάφορα περιοδικά.

Όταν εξελέγη επίσκοπος, έψαχναν να τον βρουν να του το ανακοινώσουν, διότι λόγω της μεγάλης ταπείνωσής του δεν το είχε σκεφτεί ποτέ!

Βασικά χαρακτηριστικά του η απλότητα και η ταπεί­νωση. Όσοι είχαμε την ευλο­γία να τον γνωρίσουμε διαπι­στώσαμε ότι συνδύαζε την απλότητα και την αγνότητα ενός μικρού παιδιού με την πνευματικότητα και την εμπειρία των αγίων. Ταπει­νός, ευλογημένος με τη χά­ρη του Αγίου Πνεύματος, τη μετέδιδε σ’ όσους τον πλησί­αζαν.

Ήταν πολύ ελεήμων. Βο­ηθούσε αφειδώς όποιον κα­τέφευγε σ’ αυτόν. Όταν του έκαναν δώρα, εκείνος τα χά­ριζε στους φτωχούς. Όλους τους σκέπαζε με την αγάπη του. Ήταν πολύ διακριτικός, δεν κατέκρινε κανέναν. Ήταν αγαπητός σε όλους. Ατέλειω­τες ώρες εξομολογούσε, τε­λούσε αγρυπνίες, έκανε ομι­λίες. Έκανε πολλή προσευχή και ο Θεός τον είχε χαριτώ- σει με το διορατικό και το προορατικό χάρισμα. Όταν είχε επισκέπτες, έφτιαχνε καφέδες, σέρβιρε, κουβα­λούσε και βαλίτσες!

Κατοικούσε στον ισόγειο χώρο του μητροπολιτικού μεγάρου. Δεν του άρεσαν οι πολυτέλειες, ζούσε ασκητι­κά σαν καλόγερος. Νήστευε πολύ και δεν έτρωγε ποτέ κρέας. Μαγείρευε μόνος του, έπλενε τα ράσα του, κα­θάριζε ακόμα και τις σκάλες. Ο ίδιος φρόντιζε τον κήπο του, δεν είχε αυτοκίνητο, κι­νητό τηλέφωνο ούτε πολυ­τελείς στολές.

Κάποτε ένας ιερέας πήρε την πατερίτσα του Δεσπότη να την γυαλίσει και να την ισιώσει (με τα χρόνια είχε στραβώσει και θαμπώσει). Όταν του την επέστρεψε ο Δεσπότης στενοχωρήθηκε γιατί έγινε σαν καινούρια και ντρεπόταν να την κρατήσει!

Αγαπούσε πολύ τον άγιο Νεκτάριο και προσπαθούσε να τον μιμηθεί. Όπως ο άγιος Νεκτάριος όταν ήταν διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής καθάριζε τις τουαλέ­τες της σχολής, το ίδιο έπραττε και ο Δεσπότης όταν ήταν καθηγητής στην Ι­ερατική Σχολή της Πάτμου. Ήθελε να ζει στην αφάνεια. Συμβούλευε τους ιερείς να ζουν με ταπείνωση, χωρίς να τους γνωρίζει κανείς.

Κατά τη διάρκεια της αρ- χιερατείας του επισκεπτόταν όλα τα χωριά, ακόμα και τα πιο αραιοκατοικημένα. Έπαιρνε τα απαραίτητα άμ­φια σε μια απαρχαιωμένη ξύλινη βαλιτσούλα (ούτε λό­γος για μήτρα, πατερίτσα) και πήγαινε ακόμα και με τα πόδια μέσα στα χιόνια. Όπως μας έλεγε ο ίδιος, άκουγε τους λύκους και τις αρκούδες αλλά με τη χάρη του Θεού όλα πήγαιναν κα­λά. Πάντα έφτανε στην εκ­κλησία για τη Θεία Λειτουρ­γία πριν από τους ιερείς. Επίσης, αγαπούσε πολύ το μοναχισμό. Αναστήλωσε, ανακαίνισε και επάνδρωσε τα μοναστήρια της Μητρο- πόλεώς του.Στις συνόδους της Ιεραρ­χίας συνήθως πήγαινε με λε­ωφορείο και πολλοί Ιεράρ­χες τον πείραζαν και τον φώ­ναζαν «ο Επίσκοπος των ΚΤΕΛ». Μια φορά πανηγύριζε ένα χωριό της μητροπόλεως και ο Δεσπότης έκανε ώτο- στοπ για να πάει. Σταμάτησε ένα τρακτέρ με καρότσα που κουβαλούσε άχυρα. Ο οδη­γός τον πέρασε για απλό μο­ναχό και τον έβαλε μαζί με τα άχυρα. Μεγάλη έκπληξη τον περίμενε όταν φτάνο- ντας στην εκκλησία χτυπού­σαν χαρμόσυνα οι καμπάνες και είχαν βγει όλοι για να υποδεχτούν τον Μητροπολί­τη!

Κάποτε ο Δεσπότης βρι­σκόταν στην Ιερά μονή Ξη- ροποτάμου του Αγίου Όρους, παραμονή του Αγίου Νικολάου. Οι πατέρες είχαν βγει για ψάρεμα, διότι η μο­νή πανηγύριζε και έπρεπε να παραθέσουν πανηγυρική τράπεζα. Δυστυχώς έπιασαν ελάχιστα ψάρια. Όταν τον ενημέρωσαν, σταύρωσε τη θάλασσα από το παράθυρο του κελιού που βρισκόταν, και τους έστειλε να ξαναδο­κιμάσουν. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Είχαν πολύ καλή ψαριά.

Ο » πιο ταπεινός δεσπό­της της Εκκλησίας», όπως τον αποκάλεσαν πολλοί, άφησε την τελευταία πνοή του στο «Μποδοσάκειο» νο­σοκομείο Πτολεμαΐδας σε ηλικία 85 ετών, μετά από τρί­μηνη μάχη με τον καρκίνο, στις 17 Δεκεμβρίου 2005. Κατά τη διάρκεια της ασθέ- νειάς του υπέφερε πολύ, όμως δεν το έδειχνε. Υπέμε­νε καρτερικά και προγνώριζε την κοίμησή του. Ο μακαρι­στός αρχιεπίσκοπος Χριστό­δουλος στον επικήδειο λόγο του ανέφερε, ότι όταν ο κό­σμος και οι ιερείς πληροφο- ρήθηκαν την κοίμηση του Δε­σπότη όλοι είπαν «πέθανε ένας άγιος!»

Ατέλειωτες είναι οι μαρ­τυρίες για θαύματα και θε­ραπείες και κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του και μετά την κοίμησή του. Έχει ταφεί στην αυλή του μητρο- πολιτικού μεγάρου όπου ακόμη και σήμερα πολύς κό­σμος ανάβει κεριά και ζητά­ει τη μεσιτεία του όπως όταν ζούσε. Ο τάφος συχνά ευω­διάζει.

Μακάρι η αφανής και αγία ζωή του να αποτελέσει πα­ράδειγμα προς μίμηση όχι μόνο στους αρχιερείς αλλά και σε όλο τον ορθόδοξο κλήρο και λαό.

ΙΟΥΣΤΙΝΗ Μ.

Άρθρο της εφημερίδας «Εμπρός»

Δείτε το παρακάτω βίντεο στο 5:57 λεπτό , όπου ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος αναφέρεται στον Μακαριστό Μητροπολίτη Αντώνιο. 

https://www.youtube.com/watch?v=JK_HEsEEvVg

https://www.youtube.com/watch?v=NWmgIryhfLw

https://www.youtube.com/watch?v=f6Lc4WjKKzw

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ