Αρχείο

Ελληνοτουρκική κρίση 1987 και 1996: Και στις δύο η Ελλάδα είχε στρατιωτική υπεροχή αλλά Παπανδρέου-Σημίτης αποφάσισαν υποχώρηση - Τι αποκαλύπτουν τα έγγραφα της CIA για το Καστελόριζο

Δύο φορές στο Αιγαίο, μία στην ελληνοτουρκική κρίση του Μαρτίου του 1987 με το «Σισμίκ» και μία το 1996 στα Ίμια, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις υπερίσχυαν αυτών της Τουρκίας, αλλά οι πολιτικοί υπό και τις έξωθεν παρεμβάσεις αποδέχθηκαν τη διπλωματική λύση που έμελλε να δημιουργήσει την θεωρία των «γκρίζων ζωνών» που η Άγκυρα έχει επεκτείνει από την Ζουράφα μέχρι το Καστελόριζο.

Το Καστελόριζο (ή σωστά η νήσος Μεγίστη) έχει τεθεί στο στόχαστρο των Τούρκων από το 1987 και παραμένει και σήμερα, καθώς όπως αποκαλύπτεται από τα έγγραφα που αποδέσμευσε η CIA και αφορούν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις κατά την χρονική περίοδο της δεκαετίας του '80 διαχρονικός στόχος της γείτονος είναι να καταλάβουν το ακριτικό νησί, να κόψουν στη μέση την ελληνική ΑΟΖ και να βάλουν πόδι στα πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων του Αιγαίου και της Μέσης Ανατολής.

Σύμφωνα λοιπόν με τα έγγραφα της CIA τα γεγονότα του 1987 συνιστούσαν την πρώτη σοβαρή ελληνοτουρκική κρίση μετά από αυτή του 1976, όταν ο τότε αρχηγός του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου είχα πει στον Κωνσταντίνο Καραμανλή «βυθίσατε το Χόρα». Οι Τούρκοι λοιπόν έβγαλαν τον Μάρτιο του 1987 το «Σισμίκ» στο Αιγαίο προκειμένου να κάνει έρευνες για πετρέλαιο και την ίδια στιγμή ο τουρκικός Τύπος παρουσίαζε χάρτες με την πορεία του σκάφους: Σαμοθράκη, Ίμβρος, Λήμνος.

Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου έθεσε τις Ένοπλες Δυνάμεις σε συναγερμό και έβγαλε το Στόλο στο Αιγαίο έτοιμο για πόλεμο. Με την παρέμβαση των... μεγάλων δυνάμεων η κρίση αποκλιμακώθηκε. Δέκα μήνες αργότερα στις 30 και 31 Ιανουαρίου του 1988, Παπανδρέου και Oζάλ συναντήθηκαν στο Nταβός και συμφώνησαν τα κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο να είναι διεθνής υπόθεση και να σταματήσουν οι έρευνες.

Ήταν μία εθνική ήττα, την οποία αναγνώρισε από το βήμα της Βουλής αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου με το περίφημο «mea culpa». Τα έγγραφα της CIA όμως αναφέρουν ότι η Ελλάδα μπορεί να υπερασπιστεί τα έξι σημαντικότερα νησιά της από μια πιθανή τουρκική ενέργεια που θα έχει στόχο την κατάληψη ενός απ΄ αυτά και χαρακτηρίζει σοβαρή την πιθανότητα η Τουρκία να στοχεύσει στην κατάληψη ενός μικρότερου νησιού κατονομάζοντας το Καστελόριζο.

Στο ίδια έγγραφα ωστόσο αναφέρεται ξεκάθαρα ότι η Ελλάδα εκείνη την εποχή είχε το πλεονέκτημα σε αέρα και θάλασσα έναντι της Τουρκίας που είχε το πλεονέκτημα στην Κύπρο, καθώς «η Ελλάδα δεν μπορεί να υποστηρίξει την Κύπρο στρατιωτικά αν εμπλακεί σε πόλεμο σε Αιγαίο ή Θράκη».

Παρά την υπεροχή που είχε όμως η Ελλάδα το κέρδος το αποκόμισε η Τουρκία, αφού κατάφερε να αμφισβητήσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στο Αιγαίο και να αποτρέψει κάθε προσπάθεια ανακήρυξης ΑΟΖ και εκμετάλλευσης της. Το επόμενο βήμα έγινε με την κρίση των Ιμίων, όπου και πάλι οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είχαν υπεροχή αλλά η χώρα χάρην των χειρισμών του Κώστα Σημίτη υπέστη μία εθνική ήττα και έχασε και τα τρία στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού.

Συγκεκριμένα, με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν 30 και 31 Ιανουαρίου του 1996 και δεδομένου ότι τα μαχητικά αεροσκάφη ήταν καθηλωμένα όλο το βάρος είχε πέσει στα πολεμικά πλοία. Στην περιοχή των Ιμίων το Πολεμικό Ναυτικό έχει αναπτύξει δύο μεγάλες μονάδες, τρία ταχέα περιπολικά κατευθυνόμενων βλημάτων (πυραυλάκατοι) και δύο κανονιοφόρους.

Η φρεγάτα «ΝΑΒΑΡΙΝΟ» F-461 βρισκόταν βορείως των Ιμίων. Το αντιτορπιλικό «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» D-221 βρισκόταν νότια των νησίδων. Οι τρεις πυραυλάκατοι είχαν από νωρίς λάβει θέσεις βολής, αγκιστρωμένες ως εξής: Ο «ΣΤΑΡΑΚΗΣ» P-29 στην Κάλυμνο, ο «ΜΥΚΟΝΙΟΣ» P-22 βόρεια της Κω, στη νησίδα Ψέριμο και ο «ΞΕΝΟΣ» P-27 στη νησίδα Καλόλιμνο, πολύ κοντά στο επίκεντρο της κρίσης. Σε συνεχή κίνηση γύρω από τις νησίδες βρίσκονταν οι κανονιοφόροι «ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ» P-57 και «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» P-61.

Οι τρεις πυραυλάκατοι έφεραν 16 συνολικά κατευθυνόμενα βλήματα επιφανείας-επιφανείας. Αναλυτικά, η πυραυλάκατος «ΜΥΚΟΝΙΟΣ» τύπου Combattante III («Λάσκος»), έφερε 4 βλήματα ΜΜ38 Exocet, ενώ οι άλλες δύο πυραυλάκατοι τύπου Combattante IIIΒ («Καβαλούδης») έφεραν 6 βλήματα Penguin.

Το αντιτορπιλικό «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» D-221 τύπου Charles F. Adams έφερε 8 κατευθυνόμενα βλήματα Harpoon και 32 αντιαεροπορικά βλήματα Standard SM-1MR, η δε φρεγάτα «ΝΑΒΑΡΙΝΟ» F-461 τύπου Standard έφερε ι και αυτή 8 RGM-84 Harpoon.

Από τουρκικής πλευράς στην περιοχή βρίσκονταν η φρεγάτα «YAVUZ» F-240 τύπου ΜΕΚΟ-200 Track 1 και δύο φρεγάτες τύπου Knox, η «TRAKYA» F-254 και η «EGE» F-256. Είχαν αναπτυχθεί επίσης δύο πυραυλάκατοι τύπου Dogan, οι «GOURBET» P-346 και «FIRTINA» P-347, με μάλλον 4 βλήματα Harpoon η καθεμιά. Κάθε φρεγάτα Knox έφερε 8 βλήματα Harpoon και τον ίδιο αριθμό έφερε και η «YAVUZ».

H σύγκριση του αριθμού των βλημάτων είχε ως εξής: Ελλάδα 64 βλήματα και Τουρκία 32 ή 28 βλήματα.

Η ελληνική πλευρά έχει βάσιμα εκτιμήσει ότι μία τουλάχιστον πυραυλάκατος παραμένει ανεντόπιστη από το τουρκικό Ναυτικό και συνεπώς αυτή θα μπορούσε να αρχίσει πρώτη αιφνιδιαστικά τις πυραυλικές επιθέσεις. Την έναρξη των πυρών της πρώτης πυραυλακάτου θα ακολουθήσουν μαζικά και τα υπόλοιπα τέσσερα σκάφη.

Ενώ λοιπόν η Ελλάδα για ακόμη μία φορά μετά το 1987 βρίσκονταν σε θέση βολής και θα μπορούσε να κατατροπώσει τους Τούρκους ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης προχώρησε σε συνθηκολόγηση και έδωσε στην Τουρκία την δυνατότητα να αμφισβητήσει κυριαρχικά δικαιώματα και να επεκτείνει τις «γκρίζες ζώνες». Αφού υπέστειλε τη σημαία από τα Ίμια πήγε και στη Βουλή να πει το περίφημο «ευχαριστώ τους Αμερικανούς».

Από τότε και μέχρι σήμερα η Τουρκία προκαλεί συνεχώς στο Αιγαίο και πολλές από τις προκλήσεις γίνονται στο ακριτικό Καστελόριζο. Τα στοιχεία που αποκαλύπτονται από τη CIA, από το 1987 μάλιστα δείχνουν και το σημείο που ενδεχομένως θα μπορούσαν οι Τούρκοι να στήσουν μία νέα κρίση. Οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν πάρει τα μέτρα της αλλά η υποχωρητικότητα και η ενδοτικότητα έχει εμποτίσει τους πολιτικούς των τελευταίων δεκαετιών.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ