ΗΠΑ

Πώς οι κυρώσεις της κυβέρνησης Τράμπ σε βάρος του Ιράν και της Βόρειας Κορέας μπορούν να εξελιχθούν σε πολεμικές επιχειρήσεις και... το παράδειγμα του Πέρλ Χάρμπορ

Οι απειλές του Αμερικανού Προέδρου κατά χωρών όπως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Βενεζουέλα ενδεχομένως και να αποτελούν προοίμιο μιας πολεμικής επιχείρησης σε βάρος τους από την Ουάσιγκτον. Ο Ντόναλντ Τράμπ δείχνει να μην ελέγχει την κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας του και το αμερικανικό σύστημα που θέλει την κόντρα με την Ρωσία και τις χώρες που βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής της Μόσχας, αλλά και της Κίνας συντηρείται και σήμερα.

Το γεγονός ότι ο Τράμπ ψήφισε νόμο με κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας και την ίδια στιγμή απείλησε (δεν ψήφισε κάποιες κυρώσεις) την Βενεζουέλα καταδεικνύει πώς οι ΗΠΑ ψάχνουν ακόμη τρόπους και διεξόδους στο αδιέξοδο της εξωτερικής τους πολιτικής των τελευταίως χρόνων. Είναι κάτι που κάνει ακόμη περισσότερο επικίνδυνες τις παγκόσμιες εξελίξεις.

Οι ΗΠΑ ασφαλώς και δεν μπορούν να κάνουν στρατιωτική επίθεση στη Ρωσία, καθ' ότι τα αντίποινα ενδεχομένως να ήταν πιο καταστροφικά, αλλά θα μπορούσαν να στοχοποιήσουν την Βόρειο Κορέα, η οποία απειλεί και τρομάζει τη σύμμαχη χώρα για τους Αμερικανούς Νότια Κορέα, αλλά και την Ιαπωνία. Μια κλιμάκωση στο μέτωπο με την Τεχεράνη θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες επίσης καταστάσεις.

Πάντως, φαίνεται, πώς η Ουάσιγκτον ψάχνεται για να δείξει πώς είναι υπερδύναμη και ελέγχει τον κόσμο. Έτσι τουλάχιστον θέλει. Στο παρελθόν έχει φανεί πώς οι κυρώσεις σε βάρος χωρών κατέληξαν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Τον Αύγουστο του 1990 για παράδειγμα, οι ΗΠΑ επέβαλαν καθεστώς κυρώσεων κατά του Σαντάμ Χουσείν στο Ιράκ. Το 1991 οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Ιράκ αποδεκατίζοντας εξ ολοκλήρου τις Ένοπλες Δυνάμεις του και στοχεύοντας επίσης ευθέως τις αστικές υποδομές του. Ακολούθως, οι ΗΠΑ παρέτειναν και επέκτειναν τις οικονομικές κυρώσεις κατά του Ιράκ ως περαιτέρω τιμωρία.

Αυτές οι κυρώσεις τερματίσθηκαν αφού οι ΗΠΑ εισέβαλαν εκ νέου το 2003 και το πλήρες καθεστώς διεθνών κυρώσεων ήρθη τον Δεκέμβριο του 2010. Επίσης, η Λιβύη αντιμετώπισε αμερικανικής επιβολής κυρώσεις αρχής γενομένης τη δεκαετία του 1990 και όλοι γνωρίζουμε το τέλος αυτής της ιστορίας. Το Μάιο του 2004 οι ΗΠΑ επέβαλαν οικονομικές κυρώσεις στη Συρία, με την αιτιολογία της παροχής στήριξης από την πλευρά της στην τρομοκρατία και για την αποτυχία της «να εμποδίσει ενόπλους να εισέλθουν στο Ιράκ», μία χώρα που είχαν ήδη αποσταθεροποιήσει οι ΗΠΑ.

Στην πραγματικότητα αυτές οι κυρώσεις ήταν αντίδραση στην αυξανόμενη σχέση της Συρίας με το Ιράν, καθώς οι δύο αυτές χώρες φέρεται να συμφώνησαν το ίδιο έτος σε μία συνθήκη αμοιβαίας άμυνας. Η Συρία αποτελεί στόχο επιχείρησης αλλαγής καθεστώτος από το 2006.

Η Τεχεράνη αντιμετωπίζει κυρώσεις εδώ και πολύ καιρό, με το αντι-ιρανικό καθεστώς κυρώσεων να λειτουργεί ως προπέτασμα καπνού για αλλαγή καθεστώτος με τον ίδιο τρόπο που αποτέλεσαν στόχο κατά το παρελθόν η Λιβύη, η Συρία και το Ιράκ. Στην περίπτωση του Ιράν, τα κίνητρα είναι απόλυτα σαφή: Η ανανεωμένη σειρά κυρώσεων έχει σχεδιασθεί για να υπονομεύσει τη Συμφωνία για τα πυρηνικά του 2015, γνωστή ως «Joint Comprehensive Plan of Action» (JCPOA).

Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Τράμπ έχει επίγνωση πως το Ιράν συμμορφώνεται πλήρως με την «JCPOA», έχει καταστήσει προσωπική πολιτική του να αποσαθρώσει σκόπιμα τη συμφωνία. Για ποιο λόγο όμως να πράξει κάτι τέτοιο; Όπως εξηγείται στο βιβλίο «Ποια Πορεία για την Περσία; Επιλογές για μία Νέα Αμερικανική Στρατηγική προς το Ιράν» που συνέγραψε ένας πρώην αναλυτής της CIA, ο οποίος προώθησε την εισβολή του 2003 στο Ιράκ.

Σύμφωνα με τον αναλυτή της CIA «η υποκίνηση αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν θα βοηθηθεί τα μέγιστα με το να πεισθεί ο ιρανικός λαός ότι η κυβέρνησή του είναι τόσο τυφλωμένη ιδεολογικά που αρνείται να πράξει αυτό που είναι καλύτερο για τον λαό και αντ’ αυτού προσκολλάται σε μία πολιτική που μόνο την καταστροφή μπορεί να φέρει στη χώρα. Το ιδανικό σενάριο σε αυτή την περίπτωση θα είναι οι ΗΠΑ και η Διεθνής Κοινότητα να παρουσιάσουν ένα πακέτο θετικών κινήτρων ώστε να παρασύρουν τους Ιρανούς πολίτες να υποστηρίξουν τη Συμφωνία και μόνο το καθεστώς να την απορρίψει.

Στο ίδιο πνεύμα, οποιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση κατά του Ιράν πιθανότατα θα είναι ιδιαίτερα μη δημοφιλής ανά την υφήλιο και απαιτεί το κατάλληλο διεθνές πλαίσιο για να διασφαλιστεί η υποστήριξη διοικητικής μέριμνας και να ελαχιστοποιηθούν οι όποιες ανεπιθύμητες εξελίξεις από αυτή. Ο καλύτερος τρόπος για να ελαχιστοποιηθεί η διεθνές αποδοκιμασία και να μεγιστοποιηθεί η υποστήριξη είναι να υπάρξει πλήγμα μόνο όταν υφίσταται ευρεία πεποίθηση ότι οι Ιρανοί έλαβαν αλλά απέρριψαν μία εξαιρετική προσφορά, μία τόσο καλή που το καθεστώς αποφασισμένο να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και να τα αποκτήσει για τους λανθασμένους λόγους θα την απέρριπτε».

Αυτό το παράδειγμα εξηγεί για ποιο λόγο τα πολεμοχαρή μέλη της ομάδας Τράμπ αντιτίθενται στο να εκτροχιάσουν μονομερώς οι ΗΠΑ την JCPOA. Δεν επιθυμούν να αποδοθεί η ευθύνη στις ΗΠΑ, καθώς θα πυροδοτήσει νέες εντάσεις με τη Διεθνή Κοινότητα και θα επηρεάσει άμεσα το αμερικανικό δολάριο. Με αυτό το δεδομένο αν η αμερικανική κυβέρνηση συνεχίσει να υπονομεύει το Ιράν με κυρώσεις που στοχεύουν τους Φρουρούς της Επανάστασης του Ιράν, οι ΗΠΑ ενδέχεται να εξαναγκάσουν το Ιράν να αποχωρήσει από τη Συμφωνία σε κάθε περίπτωση. Σε αυτό το σενάριο, οι ΗΠΑ θα έχουν το αποτέλεσμα που επί μακρόν επιθυμούσαν.

Η Βόρεια Κορέα αποτελεί επίσης στόχο του υπό τις ΗΠΑ καθεστώτος κυρώσεων επί χρόνια και ο αμερικανικός Στρατός είναι γνωστό ότι προβαίνει σε πτήσεις βομβαρδιστικών πάνω από τον εναέριο χώρο της, προκαλώντας τη χώρα να αντιδράσει ανάλογα. Το μόνο ερώτημα πλέον είναι εναντίον ποιας χώρας πρώτα ο Τράμπ θα στρέψει τις ΗΠΑ στον δρόμο του πολέμου: Του Ιράν ή της Βόρειας Κορέας;

Η κυβέρνηση Τράμπ φέρεται να προετοιμάζει το έδαφος για μία αντιπαράθεση με το Ιράν περί τον Οκτώβριο, έχοντας βρει μία νέα στρατηγική για να δαιμονοποιήσει το Ιράν αν το καθεστώς κυρώσεων αποτύχει να επιφέρει τον πόλεμο που επιθυμεί πριν από τη διαδικασία επικύρωσης της συμμόρφωσης του Ιράν με τη Συμφωνία για τα πυρηνικά για το επόμενο τρίμηνο. Αυτή η στρατηγική περιλαμβάνει το να δώσει εντολή ο Τράμπ στην ομάδα του να θεσπίσει επιτόπιες επιθεωρήσεις σε ιρανικές εγκαταστάσεις με την ελπίδα να βρεθούν τρόποι να υποστηριχθεί ότι το Ιράν δεν συμμορφώνεται με την «JCPOA».

Στο μεταξύ, οι ΗΠΑ συνεχίζουν τη μονομερή πολιτική του εκφοβισμού των μη συμμορφούμενων κρατών με το να απομονώνονται περαιτέρω από τους παραδοσιακούς τους, μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, συμμάχους. Για παράδειγμα, η Γερμανία δεν βλέπει θετικά τις κυρώσεις που στοχεύουν τη Ρωσία, καθώς πλήττουν τα ίδια τα οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας. Επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι υπό τις ΗΠΑ κυρώσεις ωθούν αυτές τις απείθαρχες χώρες στις μεταξύ τους «ανοικτές αγκάλες». Το Ιράν και η Ρωσία υπέγραψαν μία συμφωνία ύψους 2,5 δισ δολ.

Αν οι ΗΠΑ συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τον παγκόσμιο «στραγγαλισμό» τους στις χρηματοοικονομικές αγορές ως εργαλείο για να αποδυναμώσουν άλλες χώρες, αυτές οι χώρες δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν το δολάριο και να επιδιώξουν εναλλακτικά νομίσματα μέσω των οποίων να πραγματοποιούν συναλλαγές. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι η Ρωσία τη Δευτέρα 7 Αυγούστου ανακοίνωσε ότι θα επιδιώξει να τερματίσει την εξάρτησή της από το δολάριο. Οι ΗΠΑ βρίσκονται στο σταυροδρόμι του φθίνοντος καθεστώτος τους ως παγκόσμιας υπερδύναμης.

Θα πρέπει δε να αναφερθεί ένα παράδειγμα ακόμη από την άλλη όψη του νομίσματος όσον αφορά τους πολέμους των ΗΠΑ κατά του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας. Είναι σε λίγους γνωστό πώς η ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ το 1941 έγινε αναμφίβολα σε αντίδραση στο εγχείρημα των ΗΠΑ να παραλύσουν την ανθούσα οικονομία της Ιαπωνίας, μέσω διαφόρων εμπάργκο και παγώματος περιουσιακών στοιχείων, τερματίζοντας την εμπορική σχέση της Ιαπωνίας με τις ΗΠΑ και προκαλώντας την απόγνωση.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

C-130 Hercules
Ένοπλες Συρράξεις 0

«Μάτωσε» η Λεγεώνα των Ξένων-Δεκάδες νεκροί και τραυματισμένοι μισθοφόροι εκκενώνονται στη Πολωνία μετά από ρωσικό πλήγμα στον Δνείπερο

Οι Ρώσοι χτύπησαν ξενοδοχείο στον Δνείπερο που φιλοξενούσε δυτικούς μισθοφόρους και στρατιωτικούς εκπαιδευτές